Κορυφαίος κατασκευαστής ανεμογεννητριών για το 2017 αναδείχτηκε η Siemens Gamesa, με ικανότητα 8,7 γιγαβάτ, σε απόσταση αναπνοής από την ανταγωνίστριά της Vestas, με 8,6 GW, σύμφωνα με νέα έκθεση της αγοράς που δημοσιεύτηκε την Τρίτη. Το World Wind Energy Market Update 2018 που συντάχθηκε από την αμερικανική Navigant Research, αναλύει την παγκόσμια αγορά αιολικής ενέργειας και τη δραστηριότητα των κατασκευαστών ανεμογεννητριών μεγάλης κλίμακας, ενώ αναλύει και τις αλλαγές που καταγράφηκαν στον τομέα της αιολικής ενέργειας, το 2017, παρέχοντας, ταυτόχρονα τις προοπτικές έως το 2027

Σύμφωνα με την έκθεση, η παγκόσμια βιομηχανία αιολικής ενέργειας διήλθε ένα μεταβατικό στάδιο, το 2017, τόσο σε επίπεδο κρατικών αγορών, όσο και σε επίπεδο επιχειρηματικού ανταγωνισμού.

«Πιο συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα από τη μεγάλη συγχώνευση των Siemens και Gamesa δείχνουν ότι η ενοποιημένη εταιρεία κατέκτησε την πρωτιά στον τομέα, ξεπερνώντας την Vestas  όσον αφορά στην ετήσια εγκατεστημένη ισχύ των αιολικών πάρκων», αναφέρεται στο δελτίο Τύπου που διανεμήθηκε.

«Μόλις 140 MW χωρίζουν τη Siemens -Gamesa από την Vestas, καθώς η χωρητικότητα των 421 MW σε υπεράκτια ικανότητα, αποδίδεται στην MHI Vestas, μια χωριστή εταιρεία που αντιπροσωπεύει τη συγχώνευση της Mitsubishi με την Vestas», δήλωσε ο Jesse Broehl, επικεφαλής ερευνητικός αναλυτής της Navigant Research.

«Πιο σημαντικό από το διαχωρισμό αυτών των ήσσονος σημασίας διαφορών είναι το να αναγνωρίσουμε ότι οι δύο αυτές εταιρείες είναι πλέον, ισότιμες υπερδυνάμεις στον τομέα και είναι σε θέση να εγκαταστήσουν τεράστιους όγκους αιολικής ικανότητας, κατά πολύ υψηλότερους του πλησιέστερου ανταγωνισμού και με κατά πολύ μεγαλύτερη γεωγραφική ποικιλομορφία», προστίθεται στο ίδιο δελτίο .

Σύμφωνα με την έκθεση, συνολικά 51,9 GW εγκαταστάθηκαν παγκοσμίως, το 2017, με αποτέλεσμα η συσσωρευμένη ικανότητα του συστήματος να ανέλθει στα 538,3 GW.

«Τούτο συνιστά μείωση κατά 4% της συνολικής εγκατεστημένης ετήσιας αιολικής ικανότητας, σε σύγκριση με το 2016, όταν εγκαταστάθηκαν  54,3 GW", αναφέρει η έκθεση και προσθέτει στοιχεία σχετικά με την φέρουσα ικανότητα του συστήματος που,  συχνά, αποκρύπτουν τις όποιες αλλαγές πολιτικής σημειώνονται, κάτι που ορθώνει ολοένα περισσότερες δυσκολίες για τον τομέα της αιολικής ενέργειας και επηρεάζουν τις ετήσιες (πτωτικές) διακυμάνσεις.

Σύμφωνα με την έκθεση, έχει ξεκινήσει, την τελευταία διετία με τριετία, η παγκόσμια μετάβαση από τα fixed wind energy support payments προς τις πιο ανταγωνιστικές δημοπρασίες επί συμβολαίων αγοραπωλησίας ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και άλλων ανταγωνιστικών δυναμικών μηχανισμών τιμολόγησης.

Η εντατικοποίηση του ανταγωνισμού σε επίπεδο τιμολογήσεων, που επακολούθησε αποτελεί πρόκληση, τόσο για τους κατασκευαστές αιολικών πάρκων, όσο και για τους κατασκευαστές ανεμογεννητριών, καθώς το σύνολο της αλυσίδας παραγωγής αξιών, «συμπιέζεται», τονίζεται στην ίδια έκθεση.

Όμως, αυτό το ζήτημα αντιμετωπίζεται χάρη στις συνεχείς προόδους που καταγράφει η αιολική βιομηχανία, η οποία έχει επιτύχει "εντυπωσιακές" βελτιώσεις στην αποδοτικότητα των αιολικών πάρκων, μείωση του επιπέδου κόστους της ενέργειας και αύξηση της ετήσιας παραγωγής ενέργειας, ανά μονάδα ανεμογεννητριών, σύμφωνα με την έκθεση .

«Παρά τις δυσχέρειες, αυτά τα ανταγωνιστικά περιβάλλοντα πολιτικής θα αποφέρουν μεγαλύτερη αύξηση της αιολικής ικανότητας, με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και θα εισάγουν την αιολική ενέργεια σε αγορές που εμφανίζονται, παραδοσιακά, απρόθυμες να την υιοθετήσουν», επισημαίνεται στο κείμενο.

Σύμφωνα με την έκθεση, η ζήτηση, το 2018, αναμένεται να κινηθεί σε στενά επίπεδα διακύμανσης, αλλά θα επιταχυνθεί, πιθανώς, το 2019, καθώς βελτιώνεται η τεχνολογία και οι επιδόσεις του αιολικού κόστους καθίστανται ολοένα πιο ελκυστικές για τις κυβερνήσεις, τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και άλλους ενδιαφερόμενους, ιδιαίτερα στην Λατινική Αμερική, την Μέση Ανατολή και την Νοτιοανατολική Ασία.

Η φετινή έκθεση αποτελεί την 23η ετήσια έκδοση του World Wind Energy Update που συντάσσει η Navigant Research.