Σενάρια Πανικού στην Τουρκία -Διάσωση από το ΔΝΤ και Capital Controls Μπορεί να Επιφέρει η Διαμάχη με τον Τραμπ

Σενάρια Πανικού στην Τουρκία -Διάσωση από το ΔΝΤ και Capital Controls Μπορεί να Επιφέρει η Διαμάχη με τον Τραμπ
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Τρι, 7 Αυγούστου 2018 - 18:05

Την περασμένη εβδομάδα, το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών επέβαλε κυρώσεις σε βάρος δύο Τούρκων υπουργών, λόγω της συνεχιζόμενης κράτησης ενός αμερικανού πάστορα. Αυτό δεν εξέπληξε, όμως, κανένα

Η Τουρκία έχει βρεθεί, συχνά, σε αντιπαράθεση τόσο με την ΕΕ, όσο και με τις ΗΠΑ, τα τελευταία χρόνια, για ζητήματα που άπτονται της εσωτερικής, ή της εξωτερικής της πολιτικής της. Οι αναλυτές προειδοποιούν πως η χώρα απειλείται να υποστεί τα όσα έπαθε η Ρωσία μετά τις κυρώσεις για την Κριμαία, την ώρα που η τουρκική οικονομία βαδίζει επί ξηρού ακμής και δεν αποκλείονται σενάρια διάσωσης από το ΔΝΤ.

Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει απειλήσει και στο παρελθόν την Τουρκία με κυρώσεις, αν προχωρήσει στην αγορά του πυραυλικού συστήματος S-400 από τη Ρωσία και οι ΗΠΑ ερευνούν τις δραστηριότητες της κρατικής τράπεζας Halkbank για πιθανή παραβίαση των κυρώσεων εναντίον του Ιράν. Σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg, οι ΗΠΑ έχουν καταρτίσει κατάλογο τουρκικών εταιρειών και ιδιωτών, σε βάρος των οποίων ενδέχεται να επιβληθούν νέες κυρώσεις, υποστηρίζει η Τατιάνα Ορλόβα, ιδρύτρια και επικεφαλής οικονομολόγος της Emerginomics.

Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει απειλήσει στο παρελθόν την Τουρκία με κυρώσεις, αν προχωρήσει στην αγορά του πυραυλικού συστήματος S-400 από τη Ρωσία και οι ΗΠΑ ερευνούν τις δραστηριότητες της κρατικής τράπεζας Halkbank για πιθανή παραβίαση των κυρώσεων εναντίον του Ιράν. Σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg, οι ΗΠΑ έχουν, επίσης, προετοιμάσει κατάλογο τουρκικών εταιρειών και ιδιωτών, εναντίον των οποίων ενδέχεται να επιβληθούν νέες κυρώσεις.

Για να αξιολογήσουμε την πορεία της Τουρκίας, θα πρέπει να δούμε τί συνέβη με τη ρωσική οικονομία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας τον Μάρτιο του 2014. Την εποχή εκείνη, η οικονομική ανάπτυξη της χώρας ήταν ισχυρή, το επίπεδο του χρέους χαμηλό και η κεντρική τράπεζα είχε καθαρά συναλλαγματικά διαθέσιμα ύψους 470 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν όμως από την ΕΕ και τις ΗΠΑ, μετά την εισβολή, προκάλεσαν νομισματική κρίση και ύφεση που διήρκεσε επί διετία. Οι ρωσικές εταιρείες αποκλείστηκαν από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές και δεν μπόρεσαν να επαναγοράσουν το χρέος τους. H ζήτηση συναλλάγματος εκτοξεύτηκε στα ύψη. Η κρίση αυτή, σε συνδυασμό με την πτώση των τιμών του πετρελαίου, επέφερε υποτίμηση του ρουβλίου έναντι του δολαρίου κατά 50%.

Ευτυχώς για την οικονομία, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε αναθέσει την οικονομική πολιτική σε μια ομάδα τεχνοκρατών. Η κεντρική τράπεζα της Μόσχας απελευθέρωσε την ισοτιμία του ρουβλίου και αύξησε το βασικό επιτόκιο κατά 750 μονάδες βάσης. Ένα κρατικό επενδυτικό κεφάλαιο οδηγήθηκε στην πτώχευση, τα συναλλαγματικά αποθέματα μειώθηκαν κατά 150 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά αποφεύχθηκαν τα capital controls και η κεντρική τράπεζα απέκτησε μεγαλύτερη ανεξαρτησία.

Η τουρκική οικονομία, αντίθετα, αναπτύχθηκε πάνω από 7% το 2017, γεγονός που συνοδεύτηκε από αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών και μικρή αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Παρόλο που το δημόσιο χρέος της Τουρκίας είναι σχετικά μικρό, το εξωτερικό της χρέος είναι ως ποσοστό του ΑΕΠ πολύ μεγαλύτερο από εκείνο της Ρωσίας το 2014. Αντίθετα με τη Ρωσία, η Τουρκία δεν έχει επαρκές δημοσιονομικό ή συναλλαγματικό περιθώριο. Με καθαρά συναλλαγματικά διαθέσιμα μόλις 74 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η κεντρική τράπεζα δεν μπορεί να υποστηρίξει τις επιχειρήσεις, να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους.

Η Τουρκία εξαρτάται από τις επενδυτικές ροές όσο η Ρωσία εξαρτάται από το πετρέλαιο. Η απομάκρυνση των επενδυτών από τις αναδυόμενες αγορές αποδυνάμωσε φέτος την τουρκική λίρα κατά 25% έναντι του δολαρίου. Αυτό πυροδότησε τον πληθωρισμό και κατέστησε ανεπιθύμητη την περαιτέρω υποτίμηση της λίρας.

Οι νέες αμερικανικές κυρώσεις αυξάνουν τον κίνδυνο μιας κρίσης του ισοζυγίου πληρωμών. Η υπερχρέωση των επιχειρήσεων προκαλεί ανησυχία. Οι τουρκικές τράπεζες έχουν συναλλαγματικά διαθέσιμα ύψους 55 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλά τους επόμενους 12 μήνες έχουν σοβαρές υποχρεώσεις αποπληρωμής εξωτερικού χρέους. Τόσο οι τουρκικές τράπεζες όσο και οι επιχειρήσεις πρέπει να διατηρήσουν την πρόσβασή τους στις εξωτερικές αγορές.

Για να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πρέπει να μιμηθεί τον Πούτιν και να τοποθετήσει ειδικούς στο οικονομικό επιτελείο. Πρέπει επίσης να επιτρέψει στην κεντρική τράπεζα να ανακτήσει την ανεξαρτησία της. Η αλλαγή όμως του πολιτικού συστήματος σε μια ισχυρή εκτελεστική προεδρία δεν αφήνει πολλές ελπίδες για κάτι τέτοιο.

Ο Ερντογάν ελπίζει πως η Τουρκία θα λάβει μεγαλύτερα δάνεια από την Κίνα και άλλες αναδυόμενες αγορές, όπως συνέβη με τη Ρωσία. Η ρωσική εμπειρία όμως δείχνει ότι η αντικατάσταση ορισμένων ξένων επενδύσεων απαιτεί χρόνο. Η Τουρκία πρέπει να αποκαταστήσει γρήγορα τις σχέσεις της με τη Δύση αν θέλει να αποφύγει μια μεγαλύτερη κρίση.

Και ενώ οι αναλυτές αυτά εκτιμούν, στην Τουρκία εξετάζουν μέτρα...απελπισίας, ενώ στο τραπέζι έχει πέσει η ιδέα για διάσωση από το ΔΝΤ, καθώς και ενδεχόμενη υιοθέτηση capital controls, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Bloomberg.

Η κεντρική τράπεζα και η κυβέρνηση της χώρας σιωπούν, καθώς η λίρα καταβαραθρώνεται, εν μέσω της επιβολής των αμερικανικών κυρώσεων. Η λίρα υποχώρησε για έβδομη διαδοχική συνεδρίαση έναντι του δολαρίου, ενώ η απόδοση των 10ετών ομολόγων κατέγραψε άνοδο 20%, δηλαδή, την υψηλότερη στα χρονικά. «Θα παραμείνει έτσι η κατάσταση έως ότου η κεντρική τράπεζα δεσμευτεί να αυξήσει τα επιτόκια και να τα διατηρήσει υψηλά μέχρι να μειωθεί ο πληθωρισμός. Η αγορά χρειάζεται αυτό το είδος σκληρής δέσμευσης», δήλωσε ο Χένρικ Γκαλμπεργκ, αναλυτής της Nomura International Plc.

Όμως, ο πρόεδρος Eρντογάν είναι σφόδρα αντίθετος στο ζήτημα των υψηλότερων επιτοκίων και οι επενδυτές ανησυχούν ότι μπορεί να φθάσει σε σημείο ώστε να εμποδίσει οποιαδήποτε περαιτέρω αύξησή τους. 

Η λίρα υποχωρεί υπό το βάρος ενός από τα μεγαλύτερα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών στις αναδυόμενες αγορές και με τον πληθωρισμό να τρέχει ανοδικά. Μολονότι οι επενδυτές πιέζουν να υπάρξει σημαντική αύξηση των επιτοκίων, από την κεντρική τράπεζα, η πλειονότητα συμφωνεί ότι δεν τα όποια μέτρα νομισματικής πολιτικής ληφθούν, δεν θα είναι επαρκή ώστε να αντιστραφεί η κατάσταση. «Πρόκειται να υπάρξει ένα σοκ, είτε πολιτικής, είτε μακροοικονομικό, είτε ένας συνδυασμός και των δύο. Ωστόσο, για να χρυσώσουμε το χάπι απαιτείται πολιτική διευθέτηση με τη Δύση, κάτι που θα μειώσει σημαντικά τις επιπτώσεις», δήλωσε ο Κρίστοφερ Γκράνβιλντ, διευθυντής πολιτικών ερευνών της ΕΜΕΑ, της TS Lombard, στο Λονδίνο.

Χθες, η κεντρική τράπεζα ενίσχυσε τις εμπορικές τράπεζες με 2,2 δισ. δολάρια, σε μια προσπάθεια να απαλύνει τις πιέσεις προς την λίρα, που, αν και προσωρινά ανέκτησε μέρος της αξίας της, κατακρημνίστηκε αμέσως μετά για να διαμορφωθεί σε νέα ιστορικά χαμηλά, κατά τη διάρκεια της νύκτας, αφού οι επενδυτές εξέλαβαν την κίνηση της Κεντρικής Τράπεζας ως απόδειξη της αδυναμίας της. Η βουτιά της λίρας δεν έπληξε μόνον τους ιδιώτες, αλλά έσπρωξε στα τάρταρα και τις επιχειρήσεις. «Τα capital controls) δεν αποτελούν, πλέον, ένα μακρινό σενάριο, καθώς οι Αρχές δεν δείχνουν σημάδια μεταστροφής σε πιο ορθόδοξες πολιτικές», υπογράμμισε ο Σαμάιλα Χαν, διευθυντης αναδυομένων αγορών της Alliance Bernstein’s στη Νέα Υόρκη. Αυτό που χρειάζεται τώρα η λίρα είναι «ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας, αυστηρότερη νομισματική πολιτική και ένα πρόγραμμα του ΔΝΤ», συμπλήρωσε ο ίδιος.