Κ​​ατά την τελευταία δεκαετία, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της Ε.Ε. έχουν μειωθεί σημαντικά σε όλους τους τομείς της οικονομίας – εκτός από τις μεταφορές, όπου έχουν αυξηθεί κατά 20%. Με τις δεσμεύσεις της Ε.Ε. για νέες σημαντικές περικοπές στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού, οι μεταφορές έχουν αναδειχθεί σε βασικό εμπόδιο για τη διαδικασία μείωσης του ευρωπαϊκού ανθρακικού αποτυπώματος. Χρειάζονται επιθετικές πολιτικές μεταρρύθμισης του τομέα

Κ​​ατά την τελευταία δεκαετία, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της Ε.Ε. έχουν μειωθεί σημαντικά σε όλους τους τομείς της οικονομίας – εκτός από τις μεταφορές, όπου έχουν αυξηθεί κατά 20%. Με τις δεσμεύσεις της Ε.Ε. για νέες σημαντικές περικοπές στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού, οι μεταφορές έχουν αναδειχθεί σε βασικό εμπόδιο για τη διαδικασία μείωσης του ευρωπαϊκού ανθρακικού αποτυπώματος. Χρειάζονται επιθετικές πολιτικές μεταρρύθμισης του τομέα.

Ειδική έμφαση πρέπει να δοθεί στις οδικές μεταφορές, που ευθύνονται για περισσότερο από το 70% των συνολικών εκπομπών του τομέα. Η αποτελεσματική παρέμβαση στις οδικές μεταφορές θα διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στις πόλεις – μία θεμελιώδης πρόκληση για τη δημόσια υγεία στην Ευρώπη. Η ατμοσφαιρική ρύπανση ευθύνεται για περισσότερους από 400.000 πρόωρους θανάτους κάθε χρόνο στην Ευρώπη, με τις οδικές μεταφορές να συμβάλλουν σημαντικά στο πρόβλημα. Μέχρι σήμερα, οι πολιτικές των κρατών-μελών και της Ε.Ε. για τις οδικές μεταφορές δεν έχουν καθαρίσει το τοπίο. Η μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των αυτοκινήτων είναι πράγματι δύσκολο έργο, καθώς απαιτούνται η προώθηση καινοτόμων τεχνολογιών και η παραγωγή περιβαλλοντικά φιλικών οχημάτων. Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα σήμερα αποτελούν μόλις το 0,2% του συνόλου των οχημάτων στην Ε.Ε. Παράλληλα, πρέπει να βρεθούν τρόποι μείωσης της ζήτησης για οδικές μεταφορές – κάτι που συνεπάγεται αλλαγή των καθημερινών συνηθειών των ανθρώπων.

Η Ε.Ε. μπορεί να πετύχει τους στόχους αυτούς, αν υιοθετήσει νέα στρατηγική για την περίοδο μετά το 2020 που θα δομηθεί επί τριών πυλώνων. Πρώτον, πρέπει να ενθαρρύνει τα κράτη-μέλη και τις πόλεις στην επικράτειά της να υιοθετήσουν σχέδια για την απαγόρευση των βενζινοκίνητων και των ντιζελοκίνητων οχημάτων. Το 2017, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο δημοσιοποίησαν τα σχέδιά τους να απαγορεύσουν τις πωλήσεις αυτοκινήτων και μικρών φορτηγών που έχουν ως καύσιμο τη βενζίνη ή το ντίζελ έως το 2040. Μπορεί η Ε.Ε. να υιοθετήσει συνολικά αντίστοιχο χρονοδιάγραμμα.

Καθοδηγούμενα από την πολιτική δέσμευση μείωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, αυτά τα σχέδια θα έδιναν ισχυρό σήμα στην ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, ενθαρρύνοντας να καινοτομήσει και να ηγηθεί διεθνώς στα περιβαλλοντικά φιλικά οχήματα. Από το Παρίσι έως την Κοπεγχάγη, από τη Μαδρίτη έως την Αθήνα, οι μεγάλες πόλεις έχουν και αυτές αρχίσει να κινούνται σε αυτήν την κατεύθυνση. Οσο πιο πολλές πόλεις και χώρες αναλαμβάνουν τέτοιες δεσμεύσεις, τόσο πιο ισχυρό θα είναι το σήμα για τους κατασκευαστές αυτοκινήτων ότι πρέπει να επενδύσουν περισσότερα στην ανάπτυξη μη ρυπογόνων οχημάτων.

Η Ε.Ε. μπορεί να παράσχει κίνητρα για την υιοθέτηση τέτοιων σχεδίων, δημιουργώντας το ταμείο καθαρών μεταφορών της Ε.Ε. για τη στήριξη των χωρών και των πόλεων που θα δεσμεύονταν για τη σταδιακή κατάργηση της βενζίνης και του ντίζελ στα αυτοκίνητα. Το ταμείο θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει υποδομές για εναλλακτικά καύσιμα, τη χρήση λεωφορείων μηδενικών εκπομπών, την ανάπτυξη της κοινής χρήσης των αυτοκινήτων ή την προώθηση πιο βιώσιμων μορφών μετακίνησης, όπως είναι το ποδήλατο. Οι πόροι θα μπορούσαν να προέλθουν από την καλύτερη αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων που προορίζονται σήμερα για τις μεταφορές (περίπου 100 δισ. ευρώ για την περίοδο 2014-2020).

Ο δεύτερος στρατηγικός πυλώνας για τη μείωση των εκπομπών είναι η φορολογία: η Ε.Ε. πρέπει να ξεκινήσει πανευρωπαϊκή συζήτηση για το μέλλον της φορολόγησης των μεταφορών. Η φορολογική πολιτική μπορεί να επηρεάσει τις επιλογές των πολιτών αλλά και τη στρατηγική της αυτοκινητοβιομηχανίας: για παράδειγμα, οι φορολογικοί συντελεστές μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τις εκπομπές των οχημάτων ή μπορεί να χορηγούνται μεγαλύτερες εκπτώσεις για οχήματα χαμηλών εκπομπών.

Οι χώρες της Ευρώπης εξακολουθούν να έχουν πολύ διαφορετικά νομικά πλαίσια στις μεταφορές. Δεδομένης της σημασίας της φορολογίας για τον σκοπό της μείωσης των εκπομπών, η Ε.Ε. πρέπει να προωθήσει νέα συζήτηση μεταξύ των κρατών-μελών για το μέλλον της φορολόγησης των μεταφορών – όπως συμβαίνει τώρα στον τομέα της φορολόγησης των ψηφιακών υπηρεσιών.

Μακροπρόθεσμα, η Ε.Ε. πρέπει να θέσει ως στόχο την παροχή πιο ουσιώδους και εστιασμένης χρηματοδότησης έρευνας και καινοτομίας στον συγκεκριμένο τομέα. Η σωστή κατανομή των ερευνητικών πόρων είναι ο τρίτος πυλώνας-κλειδί. Η Ε.Ε. πρέπει να επικεντρωθεί σε πεδία όπου μπορεί πραγματικά να έχει επιρροή, και η χρηματοδότηση πρέπει να προορίζεται προς την επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων.

Η Ε.Ε. οφείλει να εστιάσει τη στρατηγική της για τη χρηματοδότηση της έρευνας και της καινοτομίας στην περίοδο μετά το 2020 σε τεχνολογίες σε αρχικά στάδια ανάπτυξης, όπως το υδρογόνο ή οι μπαταρίες στερεού τύπου (solid state). Αυτός θα ήταν ο πιο σώφρων τρόπος να επενδυθούν οι περιορισμένοι διαθέσιμοι πόροι (ίσοι με το 0,2% των συνολικών ερευνητικών δαπανών της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας): σε πεδία όπου θα είναι δύσκολο να βρεθεί επαρκής ιδιωτική χρηματοδότηση.

Η απορρύπανση των οδικών μεταφορών είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για τη μετάβαση της ευρωπαϊκής οικονομίας στη μετά άνθρακα εποχή, για τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα που αναπνέουμε και –εμμέσως– για το μέλλον της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας. Με δεδομένη την ακόμη περιορισμένη φιλοδοξία που επιδεικνύεται σε εθνικό επίπεδο, θα ήταν μεγάλο το όφελος για την Ευρώπη αν η Ε.Ε. αναλάμβανε πιο αποφασιστική δράση για τις οδικές μεταφορές.

* Ο κ. Σιμόνε Ταλιαπιέτρα είναι research fellow στο Ινστιτούτο Bruegel στις Βρυξέλλες.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")