Τον υψηλότερο ρυθμό αύξησης παρουσίασαν οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) σε σχέση με κάθε άλλη πηγής ενέργειας κατά το 2017, καλύπτοντας το ένα τέταρτο της αύξησης στη ζήτησης ενέργειας παγκοσμίως.

Τον υψηλότερο ρυθμό αύξησης παρουσίασαν οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) σε σχέση με κάθε άλλη πηγής ενέργειας κατά το 2017, καλύπτοντας το ένα τέταρτο της αύξησης στη ζήτησης ενέργειας παγκοσμίως. Σε αυτήν την άνευ προηγουμένου ανάπτυξη συνεισέφεραν η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες (περίπου 50% της αύξησης στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές), η Ευρωπαϊκή Ένωση (με 8%), η Ιαπωνία και η Ινδία (με 6% η κάθε μία).

Ειδικότερα, το 2017, στην πρώτη γραμμή βρίσκονταν η αιολική ενέργεια που αντιπροσώπευε το 36% της αύξησης στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ.

Τα συγκεκριμένα στοιχεία περιλαμβάνονται στην έκθεση Global Energy and CO2 Status Report του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (International Energy Agency - IEA) η οποία καταγράφει τις εξελίξεις σχετικά με τις ΑΠΕ, τα ορυκτά καύσιμα, την ενεργειακή αποδοτικότητα και τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα σε παγκόσμιο επίπεδο για το 2017.

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ αυξήθηκε κατά 6,3% (380 TWh) το 2017. Έτσι, σήμερα οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αντιπροσωπεύουν το 25% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Άλλωστε και για την Ελλάδα το 2017 ήταν το δεύτερο καλύτερο έτος για τις επενδύσεις σε αιολικά πάρκα μετά το 2011, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ). Συγκεκριμένα, την περασμένη χρονιά προστέθηκαν 282 μεγαβάτ στο αιολικό δυναμικό της χώρας (συμπεριλαμβανομένων των μη διασυνδεδεμένων νησιών), το οποίο έφθασε στα 2651,6 μεγαβάτ, 12 % υψηλότερο σε σχέση με το 2016.

Παγκοσμίως, όπως καταδεικνύουν τα στοιχεία του IEA, η ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας και των φωτοβολταϊκών το 2017 ήταν πρωτοφανής. Η αιολική ενέργεια αντιπροσώπευε το μεγαλύτερο μερίδιο της συνολικής αύξησης των ΑΠΕ με 36%. Ακολουθούν τα φωτοβολταϊκά με 27%, η παραγόμενη ενέργεια από υδροηλεκτρικά (22%) και η βιοενέργεια (12%).

Η Κίνα, το 2017, αντιπροσώπευε το 40% της αύξησης από αιολικά και φωτοβολταϊκά. Σχεδόν το 40% της αύξησης της υδροηλεκτρικής ενέργειας καταγράφηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση μείωσε την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας κατά σχεδόν ένα δέκατο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Κίνα και η Ιαπωνία αντιπροσωπεύουν το 82% της παγκόσμιας ανάπτυξης βιοενέργειας.

Ο ασιατικός γίγαντας ξεπέρασε τις Ηνωμένες Πολιτείες για να γίνει ο παγκόσμιος ηγέτης στην παραγωγή ηλεκτρισμού, η οποία δεν βασίζεται σε υδροηλεκτρικές ανανεώσιμες πηγές. Η παγκόσμια ηλιακή φωτοβολταϊκή ισχύς προσέγγισε τα 400 GW στο τέλος του 2017.

Όπως αναφέρει η έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού ενέργειας, το 2017 ήταν ένας εξαιρετικός χρόνος για την προσθήκη φωτοβολταϊκών στην Κίνα, με πάνω από 50 GW νέας ισχύος, υπερβαίνοντας τις συνολικές προσθήκες άνθρακα, φυσικού αερίου και πυρηνικών. Η νέα ισχύς από φωτοβολταϊκά που προστέθηκε στην Κίνα μόνο το προηγούμενο έτος είναι ισοδύναμη με τη συνολική ισχύ από φωτοβολταϊκά, συνολικά σε Γαλλία και Γερμανία.

Αντιστοίχως, στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 2017 προστέθηκαν 10 GW φωτοβολταϊκών, μειωμένα κατά 30% σε σχέση με το 2016. Στην Ινδία, το 2017 προστέθηκαν 8 GW φωτοβολταϊκών (διπλάσια σε σύγκριση με το 2016).

Όσον αφορά στην αιολική ενέργεια, στην Ευρωπαϊκή Ένωση σημείωσε ρεκόρ με νέα 15,6 GW, εκ των οποίων τα 3,1 GW αφορούσαν επενδύσεις σε υπεράκτια αιολικά πάρκα. Έτσι, η συνολική αιολική ισχύς (χερσαία και υπεράκτια) ανήλθε σε περίπου 510 GW.

Πέρα από τον τομέα της ενέργειας, παρατηρήθηκε μικρή μόνο αύξηση της παραγωγής βιοκαυσίμων κατά 2% (50 kb / d) το 2017, ελαφρώς χαμηλότερη από την ανάπτυξη του προηγούμενου έτους, γεγονός που αντανακλά μια μακροπρόθεσμη πτωτική τάση στις νέες επενδύσεις του τομέα.

Η αύξηση της παραγωγής αιθανόλης στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρώπη αντισταθμίστηκε εν μέρει από τη χαμηλότερη παραγωγή στη Βραζιλία, ενώ η παραγωγή βιοντίζελ παρέμεινε γενικά σταθερή.

Η Κίνα, ο μεγαλύτερος καταναλωτής ενέργειας για παραγωγή θερμότητας στον κόσμο, ανακοίνωσε τον Δεκέμβριο του 2017 ένα πενταετές πρόγραμμα επικεντρωμένο στις βόρειες πόλεις. Αυτή η αλλαγή πολιτικής θα μπορούσε, όπως επισημαίνεται στην έκθεση του ΙΕΑ, να μειώσει σημαντικά τη χρήση άνθρακα για θέρμανση και να την αντικαταστήσει με καθαρότερες πηγές, συμπεριλαμβανομένων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (βιομάζα, γεωθερμία και ηλιακή ενέργεια θερμότητα).

Σε κάθε περίπτωση, αν και οι ΑΠΕ αυξήθηκαν ταχύτατα το 2017, ο ρυθμός ανάπτυξης δεν επαρκεί για την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί στο σενάριο του IEA για τη βιώσιμη ανάπτυξη και έχουν σχέση με την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής που πλήττει τον πλανήτη. Η ένταση εκπομπών άνθρακα το 2017 βελτιώθηκε λιγότερο από το ένα τρίτο του ποσοστού που απαιτείται για την επίτευξη της παγκόσμιας μετάβασης προς τους κλιματικούς στόχους. Και αυτό δεν είναι τυχαίο, καθώς σύμφωνα με την έκθεση Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, η ενεργειακή ζήτηση αυξήθηκε κατά 2.7 % το 2017 σε σύγκριση με το 0.9% κατά μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας. Και αυτή η αύξηση καλύφθηκε κατά 72% από ορυκτά καύσιμα, κατά 25% από ΑΠΕ και κατά 13 % από πυρηνικά.