Παρά την επανειλημμένη δέσμευση να μειώσει την ενεργειακή της εξάρτηση από τη Μόσχα, η Ευρώπη εξαρτάται από το ρωσικό φυσικό αέριο περισσότερο από ποτέ, ενώ παρατηρούνται ελάχιστες ενδείξεις αναστροφής αυτής της τάσης.

Παρά την επανειλημμένη δέσμευση να μειώσει την ενεργειακή της εξάρτηση από τη Μόσχα, η Ευρώπη εξαρτάται από το ρωσικό φυσικό αέριο περισσότερο από ποτέ, ενώ παρατηρούνται ελάχιστες ενδείξεις αναστροφής αυτής της τάσης.

Ο ρωσικός κολοσσός Gazprom δήλωσε ότι το 2017 πραγματοποίησε ρεκόρ παραδόσεων προς την Ευρώπη και την Τουρκία σε συνολικά 193,9 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα – 8% υψηλότερα από το 2016.

Το αποτέλεσμα αυτό δεν συνιστά μόνο μια οικονομική νίκη για την εταιρεία, οι εξαγωγές της οποίας αποτελούν την κύρια πηγή κέρδους, αλλά πρόκειται και για πολιτική, τη στιγμή που οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν εκτραχυνθεί.

Οι αριθμοί «δείχνουν την αυξανόμενη ζήτηση από τις ευρωπαϊκές χώρες για ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά και την αξιοπιστία αυτών των παραδόσεων στο απαιτούμενο ποσό», δήλωσε ο πρόεδρος της Gazprom, Alexei Miller.

Οι παραδόσεις στη Γερμανία και την Αυστρία έφτασαν σε ιστορικό επίπεδο και οι εξαγωγές προς τη Γαλλία αυξήθηκαν κατά 6,7% σε σύγκριση με το 2016, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της εταιρείας.

Από την πλευρά τους, οι Βρυξέλλες θέτουν στόχους διαφοροποίησης των πηγών ενέργειας μετά από μια σειρά κρίσεων για το φυσικό αέριο μεταξύ Μόσχας και Κιέβου που επηρέασαν τις εξαγωγές στην Ευρώπη. Ωστόσο, το ποσοστό του ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη αυξήθηκε μόνο τα τελευταία χρόνια και αντιπροσωπεύει πλέον το 1/3 της συνολικής κατανάλωσης φυσικού αερίου στην ΕΕ.

Εν τω μεταξύ, η διαφοροποίηση κατέστη ευκολότερη με την ανάπτυξη της αγοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), το οποίο μεταφέρεται με πλοία και όχι με αγωγούς, επιτρέποντας εισαγωγές από το Κατάρ, ακόμη και από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Εντούτοις, αρκετοί παράγοντες συνέβαλαν στην άνοδο της κατανάλωσης ρωσικού φυσικού αερίου.

Σύμφωνα με τον αναλυτή για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο στη ρωσική τράπεζα Sberbank CIB, Valery Nesterov, η ζήτηση φυσικού αερίου στην ΕΕ αυξάνεται λόγω της «οικονομικής ανάκαμψης» στην Ευρώπη και χάρη στις τιμές του φυσικού αερίου που είναι «πιο ανταγωνιστικές» από αυτές του άνθρακα.

Πρόσθετοι λόγοι που αυξάνουν τη ζήτηση περιλαμβάνουν τους ψυχρούς χειμώνες, την παρακμή της ευρωπαϊκής (κυρίως ολλανδικής) παραγωγής φυσικού αερίου και το κλείσιμο πυρηνικών σταθμών, όπως στη Γερμανία.

Πάντως, ο κ. Nesterov προβλέπει ότι η γενική τάση δεν θα αλλάξει: «Η Gazprom πιθανότατα θα διατηρήσει το μερίδιό της στην αγορά στην ΕΕ».

Στο μεταξύ, η Gazprom σκοπεύει να αναπτύξει νέους αγωγούς με την υποστήριξη μεγάλων ευρωπαϊκών εταιρειών, για να διατηρήσει το ρόλο της στην αγορά. Ωστόσο, η ΕΕ είναι επιφυλακτική.

Οι Βρυξέλλες μπλοκάρουν την κατασκευή του South Stream και αντιστέκονται σε άλλα έργα, όπως τον Turkish Stream και το Nord Stream 2.

«Υπάρχει ένα είδος σχιζοφρένειας μεταξύ της ευρωπαϊκής διπλωματίας και της ευρωπαϊκής αγοράς. Η αγορά επιλέγει το φθηνότερο αέριο που παράγει και χρησιμοποιεί στην Ευρώπη, δηλαδή το ρωσικό φυσικό αέριο. Από την άλλη πλευρά, ισχυρίζεται ότι είναι πολύ εξαρτημένη, αλλά δεν έχει κάνει τίποτα, για να αλλάξει αυτό», δήλωσε ο ερευνητής στο Ινστιτούτο Μελετών Ενέργειας της Οξφόρδης, Thierry Bros.

Παρόλα αυτά, και η Ρωσία δεν είναι ικανοποιημένη μόνο με τους αγωγούς. Προσφάτως, η χώρα έκανε ένα σημαντικό βήμα στην αγορά του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) με την έναρξη του τερματικού σταθμού Yamal LNG στην Αρκτική, που χρηματοδοτήθηκε από τον ρωσικό παραγωγό φυσικού αερίου Novatek με τη βοήθεια της γαλλικής Total. Το έργο Yamal θα προμηθεύσει τόσο την Ευρώπη όσο και την Ασία μέσω θαλάσσιων διαδρομών.

Στο πλαίσιο αυτό, για την ΕΕ υπάρχει ένα απλό εμπόδιο αναφορικά με τη διαφοροποίηση, επισημαίνει ο Thierry Bros: «απαιτεί πρόσθετο κόστος και το ερώτημα αφορά στο ποιος θα πληρώσει;».

 

(Πηγή: euractiv.gr /AFP)