Σύμφωνα με το λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, η λέξη ‘αβάσιμος’ σημαίνει «αυτός που δεν είναι βάσιμος, αστήρικτος», ενώ ‘βάσιμος’, είναι «αυτός που έχει λογικό έρεισμα, που μπορεί να δικαιολογηθεί». Η διευκρίνιση των άνω λέξεων κρίνεται αναγκαία για την συζήτηση που θα ακολουθήσει και έχει στόχο ν’ αναδείξει το έωλο των ισχυρισμών, βλέψεων ως και την απαίδευτη και πρόχειρη διατύπωση και προβολή σχεδίων που κοινό σημείο έχουν την ανάδειξη της Ελλάδας ως μείζονος ενεργειακού κόμβου της ΝΑ Ευρώπης

Σύμφωνα με το λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, η λέξη ‘αβάσιμος’ σημαίνει «αυτός που δεν είναι βάσιμος, αστήρικτος», ενώ ‘βάσιμος’, είναι «αυτός που έχει λογικό έρεισμα, που μπορεί να δικαιολογηθεί». Η διευκρίνιση των άνω λέξεων κρίνεται αναγκαία για την συζήτηση που θα ακολουθήσει και έχει στόχο ν’ αναδείξει το έωλο των ισχυρισμών, βλέψεων ως και την απαίδευτη και πρόχειρη διατύπωση και προβολή σχεδίων που κοινό σημείο έχουν την ανάδειξη της Ελλάδας ως μείζονος ενεργειακού κόμβου της ΝΑ Ευρώπης και γενικά του καθοριστικού ρόλου που μπορεί αυτή (υπό προϋποθέσεις) να διαδραματίσει στην διαμόρφωση του περιφερειακού ενεργειακού τοπίου.

Ο «ιερός» και διαρκής στόχος για την ανάδειξη της χώρας μας ως μείζονος ενεργειακού κόμβου δεν αποτελεί ασφαλώς εφεύρεση της σημερινής κυβέρνησης, αφού η όλη συζήτηση ξεκίνησε επί ημέρων του αλήστου μνήμης Άκη Τσοχατζόπουλου, όταν αυτός διετέλεσε Υπουργός Ανάπτυξης την περίοδο 2002-2004. Έκτοτε όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις που διαδέχτηκαν την κυβέρνηση Σημίτη (1996-2004), υποστήριζαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αλλά χωρίς ιδιαίτερα τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία το όραμα για την ανάδειξη της χώρας ως κέντρο κατανομής ενεργειακών φορτίων προς πάσα κατεύθυνση. Με την λογική ότι ο έλεγχος των ενεργειακών ροών, που αργά ή γρήγορα θα διέρχοντο μέσω των Ελληνικών εδαφών, θα ενίσχυε σε τεράστιο βαθμό το γεωπολιτικό εκτόπισμα της χώρας. Απόψεις που εν πολλοίς υποστηρίζει και η παρούσα κυβέρνηση.

Και ναι μεν ο Άκης Τσοχατζόπουλος είχε εν μέρει δίκιο να σκέπτεται και να οραματίζεται μια Ελλάδα ως κυρίαρχο ενεργειακό σημείο των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, αφού επί των ημερών του το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ήτο κυρίαρχο στην ευρύτερη περιοχή ενώ παράλληλα εμφανίστηκαν και άρχισαν να προωθούνται, σχεδόν ταυτόχρονα όλα τα μεγάλα σχέδια αγωγών που ακολούθησαν (πχ  πετρελαιαγωγός Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολη, Νότιος Διάδρομος, αγωγός ΙΤ GI, αγωγός Νab ucco κλπ). Οπότε το μυαλό σάστισε και άρχισε να ονειρεύεται, όμως μετά, καθώς περνούσαν τα χρόνια και αποσαφηνίζοντο τα διάφορα projects, η θέση της Ελλάδος στην περιφερειακή ενεργειακή σκακιέρα άρχισε και αυτή να ξεκαθαρίζει. Μια θέση που δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από αυτήν μιας χώρας διευκόλυνσης ( facilitator), σε ότι αφορά την διέλευση των διαφόρων ενεργειακών ροών. Και ως χώρα ‘διευκόλυνσης’ δεν μπορεί και δεν δικαιολογείται να θέλει να παίζει ένα ρόλο που δεν της πάει αφού δεν διαθέτει τα απαραίτητα γεωγραφικά προσόντα ή τεχνικές δεξιότητες.

Σε ότι αφορά τα γεωγραφικά προσόντα το πρώτο βιολί στην περιοχή μας είναι αναμφισβήτητα η Τουρκία όπου με μια ματιά στο χάρτη ο καθένας μπορεί ν’ αντιληφθεί το πυκνό πλέγμα αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου που την διασχίζει απ’ άκρη σ’ άκρη και την καθιστά a priori κόμβο της ευρύτερης περιοχής. Αφού μέσω Τουρκίας διέρχονται βασικοί εξαγωγικοί πετρελαϊκοί αγωγοί από Κασπία και Μέση Ανατολή, αλλά και αγωγοί φυσικού αερίου από Ρωσία, Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία και Ιράν, ενώ μέσω των στενών των Δαρδανελίων διέρχονται περί τα 3.0 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα. Συνολικά μέσω Τουρκίας διακινείται σε καθημερινή βάση σχεδόν το 5.0% του παγκόσμιου ενεργειακού εφοδιασμού. Αυτή είναι μια πραγματικότητα που θα ισχύει κάτω από οποιαδήποτε πολιτική κατάσταση τώρα και για τα επόμενα πολλά χρόνια, που θα πρέπει να κατανοήσει και ν’ αποδεχθεί το Ελληνικό πολιτικό προσωπικό.

Η ύπαρξη της Τουρκίας και η θέση της ως βασικού ενεργειακού κόμβου της ευρύτερης περιοχής δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η Ελλάδα δεν έχει θέση στις περιφερειακές ενεργειακές διεργασίες όπου ο ρόλος της δεν νοείται σαφώς να είναι αυτός ενός κομπάρσου. Αυτός δε ο ρόλος έχει σχέση με την προώθηση, επέκταση και διεύρυνση του Νότιου Διαδρόμου όπως έχουμε κατ’ επανάληψη τονίσει μέσω από την στήλη (βλέπε εδώ) όπου προβλέπονται διασυνδέσεις μεγάλης στρατηγικής σημασίας (δηλ. αγωγοί IGB και Vertical Corridor), πλωτά terminals LNG όπως λόγου χάρη το FSRU στην Αλεξανδρούπολη, αλλά και παράλληλοι αγωγοί (βλέπε επέκταση του αγωγού αερίου Turkish Stream προς δυσμάς μέσω Ελλάδος) και ενεργειακές γέφυρες (βλέπε τον συνδετήριο αγωγό με Ιταλία, τον IGI και του υποθαλάσσιου αγωγού East Med) αλλά και ενός περιφερειακού εμπορικό-χρηματοοικονομικού ενεργειακού κόμβου (βλέπε πρόταση ΙΕΝΕ το 2014 για τη δημιουργία ενός Natural Gas Trading Hub).

Βέβαια η συμβολή της Ελλάδας στο ενεργειακό γεωπολιτικό πεδίο δεν περιορίζεται στους αγωγούς αλλά συμπεριλαμβάνει την περαιτέρω αξιοποίηση του τεράστιου δυναμικού ΑΠΕ που διαθέτει καθώς και των δυνατοτήτων ηλεκτρικής διασύνδεσης μεταξύ Ανατολικής Μεσογείου (βλέπε Euro- Asia Interconnector) και Βορείου Αφρικής με την Ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά.

Όμως για να προωθηθούν και να υλοποιηθούν όλα τα’ ανωτέρω πέρα από την επιστημονική και τεχνική επάρκεια και επαγγελματισμό του management των εμπλεκόμενων φορέων ( ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ, ΕΛΠΕ, ΔΕΗ), το οποίο ομολογουμένως και παραμένει σε πολύ υψηλό επίπεδο, χρειάζεται και η απαραίτητη γνώση και εμπειρία σε πολιτικό επίπεδο. Κάτι όμως που αν κρίνουμε από πρόσφατες κυβερνητικές δηλώσεις και κινήσεις απουσιάζει μία ακόμη φορά. Όμως για να αποτυπωθεί, και να μην σβησθεί το ενεργειακό στίγμα της Ελλάδος θέλει μεγάλη προσοχή και λεπτούς διπλωματικούς χειρισμούς. Κυρίως προϋποθέτει πλήρη επίγνωση των πραγματικών συνθηκών που επικρατούν στην παγκόσμια και περιφερειακή αγορά και μια σωστή αξιολόγηση των διαμετακομιστικών κενών που μπορεί να καλύψει η χώρα μας. Πάντως η μέχρι σήμερα επίμονη πολιτική στόχευση για την εδώ και τώρα γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας μέσω ενίσχυσης του ενεργειακού χαρτιού κρίνεται εν πολλής έωλη, αν όχι αβάσιμη.

Οι ανωτέρω επισημάνσεις είναι επίκαιρες όσο ποτέ άλλοτε γιατί αυτή την εβδομάδα η Ελληνική πολιτική ηγεσία ευρίσκεται στις ΗΠΑ για την ετήσια γενική συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών όπου ήδη ευρίσκοντο σε εξέλιξη συζητήσεις και επαφές με επίκεντρο την ενέργεια και το ρόλο της Ελλάδας στην αξιοποίηση και μεταφορά των πραγματικά σημαντικών ποσοτήτων φυσικού αερίου που έχουν ανακαλυφθεί στην Ανατολική Μεσόγειο. Όπως και η μεταφορά Κασπιανού και Ιρανικού αερίου μέσω Τουρκίας – Ελλάδας προς την Ευρωπαϊκή αγορά την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση επιθυμεί διακαώς να διαφοροποιήσει ως προς τις πηγές προμήθειας, δηλαδή μειώνοντας τις προμήθειες από τη Ρωσία. Μια θέση όμως που δεν συνάδει απαραιτήτως με τα Ελληνικά συμφέροντα, από άποψη ενεργειακής ασφάλειας, αφού η χώρα μας (όπως και η Τουρκία ) επιδιώκουν σύσφιξη των εμπορικών σχέσεων τους με την Ρωσία.