Το φλερτ Σκωτίας-Ε.Ε. κράτησε λίγο. Όπως είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει η επικεφαλής της σκωτικής περιφερειακής κυβέρνησης Nicola Sturgeon κατά την επίσκεψή της στις Βρυξέλλες, το κριτήριο της κρατικής συνοχής και της αποθάρρυνσης αποσχιστικών τάσεων κυριαρχεί στις κυβερνήσεις των "27”, αλλά και στους ίδιους τους ευρωπαϊκούς θεσμούς

Το φλερτ Σκωτίας-Ε.Ε. κράτησε λίγο. Όπως είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει η επικεφαλής της σκωτικής περιφερειακής κυβέρνησης Nicola Sturgeon κατά την επίσκεψή της στις Βρυξέλλες, το κριτήριο της κρατικής συνοχής και της αποθάρρυνσης αποσχιστικών τάσεων κυριαρχεί στις κυβερνήσεις των "27”, αλλά και στους ίδιους τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Παρότι το "σκωτικόν ζήτημα” αποτέλεσε βασικό στοιχείο των πρώτων αντιδράσεων στην απόφαση του βρετανικού δημοψηφίσματος, αλλά και αιχμή μιας ορισμένης επικοινωνιακής πολιτικής που προειδοποιούσε το Λονδίνο για τις επιπτώσεις των επιλογών του, η συμπάθεια πoυ έχει κερδίσει η Σκωτία στην Ευρώπη, μετά την σαφέστατη τοποθέτησή της υπέρ του
Bremain, είναι ανέξοδη.

Μπορεί να ήταν ενθουσιώδες το χειροκρότημα των ευρωβουλευτών την Τρίτη προς τον Σκωτσέζο συνάδελφό τους Alyn Smith όταν έλεγε "είμαι Σκωτσέζος και υπερήφανα Ευρωπαίος” και "μην εγκαταλείψετε τη Σκωτία”, όμως την επομένη οι κυβερνήσεις των "27” έσπευσαν να ξεκαθαρίσουν ότι δεν είναι ώρα να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου του διαμελισμού κρατών-μελών και μάλιστα με ευρωπαϊκή ενθάρρυνση.

Σαφέστερος όλων ήταν, για τους προφανείς λόγους, ο Ισπανός πρωθυπουργός Mariano Rajoy ο οποίος δήλωσε ότι η "Σκωτία δεν έχει τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ισπανία είναι αντίθετη σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με οποιονδήποτε εκτός της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου”. "Οι συνθήκες είναι κάθετα ενάντια σε αυτό και όλοι είναι αντίθετοι σε αυτό. Εάν φύγει το Ηνωμένο Βασίλειο τότε φεύγει και η Σκωτία” πρόσθεσε χαρακτηριστικά.

Η αυστηρή αυτή θέση αντανακλά και την αντίθεση όλων των ισπανικών κυβερνήσεων μέχρι τώρα σε οτιδήποτε θα μπορούσε να νομιμοποιήσει και να τονώσει τα κινήματα για ανεξαρτητοποίηση της Καταλωνίας και της Χώρας των Βάσκων, που άλλωστε συχνά επικαλούνται ακριβώς την ανάγκη για αυτοτελή εκπροσώπηση στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Όμως, και άλλες κυβερνήσεις αποθάρρυναν τη συζήτηση περί εισόδου μιας ανεξάρτητης Σκωτίας στην Ε.Ε. Πηγές του Βερολίνου δήλωσαν στην εφημερίδα Glasgow Herald ότι πρόκειται για εσωτερικό βρετανικό ζήτημα και αρνήθηκαν να υπεισέλθουν στο ερώτημα εάν θα διαπραγματεύονταν απευθείας με το Εδιμβούργο. Η Δανία ξεκαθάρισε ότι "δεν θα αναμειχθεί στις εσωτερικές συζητήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου μετά το δημοψήφισμα”. Η κυβέρνηση της Τσεχίας τόνισε ότι είναι "πρόωρο να συζητήσουμε το ερώτημα μιας ανεξάρτητης Σκωτίας και της σχέσης της με την Ε.Ε.”. Μόνο το υπουργείο Εξωτερικών της (προερχόμενης από "βελούδινο διαζύγιο”) Σλοβακίας άφησε ανοιχτό ένα παράθυρο για εκκίνηση διμερών συνομιλιών.

Ψυχρή, όμως, ήταν και η αντιμετώπιση των ίδιων των ευρωπαϊκών θεσμών. Όταν η Sturgeon επισκέφτηκε τον πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου Martin Schultz και του ανέφερε ότι "η Σκωτία είναι αποφασισμένη να μείνει στην Ε.Ε.”, η αντίδραση του τελευταίου ήταν ότι "άκουσε και έμαθε'. Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jean Claude Juncker δήλωσε μεν ότι με χαρά θα ακούσει αυτά που έχει να πει η Σκωτσέζα πρωθυπουργός, όμως έσπευσε να διευκρινίσει ότι δεν είναι σε προχωρήσει σε συζητήσεις για το μέλλον της Σκωτίας χωριστά από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο.

"Η Σκωτία κέρδισε το δικαίωμα να ακουστεί στις Βρυξέλλες” διακήρυξε στις 29 Ιουνίου ο Juncker, για να προσθέσει: "Θα ακούσω προσεκτικά αυτό που η πρωθυπουργός θα μου πει αλλά δεν έχω την πρόθεση, ούτε εγώ ούτε ο Donald Tusk, να παρέμβουμε στη βρετανική διαδικασία. Δεν είναι αυτή η δουλειά μας”. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Donald Tusk που από τη θέση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατεξοχήν εκπροσωπεί τα κράτη-μέλη αρνήθηκε να συναντηθεί με την Sturgeon. Τη θέση αυτή απηχεί και η δήλωση Ευρωπαίου διπλωμάτη ότι είναι "πέραν κάθε συζήτησης” η παραμονή της Σκωτίας στην Ε.Ε. μετά το Brexit και ότι "είμαστε μια Ένωση κρατών-μελών”.

Μόνος σύμμαχος σε αυτή την αυτοτελή διπλωματική προσπάθεια, για την οποία η Sturgeon δέχτηκε κριτική στο εσωτερικό της ίδιας της Σκωτίας καθώς θεωρήθηκε υπερβολικά μονομερής και αποκομμένη από τη συνολική διαπραγματευτική προσπάθεια του Ηνωμένου Βασιλείου, ενφανίζεται η
Ιρλανδία. Ο πρωθυπουργός της Enda Kenny μετέφερε στους ομολόγους κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνόδου κορυφής την επιθυμία της Σκωτίας να παραμείνει στην Ένωση. Όμως, ήταν σαφές ότι για τους "27” το θέμα δεν ήταν στις άμεσες προτεραιότητές τους, που κυρίως επικεντρώνονται στην επίδειξη ενότητας και αποφασιστικότητας της ίδιας της Ένωσης. Με τα λόγια του πρωθυπουργού του Λουξεμβούργου Xavier Better "έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη για μια ενωμένη ένωση παρά για ένα διαιρεμένο
βασίλειο”.

Δεν είναι η πρώτη φορά που οι Σκωτσέζοι βλέπουν να απορρίπτεται το αίτημά τους να γίνουν αυτοτελώς μέλη της Ε.Ε.. Κατά τη δοκιμασία του δημοψηφίσματος του 2014 με το ερώτημα της ανεξαρτητοποίησης, όχι μόνο η καμπάνια υπέρ της παραμονής της Σκωτίας στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί είχαν διαμηνύσει αρμοδίως ότι μια ανεξάρτητη Σκωτία δεν θα γινόταν αυτόματα μέλος της Ε.Ε, αλλά θα έπρεπε να ακολουθήσει την κανονική και σχετικά μακροχρόνια διαδικασία υποβολής αιτήματος ένταξης – και το μήνυμα αυτό μάλλον υπήρξε καταλυτικό για την τελική ετυμηγορία των ψηφοφόρων. Σήμερα, σε μια αντίστροφη κατάσταση, αποδεικνύεται ότι ούτε η μαζική ψήφος υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε. μπορεί να εξασφαλίσει πορεία διακριτή από το λοιπό Ηνωμένο Βασίλειο. Άλλωστε, το μόνο διαθέσιμο προηγούμενο, δεν αφορά παραμονή τμήματος χώρας στην Ε.Ε. αλλά το αντίθετο, ήτοι την απόφαση της Γροιλανδίας, αυτόνομης περιοχής υπό το στέμμα της Δανίας, να αποχωρήσει από την τότε ΕΟΚ.

Ενώ οι Βρυξέλλες με διάφορους τρόπους τις περασμένες δεκαετίες ενίσχυσαν τη λογική της "Ευρώπης των περιφερειών”, την οποία ποικίλα αυτονομιστικα κινήματα ερμήνευσαν ως ενθάρρυνση της διάσπασης προηγούμενων κρατικών οντοτήτων, διεκδικώντας έτσι αυτοτελή παρουσία στην Ενωμένη Ευρώπη, στην πραγματικότητα η ακεραιότητα των κρατών-μελών αποτελεί απαράβατο όριο της ευρωπαϊκής πολιτικής. Αυτό φαίνεται άλλωστε και από τον ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί όχι μόνο πίεσαν για να διατηρηθεί η ενότητα του βελγικού κράτους αλλά και εγγυήθηκαν ουσιαστικά την ακεραιότητά του στη μακρά περίοδο ακυβερνησίας.

Για να μη μιλήσει κανείς για την κραυγαλέα αντίφαση που θα συνιστούσε τυχόν ευρωπαϊκή ενθάρρυνση των φιλοδοξιών του Εδιμβούργου, την ώρα που οι "28” επιβάλλουν κυρώσεις στην Ρωσία, για την προσάρτηση της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Κριμαίας, μετά από δημοψήφισμα των κατοίκων της που επιθυμούσαν την απόσχιση από την Ουκρανία.

(από capital.gr)