Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε χθες να επαναφέρει το καθεστώς της κατ' εξαίρεση επιλεξιμότητας των ελληνικών ομολόγων (waiver), δηλαδή να ξανακάνει αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών.
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της ΕΚΤ, τα ελληνικά ομόλογα θα ξεκινήσουν να γίνονται δεκτά και πάλι από τις 29 Ιουνίου. Το ποσοστό του «κουρέματος» που θα επιβάλλει η ΕΚΤ στα ομόλογα αυτά θα καθοριστεί αργότερα από την ίδια.
Η ΕΚΤ αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να συμμετάσχουν και τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), όμως αυτό θα εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο. Θα προηγηθεί, όπως αναφέρεται, η εξέταση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έλαβε υπόψη την έγκριση της εκταμίευσης της δεύτερης δόσης του προγράμματος από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) προς την Ελλάδα από το Διοικητικό Συμβούλιο του ESM, μετά τη θετική αξιολόγηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΚΤ, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος.
Επιπλέον, αναγνώρισε τη δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης να εφαρμόσει το πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής που έχει συμφωνηθεί και ως εκ τούτου αναμένει συνέχιση της συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις του.
Η ΕΚΤ θα εξετάσει πιθανές αγορές των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς ομολόγων σε μεταγενέστερο στάδιο, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, μετά από σχετική ανάλυση βιωσιμότητας, καθώς και άλλα ζητήματα διαχείρισης κινδύνων.
Η εξέλιξη αυτή δίνει την δυνατότητα στις ελληνικές τράπεζες να αποκτήσουν πρόσβαση σε φθηνότερα κεφάλαια, προκειμένου να καλύψουν το χρηματοδοτικό τους κενό.
Σημειώνεται ότι το επιτόκιο μέσω του μηχανισμού Έκτακτης Ρευστότητας (ELA), από τον οποίον οι ελληνικές τράπεζες έχουν δανειστεί μέχρι σήμερα περίπου 66 δισ. ευρώ, κυμαίνεται στο 1,55%
Το επιτόκιο της απευθείας χρηματοδότησης από την ΕΚΤ είναι 0,05%.
Στην παρούσα φάση εκτιμάται ότι 7 έως 10 δισ. ευρώ μπορούν να μεταφερθούν από τον ELA στην ΕΚΤ, καθώς οι τράπεζες δεν διαθέτουν επαρκείς εγγυήσεις.