Ο κλάδος των κατασκευών αποτέλεσε για χρόνια πυλώνα ανάπτυξης της
ελληνικής οικονομίας, προσφέροντας χιλιάδες θέσεις εργασίας,
συμβάλλοντας στην ευημερία της ελληνικής βιομηχανίας και δημιουργώντας
καίριες υποδομές στη χώρα. Η οικονομική κρίση, ωστόσο, επέφερε βαρύτατο
πλήγμα, όπως δείχνουν και τα στοιχεία για την πορεία της συμβολής του
κλάδου στην Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία και στις θέσεις απασχόλησης,
από το 2006 έως το 2015. Σε επίπεδο οικοδομής, η διακοπή της
χρηματοδότησης της κατοικίας και κατά συνέπεια η κατάρρευση της ζήτησης,
οδήγησαν σε ουσιαστική διάλυση του κλάδου.
Ανάλογα απογοητευτική
είναι και η εικόνα στον τομέα των υποδομών, με τη συρρίκνωση του
προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και την ολοκλήρωση του μεγαλύτερου
μέρους των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων. Η εναλλακτική
διέξοδος για τον κλάδο, που θα μπορούσαν να προσφέρουν οι προοπτικές
ανάπτυξης της παραθεριστικής κατοικίας για ξένους και το silver economy,
παρέμεινε κλειστή λόγω της ελληνικής πολυνομίας.
Ο
κατασκευαστικός κλάδος, όπως τον ξέραμε, δεν υπάρχει πια και δεν
πρόκειται να υπάρξει ξανά στο ορατό μέλλον. Σ’ αυτό το τοπίο, οι
κατασκευαστικοί όμιλοι, στον βαθμό που θα προσαρμοστούν στη νέα
πραγματικότητα και θα αξιοποιήσουν τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα,
μπορούν να κτίσουν νέες προοπτικές σε ένα διαφορετικό παραγωγικό μοντέλο
προσφέροντας σημαντικά στην εθνική οικονομία.
Πρέπει να
καινοτομήσουμε. Μπορούμε να μιλάμε για καινοτομία στον κατασκευαστικό
κλάδο σήμερα; Πρέπει να αντιληφθούμε ότι καινοτομία στον κατασκευαστικό
κλάδο και ειδικά σε μία χώρα μικρή και στην κατάσταση που βρίσκεται η
Ελλάδα, δεν σημαίνει R&D. Θα ήταν αυταπάτη να επιδιώξουμε να
συναγωνιστούμε σε καινοτομία, με την τεχνική έννοια του όρου, τους
διεθνείς παίκτες.
Καινοτομία για τον ελληνικό κατασκευαστικό κλάδο
σημαίνει να δει το μέλλον πέρα από το κλασικό παράδειγμα του παίρνω ένα
έργο, π.χ. φτιάχνω ένα δρόμο, προσφέρω δουλειά, αγοράζω υλικά και
τονώνω την εγχώρια βιομηχανία. Οι μεγάλοι ελληνικοί κατασκευαστικοί
όμιλοι έχουν αποκτήσει πολυσχιδή δραστηριότητα στο εξωτερικό, αλλά και
μία πολύ ιδιαίτερη τεχνογνωσία που δεν εξαντλείται στα τεχνικά θέματα.
Υλοποιούν μεγάλα έργα, με σύνθετα χρηματοδοτικά σχήματα, μετέχοντας
ενεργά σε ολόκληρο τον κύκλο τους: Σχεδιασμό, κατασκευή, εκμετάλλευση
και λειτουργία.
Μια υπο-ομάδα αυτών των pro-jects είναι τα έργα
EPC που αποτελούν ήδη σημαντικό κομμάτι της δραστηριότητας των ελληνικών
κατασκευαστικών ομίλων.
Πάμε κι ένα βήμα παραπέρα: Οι τρεις
βασικοί ανταγωνιστές της ΔΕΗ προέκυψαν από ελληνικούς κατασκευαστικούς
ομίλους, οι οποίοι βασίστηκαν στην εμπειρία και την τεχνογνωσία τους σε
έργα EPC και σχεδίασαν, χρηματοδότησαν, κατασκεύασαν και λειτουργούν
μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, θέτοντας τέλος στα blackout που χαρακτήριζαν
το ελληνικό ηλεκτρικό σύστημα.
Επιπλέον, δημιούργησαν για πρώτη
φορά συνθήκες ανταγωνισμού στην προμήθεια ηλεκτρισμού, εξασφαλίζοντας
μειώσεις στο κόστος ρεύματος για τον καταναλωτή.
Αυτό, λοιπόν,
είναι η καινοτομία που πρέπει να εκμεταλλευτούμε: να εστιάσουμε σε
projects που με την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, μπορούν πλέον να
σχεδιάζονται με επιχειρηματική λογική, να αντλούνται πόροι από τις
αγορές για τη χρηματοδότησή τους και να εντάσσονται στον παραγωγικό
κύκλο, με τρόπο που δημιουργεί προστιθέμενη αξία και πολλαπλασιαστικά
οφέλη στην εθνική οικονομία.
Τι προϋποθέτει η στροφή προς την
καινοτομία στις υποδομές; Το στοίχημα της καινοτομίας αυτής, όμως, δεν
επαφίεται μόνο στον επιχειρηματικό κόσμο και στις εταιρείες του κλάδου.
Απαιτείται να σπάσουμε κι ένα παγιωμένο ταμπού.
Είναι ανάγκη να
ξεπεραστεί η πεπατημένη που προϋποθέτει την επιχειρηματική εμπλοκή του
Δημοσίου σε κρίσιμα έργα. Η παρουσία του Δημοσίου θα πρέπει να
διασφαλίζει το δημόσιο συμφέρον. Το Δημόσιο πρέπει να διατηρεί τη
συμμετοχή του στα μεγάλα έργα, αλλά αυτή θα πρέπει να εστιάζει στη
ρυθμιστική διάσταση και τον αποτελεσματικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής
των συμβάσεων. Ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να υποκαταστήσει την αδυναμία
του Δημοσίου να σχεδιάζει έργα με επιχειρηματική λογική, εκεί που οι
συνθήκες το επιβάλλουν.
Αυτός ο συνδυασμός θα επιτρέψει την
πραγματική διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος, αφού η απόφαση για την
υλοποίηση ενός έργου θα βασίζεται σε κριτήρια κόστους - οφέλους και δεν
θα έχουμε πια projects χαμηλής χρησιμότητας, μέτριας ποιότητας και
υψηλού κόστους.
* Απόσπασμα από την ομιλία στο συνέδριο του ΣΕΠ
(από www.imerisia.gr)