Σε κατάσταση «νευρικής κρίσης» είναι οι μεγάλες ενεργοβόρες βιομηχανίες σχετικά με την εφαρμογή του μέτρου της διακοψιμότητας, καθώς τα πρώτα αποτελέσματα δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες, ενώ παράλληλα φημολογείται ότι ο ΑΔΜΗΕ εξετάζει το ενδεχόμενο οι επόμενες δημοπρασίες να έχουν τρίμηνη διάρκεια, χαμηλώνοντας επιπλέον τον «πήχυ» για τη συνολική διακοπτόμενη ισχύ στα 400 MW ανά τύπο Υπηρεσίας Διακοπτόμενου Φορτίου (ΥΔΦ). Την ίδια ώρα, η υπογραφή των νέων συμβάσεων με τη ΔΕΗ για τα βιομηχανικά τιμολόγια είναι στον «αέρα».
Υπενθυμίζεται ότι στις πρώτες δύο δημοπρασίες, δημοπρατήθηκαν 500 MW για κάθε ΥΔΦ, ποσότητα που ήταν πολύ μικρότερη σε σύγκριση με την προσφορά (770 για την ΥΔΦ1 και 1.050 για την ΥΔΦ2).Στις επόμενες δημοπρασίες ο ΑΔΜΗΕ μπορεί να ορίσει έως 1.000 MW, υπό την προϋπόθεση ότι θα διασφαλίζεται ο ανταγωνισμός. Το συνολικό έσοδο για τους συμμετέχοντες διαμορφώθηκε σε 1,2 εκατ. ευρώ, επίπεδο το οποίο θεωρείται αρκετά χαμηλό.
Σε επιστολή της προς τον ΑΔΜΗΕ, η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) ζητά την αύξηση της συνολικής διακοπτόμενης ισχύος ανά τύπο ΥΔΦ σε τουλάχιστον 800 MW και εφόσον διαμορφωθεί πάνω απ' αυτό το επίπεδο, προτείνει επιπλέον να εξεταστεί η μείωση του ορίου του μέγιστου προσφερόμενου φορτίου σε 3 MW από 5 MW που ήταν στις δύο πρώτες δημοπρασίες.
Εφόσον επιτραπεί και στις μικρές βιομηχανίες έως 3 MW (χαρτοβιομηχανίες κ.ά.) να εγγραφούν στο Μητρώο, εκτιμάται ότι διασφαλίζεται και ο ανταγωνισμός που ζητάει ο Διαχειριστής.
Τα συσσωρευμένα προβλήματα και ο κίνδυνος αδιεξόδου
Μετά την κατάργηση της έκπτωσης του 20% στα βιομηχανικά τιμολόγια της ΔΕΗ, η εφαρμογή του μέτρου της διακοψιμότητας ήταν ουσιαστικά μονόδρομος στην κατεύθυνση της μείωσης του ενεργειακού κόστους. Ωστόσο, τα χαμηλά έσοδα και τα προβλήματα που παρατηρήθηκαν στις δύο πρώτες δημοπρασίες διέψευσαν τις προσδοκίες και οδήγησαν σε ...ανώμαλη προσγείωση στην πραγματικότητα. Σημειώνεται επίσης ότι υπάρχουν διαφοροποιήσεις και εντός των «παικτών» της αγοράς σχετικά με το ...πολυδιαφημιζόμενο μέτρο που θεωρητικά τουλάχιστον αποσκοπεί -και- στη βελτίωση της φθίνουσας ανταγωνιστικότητας της ελληνικής βιομηχανίας.
Αποτέλεσμα είναι να υπάρχει στασιμότητα και σε ότι αφορά την υπογραφή των νέων συμβάσεων με τη ΔΕΗ για τα βιομηχανικά τιμολόγια, καθώς, αν εξαιρεθούν οι θυγατρικές της Βιοχάλκο και η Motor OIl, οι υπόλοιποι βιομηχανικοί καταναλωτές προς το παρόν τηρούν στάση αναμονής και δεν υπογράφουν.
Επιπλέον, έντονη ανησυχία έχει προκαλέσει η φημολογία ότι στις επόμενες δημοπρασίες ο ΑΔΜΗΕ μπορεί να μειώσει το ανώτατο όριο ανά ΥΔΦ σε 400 MW, από 500 που ήταν στις δύο πρώτες και έναντι 1.000 που είναι το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο. Ο ΑΔΜΗΕ φέρεται επίσης να εξετάσει το ενδεχόμενο οι δημοπρασίες να έχουν τρίμηνη διάρκεια, αντί για μηνιαία όπως οι δύο πρώτες.
Πίσω από αυτά τα φαινόμενα, ορισμένοι κύκλοι διακρίνουν «έλλειψη πολιτικής βούλησης στήριξης» της βιομηχανίας,παρατηρώντας επίσης την καθυστέρηση που υπάρχει στο θέμα του ΕΤΜΕΑΡ και στην υπογραφή απόφασης από τον γενικό γραμματέα Δημοσίων Εσόδων για την απαλλαγή από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης σε συγκεκριμένους κλάδους. Στο πλαίσιο αυτό, αναμένονται με αγωνία οι πρωτοβουλίες του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Πάνου Σκουρλέτη, ενώ υπογραμμίζεται και η εποικοδομητική στάση που έχει επιδείξει η υφυπουργός Βιομηχανίας Θεοδώρα Τζάκρη.
Επίσης, από αδιάφορη έως εχθρική λέγεται ότι είναι η -πραγματική- συμπεριφορά των αρμόδιων αξιωματούχων της Κομισιόν, τακτική που έχει προκαλέσει την οργή των ελληνικών βιομηχανιών, καθώς βλέπουν να προωθούνται μέτρα στις αγορές ενέργειας που υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα τους. Είναι ενδεικτικό απ' αυτή την άποψη και το γεγονός ότι στην ΕΒΙΚΕΝ ακόμα περιμένουν την απάντηση σε επιστολή που εστάλη πριν από 1,5 μήνα περίπου, με πακέτο προτάσεων για τη μείωση του ενεργειακού κόστους.
Τέλος, σε ό,τι αφορά ειδικότερα τη διακοψιμότητα, οι ίδιοι κύκλοι προτείνουν για την καλύτερη δυνατή εφαρμογή του μέτρου να αλλάξει ο τρόπο εγγραφής στο Μητρώο, μέσω τροποποίησης της σχετικής Υπουργικής Απόφασης, ώστε να διασφαλιστεί ότι εγκαταστάσεις που δεν λειτουργούν να εγγράφονται όχι με την ιστορική ισχύ της τελευταίας εξαετίας, αλλά με τη σημερινή τους ισχύ. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με αυτή την πρόταση, εφόσον η μέγιστη ισχύς του προηγούμενου έτους δεν είναι ούτε το 10% της ιστορικής, οι εγκαταστάσεις αυτές θα αποκλείονται από τις Δημοπρασίες, «απελευθερώνοντας» πολύτιμα MW για τους άλλους «παίκτες» της αγοράς, χωρίς να συμπιέζουν με τεχνητό τρόπο τις τιμές (τα έσοδα της βιομηχανίας) προς τα κάτω.