Στη γενικότερη εικόνα στην βαλκανική χερσόνησο, όπου «η Ελλάδα παίζει ένα σημαντικό ρόλο», αναφέρθηκε ο Κωστής Σταμπολής, Πρόεδρος και Εκτελεστικός Διευθυντής του ΙΕΝΕ και διευθυντής του energia.gr, μιλώντας στο πλαίσιο του Balkan Energy Forum που πραγματοποιήθηκε στην Κοζάνη. Μέσα από μια σειρά διαφανειών ο κ. Σταμπολής  αναφέρθηκε στο ζήτημα της απανθρακοποίησης για την οποία είπε πως είναι μια 

μακρά, δύσκολη, επίπονη και πολύ δαπανηρή υπόθεση, επειδή «μεγάλο μέρος των χωρών της περιοχής εξαρτώνται σήμερα από τον άνθρακα και το φυσικό αέριο».

Όπως είπε, ολόκληρη η περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, διαθέτει εγκατεστημένη ισχύ λιγνίτη και άνθρακα της τάξης των 40 GW και η Τουρκία από μόνη της διαθέτει 20 GW!  

Ειδικότερα, η χώρα μας έχει εν λειτουργία, ή εν δυνάμει λειτουργία, περί τα 2,5GW εγκατεστημένη λιγνιτική ισχύ η οποία πρόκειται, σύντομα, να εξαλειφθεί στο πλαίσιο εφαρμογής της πολιτικής της απολιγνιτοποίησης. Επομένως, η χώρα μας δεν είναι το πρόβλημα, υπογράμμισε. «Αντιθέτως, η Ελλάδα δίνει το παράδειγμα στην υπόλοιπη περιοχή πώς μπορεί να γίνει η Ενεργειακή Μετάβαση».  

Στη συνέχεια, ο κ. Σταμπολής είπε ότι η Ελλάδα δίνει το παράδειγμα στις γειτονικές της χώρες για το πώς μπορεί να γίνει η Ενεργειακή Μετάβαση, για την οποία τόνισε, ωστόσο, πως κατά την προσωπική του άποψη, δεν έχει ακόμη ξεκινήσει. «Μιλάμε για έναν ενεργειακό μετασχηματισμό που επισυμβαίνει, σε άλλες περισσότερο έντονο και σε άλλες λιγότερο έντονο» υπογράμμισε και συνέχισε: «Υπάρχουν χώρες που διαθέτουν πολύ μικρό ποσοστό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και άλλες πολύ μεγαλύτερο».  

Ο κ. Σταμπολής είπε ότι η Ελλάδα βρίσκεται, ύστερα από πολλές προσπάθειες των τελευταίων ετών, ιδίως την τελευταία πενταετία, μεταξύ των κρατών με το μεγαλύτερο ποσοστό διείσδυσης ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα και πρόσθεσε: «Η Ελλάδα “πληρώνει” αυτή την επιτυχία της επειδή κινήθηκε πολύ γρήγορα»!  

Ο επικεφαλής του ΙΕΝΕ ανέφερε επίσης ότι οι χώρες της περιοχής μας εξαρτώνται από τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, άρα, συνέχισε «από τη μια έχουμε μεγάλη εγκατεστημένη ισχύ από άνθρακα, εξάρτηση από εισαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου» για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «δεν είναι αδύνατο, αλλά είναι πολύ δύσκολο το εγχείρημα.»  

(Ενεργειακό μείγμα ΝΑ Ευρώπης, χωρίς την Τουρκία: Πηγή: Eurostat)

Κατά τον ίδιο, υπάρχει μια σαφής διαφορά ανάμεσα στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και σε εκείνες της υπόλοιπης βαλκανικής χερσονήσου και της ΝΑ Ευρώπης, που έγκειται στο γεγονός ότι η ζήτηση ενέργειας στις τελευταίες που αποτελούν και μέλη της ΕΕ (Ελλάδα, Βουλγαρία Ρουμανία, Κροατία και Ουγγαρία) η ζήτηση αυξάνεται με πολύ χαμηλό ρυθμό. «Είναι οριακή, ή στάσιμη» είπε χαρακτηριστικά.  

Σε αντίθεση, οι αναπτυσσόμενες οικονομικά, χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, η ζήτηση θα εξακολουθήσει να αυξάνεται. Όπως υποστήριξε ο κ. Σταμπολής αυτό είναι θετικό και αρνητικό επειδή αφενός κατευθύνονται σημαντικά κεφάλαια σε αυτό την αγορά και μπορούν να αξιοποιηθούν σωστά για να συμβάλουν στην ενεργειακή μετάβαση της περιοχής.  

Ο επικεφαλής του Ινστιτούτου, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην Τουρκία για την οποία είπε ότι ενώ διαθέτει εντελώς διαφορετικά ενεργειακά χαρακτηριστικά από τις υπόλοιπες χώρες, εν τούτοις, έχει κι αυτή ένα σημαντικό κομμάτι ΑΠΕ και ασφαλώς, διακρίνεται για την πολύ ισχυρή ζήτηση ενέργειας.  

(Η υψηλή ενεργειακή εξάρτηση της ΝΑ Ευρώπης. Πηγές: Eurostat, IENE) 

Ο κ. Σταμπολής ανέλυσε ακόμη, τη μεταβολή που παρατηρήθηκε μεταξύ 2009-2021 στο ενεργειακό μείγμα της περιοχής της ΝΑ Ευρώπης. «Παρά το ότι έχουν γίνει πολλές επενδύσεις και έχουν κατευθυνθεί πολλά κεφάλαια στην ανανεώσιμη ενέργεια, η συμμετοχή του λιγνίτη και του λιθάνθρακα έχει μειωθεί πολύ λίγο κατά την συγκεκριμένη χρονική περίοδο και αυτό θα πρέπει να μας υποχρεώσει να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι πολύ αργή η μεταβολή του συστήματος», είπε.  

Και αυτό, όπως τόνισε, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ενώ η χώρα μας έχει αυξήσει σημαντικά το μερίδιο των ανανεώσιμων στην ηλεκτροπαραγωγή, σε αντίθεση με άλλες χώρες, εν τούτοις, το τελικό αποτύπωμα σε απόλυτα νούμερα και σαν ενεργειακή κατανάλωση είναι ότι η αποδρομή των ορυκτών καυσίμων από το μείγμα επισυμβαίνει με πάρα πολύ αργό ρυθμό.  

Στο σημείο αυτό ο κ. Σταμπολής διερωτήθηκε για το αν αυτή η πραγματικότητα θα πρέπει να μας απογοητεύσει και να μας αποθαρρύνει για να δώσει μόνος του την απάντηση: «Σαφέστατα όχι!»  

Όπως εκτίμησε, υπάρχουν τα ορόσημα και οι στόχοι, που επιτυγχάνονται άλλος σε μεγάλο βαθμό και άλλος σε μικρότερο, για να υπενθυμίσει ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο πραγματικός στόχος είναι ο μετασχηματισμός του ενεργειακού συστήματος προς την κατεύθυνση της καθαρής ενέργειας. Και εκεί, πρόσθεσε, πέρα από τις ΑΠΕ θα χρειαστούμε το φυσικό αέριο –έχει 50% λιγότερες εκπομπές CO2 από τα άλλα ορυκτά καύσιμα και εκτός αυτού, «φοβερή» ευελιξία καθώς μέσω αυτού μπορούμε να προχωρήσουμε αργότερα στην υιοθέτηση λύσεων υδρογόνου- καθώς και την πυρηνική ενέργεια – Η ευρωβουλευτής της ΝΔ, Μαρία Σπυράκη, ανέφερε, μάλιστα, μιλώντας στο Balkan Energy Forum, ότι η Επιτροπή ενέκρινε ενίσχυση ύψους 300 εκατ. ευρώ της Nuward, της γαλλικής εταιρείας ανάπτυξης μικρών αρθρωτών πυρηνικών αντιδραστήρων, ώστε να δοκιμαστεί η τεχνολογία σε μικρή κλίμακα! Όπως τόνισε, η διαχείριση των πυρηνικών αντιδραστήρων μικρής κλίμακας σε περιοχές όπου υπάρχει ανάγκη αποτελεί την τελευταία τάση που θα απασχολήσει τα κέντρα λήψης αποφάσεων τα αμέσως επόμενα χρόνια.  

Ήδη, για τις χώρες της περιοχής που διαθέτουν, σήμερα, πυρηνικούς αντιδραστήρες για να παράγουν ηλεκτρική ενέργειας, όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Κροατία και η Ουγγαρία θα είναι πιο εύκολος ο μετασχηματισμός από ό,τι στις άλλες χώρες.  

Ακόμη, ο Πρόεδρος του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης και διευθυντής του energia.gr μιλώντας για την πολιτική της χώρας μας στον τομέα των ερευνών υδρογονανθράκων, αναφέρθηκε στις παραχωρήσεις που έχουν ήδη δοθεί σε Ιόνιο, την Δυτική Ελλάδα και Νοτιοδυτικά της Κρήτης και έχουν γίνει νόμος του κράτος από την κυβέρνηση της ΝΔ και κ ότι, σύμφωνα με όλα τα έως τώρα σεισμικά δεδομένα, θα πρέπει να αναμένουμε ότι υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα κυρίως φυσικού αερίου. «Το ερώτημα είναι αν θέλουμε να τα αναπτύξουμε», τόνισε.  

Όπως είπε, η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει στην ανάπτυξη αυτών των κοιτασμάτων ασχέτως αν εμείς θα χρησιμοποιούμε το πετρέλαιο ή το φυσικό αέριο, αφού όλος ο υπόλοιπος κόσμος το κάνει και θα το κάνει για τα επόμενα 30-40 χρόνια, τουλάχιστον, ιδίως σε ό,τι αφορά στη διείσδυση του «πιο ευέλικτου» LNG σε παγκόσμια κλίμακα!  

«Η χώρα μας δεν έχει να χάσει τίποτα αναπτύσσοντας τα κοιτάσματα αυτά, καλύπτοντας τις περισσότερες ανάγκες της και εξάγοντας το πλεόνασμα», υποστήριξε για να καταλήξει ότι εάν η Ελλάδα διαθέτει φυσικό αέριο και αποφασίσει να το αναπτύξει, θα δημιουργήσει νέες θέσεις απασχόλησης και μια σημαντική εγχώρια τεχνολογία που είναι, όπως είπε, περιζήτητη σε διεθνές επίπεδο.