Σήμα για ένταση της προσπάθειας για τόνωση του εξαγωγικού χαρακτήρα της Ελληνικής οικονομίας, στο φόντο της οικονομικής στασιμότητας της Ευρώπης, που αποτελεί και το βασικό μας εταίρο στέλνουν παράγοντες της αγοράς

Άλλωστε η επιδείνωση του διεθνούς κλίματος, και η αυξημένη αβεβαιότητα που κυριαρχεί στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, συνεχίζει να επηρεάζει την ανάπτυξη των ελληνικών εξαγωγών. Σύμφωνα, ειδικότερα, με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του ετήσιου συνεδρίου του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ), με θέμα «Η Αυξανόµενη Εξωστρέφεια της Ελληνικής Οικονοµίας», το 2023 οι ελληνικές εξαγωγές μειώθηκαν συνολικά κατά 4,71 δισ. ευρώ -ήτοι κατά 8,5% - και διαμορφώθηκαν σε 50,41 δισ. ευρώ από 55,12 δισ. ευρώ την αμέσως προηγούμενη χρονιά.

Ταυτόχρονα, ωστόσο, μειώθηκε κατά 20% ή κατά 7,7% δισ. ευρώ το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο και βελτιώθηκαν σημαντικά οι ελληνικές εξαγωγικές επιδόσεις σε παραδοσιακά ισχυρούς κλάδους, όπως τρόφιμα, λίπη-έλαια, ποτά-καπνός και μηχανήματα. 

Να σημειωθεί ότι το 2022 οι εξαγωγές αντιστοιχούσαν στο 49% του ελληνικού ΑΕΠ, ενώ ο φιλόδοξος στόχος που έχει τεθεί για το 2027 είναι να προσεγγίσουν το 60% του ΑΕΠ.  «Οι Έλληνες εξαγωγείς δρουν σε ένα δύσκολο περιβάλλον, σε ένα περιβάλλον πλήρους αβεβαιότητας, ωστόσο είναι στο DNA τους να βρίσκουν καινούργιες αγορές και να ενισχύουν περαιτέρω την εξωστρέφειά τους», δήλωσε χαρακτηριστικά η πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων, Χριστίνα Σακελλαρίδη.

Σχετικά με τις μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, το Φεβρουάριο του 2024 καταγράφονται πτωτικές τάσεις σε 3 από τους κυριότερους κλάδους.

Πιο συγκεκριμένα, πολύ σημαντική είναι η ποσοστιαία μείωση που καταγράφεται στις υψηλές σε αξία κατηγορίες: Πετρελαιοειδή-Καύσιμα (-27,6%), Βιομηχανικά (-3,8%) και Μηχανήματα (-6,3%). Πτώση παρουσιάζουν και οι εξαγωγές της κατηγορίας Λάδια (-47,8%).

Η τρίλιζα των προκλήσεων

Στο φόντο αυτό κεντρικό ζητούμενο για την ελληνική οικονομία είναι να καταστεί “μήτρα” παραγωγής εξαγώγιμων αγαθών, κάτι βέβαια που απαιτεί μεγάλη προσπάθεια, λόγω της υστέρησης των επιχειρήσεων σε τρία μέτωπα, δηλ. το μέγεθος, το βαθμό ενσωμάτωσης καινοτόμων μεθόδων παραγωγής με “χτίσιμο” συνεργασιών και της πρόσβασης σε επαρκή ρευστότητα.  

Σε σχέση με το μέγεθος από την πλευρά του οικονομικού επιτελείου καταβάλλεται μια προσπάθεια με θεσμικές κύρια παρεμβάσεις για ενθάρρυνση της μεγέθυνσης των επιχειρήσεων, ώστε να μπορούν να σταθούν στο διεθνή ανταγωνισμό. «Κάποιοι μου επιτίθενται επειδή επιμένω σε αυτό, με νομοσχέδιο. Δεν θέλουμε να αποκλείσουμε καμία επιχείρηση, είμαστε μια ελεύθερη οικονομία. Εκείνο που επισημαίνω είναι ότι έχουμε διπλάσιο αριθμό μικρών επιχειρήσεων σε σχέση με την ΕΕ και αυτό δεν είναι καλό ούτε για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, ούτε για τις ίδιες τις μικρές επιχειρήσεις», ανέφερε  στο τελευταίο συνέδριο του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων,ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ.Κωστής Χατζηδάκης. Όπως δε αποκάλυψε από το βήμα του συνεδρίου του ΠΣΕ ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, σύντομα η κυβέρνηση θα φέρει νομοσχέδιο που θα αφορά στην παροχή κινήτρων για συγχωνεύσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Στο θέμα των συνεργιών μεταξύ των επιχειρήσεων, ειδικά των εγχώριων με ξένες και της καινοτομίας εστίασε η διευθύνουσα σύμβουλος του ομίλου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων ΤΣΕΤΗ (ΟΦΕΤ) Ιουλία Τσέτη μιλώντας στο ίδιο συνέδριο του ΠΣΕ. Βέβαια δεν έχασε την ευκαιρία, με αφορμή την παρουσία των “κορυφών” της ευρωπαϊκής φαρμακοβιομηχανίας στην Ελλάδα με πρωτοβουλία της Pfizer, να επισημάνει ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να ενθαρρύνει την “όσμωση” με τις ελληνικές επιχειρήσεις του κλάδου φαρμάκου, καλώντας τις και αυτές επίσκεψη που έκαναν οι επικεφαλής των πολυεθνικών στο Μέγαρο Μαξίμου.. «Οι συμμαχίες επίσης, τόσο με άλλες επιχειρήσεις, όσο και με την πανεπιστημιακή και ερευνητική κοινότητα, θα αποδειχθούν καταλύτης » ανέφερε, η κα Τσέτη κατά τη διάρκεια της εισήγησής της στο συνέδριο του ΠΣΕ τονίζοντας την ανάγκη ενσωμάτωσης της καινοτομίας στην παραγωγική δράση αλλά και την ανάγκη προσαρμογής τους σε νέα επιχειρηματικά μοντέλα λόγω των ραγδαίων αλλαγών που έχει επιφέρει η κλιματική κρίση. «Η παγκόσμια πρωτοβουλία για την εταιρική βιώσιμη ανάπτυξη, αποτελεί κινητήριο δύναμη για την οικοδόμηση ενός βιώσιμου μέλλοντος, καθώς και κεντρικό άξονα για το σύγχρονο επιχειρείν και τη βιομηχανία. Σε μία εποχή έντονων και απρόβλεπτων προκλήσεων, η εστίαση στη βιώσιμη ανάπτυξη δεν αφορά μόνο τις περιβαλλοντικές κρίσεις, αλλά συνεπάγεται και την προσαρμογή των επιχειρηματικών μοντέλων σε συνθήκες κοινωνικής δικαιοσύνης, και άρσης των ανισοτήτων, οικονομικών και κοινωνικών. Στη βιομηχανία ειδικότερα, ο ρόλος της βιώσιμης ανάπτυξης είναι κρίσιμος. Ήδη, αναζητούμε νέους τρόπους παραγωγής που να μειώνουν τις εκπομπές των ρύπων, ενσωματώνοντας ένα πιο «πράσινο» και αποτελεσματικό μοντέλο ανάπτυξης. Επιπλέον, μέσω της έρευνας και της καινοτομίας, οι επιχειρήσεις αναπτύσσουν νέες τεχνολογίες που είναι πιο φιλικές προς το περιβάλλον και πιο αποδοτικές σε επίπεδο πόρων», σημειώσε χαρακτηριστικά η κυρία Τσέτη

Σε σχέση με τη ρευστότητα, όπως, μιλώντας στο Συνέδριο του ΠΣΕ ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Νίκος Παπαθανάσης  αναγνώρισε τα ελλείμματα τονίζοντας ότι η πρόσβαση σε ανταγωνιστικά χρηματοδοτικά εργαλεία αποτελεί  βασικό θέμα για την  επιχειρηματική εξαγωγική δραστηριότητα. Αναφέρθηκε, δε, στις δράσεις που προωθεί η  κυβέρνηση, με στόχο την αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων που έχουν πρόσβαση στον δανεισμό, φτάνοντας, όπως είπε, τις 100.000 από  55.000-60.000 επιχειρήσεις που είναι σήμερα. 

Πάντως όπως καταγράφει το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ, στο καθιερωμένο από το Μάιο του 2009, Δελτίο Οικονομικού Κλίματος Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων, Το πρόβλημα ρευστότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων παραμένει. 1 στις 4 (25,5%) των επιχειρήσεων έχουν μηδενικά ρευστά διαθέσιμα, ενώ για το 25,1% τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν το πολύ για ένα μήνα.