Ήρθε η ώρα να πληρώσουμε ακριβά την έλλειψη οράματος και στρατηγικής
όσον αφορά την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Σύμφωνα με τις
δεσμεύσεις μας έναντι στην Ε.Ε. μέχρι το έτος 2020, η Κύπρος υποχρεούται
να έχει συνεισφορά των ΑΠΕ στο 13% της συνολικής τελικής ακαθάριστης
κατανάλωσης ενέργειας, ενώ ταυτόχρονα οι ΑΠΕ μέχρι τότε πρέπει να
συνεισφέρουν το 10% στην τελική ακαθάριστη κατανάλωση στον τομέα των
μεταφορών. Και, δυστυχώς, πόρρω απέχουμε από αυτόν τον στόχο. Το Εθνικό
Σχέδιο Δράσης, που εκπονήθηκε από την Υπηρεσία Ενέργειας του Υπουργείου
Ενέργειας, προβλέπει μέχρι το 2020 συνεισφορά στο δίκτυο ενέργειας για
αιολικά πάρκα 300MW, 192MW από φωτοβολταϊκά, 75MW από ηλιοθερμικά και
17MW από βιομάζα.
Μελετώντας κάποιος την ετήσια αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στην τελική
κατανάλωση, από το 2010, το μερίδιο έφτασε το 5,8%, το 2011 στο 6,8%,
και το 2012 στο 7,7%. Το 2013 και το 2014 το μερίδιο κυμάνθηκε στο 5,9%,
ενώ για το 2015 προβλέπεται να κλείσει με τη συνεισφορά στο 7,3%. Άρα,
λοιπόν, πέντε χρόνια πριν από το ορόσημο του 2020, και τον στόχο του
13%, η Κύπρος βρίσκεται ακριβώς στα μισά του δρόμου. Και εδώ είναι και
το μεγάλο στοίχημα. Στα επόμενα πέντε χρόνια, η Κύπρος πρέπει να
διπλασιάσει περίπου τη συνεισφορά των ΑΠΕ από το σημείο που βρίσκεται
σήμερα.
Η πρόσφατη παραίτηση Σιαμμά ήρθε να προσθέσει ακόμα ένα βαρίδι στην
ήδη δύσκολη κατάσταση. Ο πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας
έστειλε επιστολή παραίτησής του, κάτι που έγινε δεκτό από τον Πρόεδρο
Αναστασιάδη. Ενώ όμως λέγεται ότι ο κ. Σιαμμάς παραιτείται γιατί -όπως ο
ίδιος αναφέρει- ολοκλήρωσε το έργο του στη ΡΑΕΚ, ταυτόχρονα έγιναν
γνωστές και οι διαφωνίες του με τον Υπουργό Ενέργειας, σε θέματα που
άπτονται της ενέργειας. Αιχμή του δόρατος των διαφωνιών αποτέλεσε και το
ζήτημα της ανεξαρτητοποίησης του διαχειριστή στα συστήματα μεταφοράς
ενέργειας και ηλεκτρισμού, αλλά και στο ζήτημα ιδιωτικοποίησης της ΑΗΚ.
Με το νέο πλαίσιο αγοράς, εκτιμάται ότι θα επιτρέψει σε εν δυνάμει
ανταγωνιστές της ΑΗΚ, και ιδιαίτερα όσους προτίθενται να παράγουν
ηλεκτρισμό με τη χρήση ΑΠΕ, να ξεκινήσουν ενωρίτερα την παραγωγή τους
και την αναζήτηση πελατών, με ανταγωνιστικούς όρους. Δηλαδή, χωρίς
κρατική επιδότηση και χωρίς προσυμφωνημένα πολυετή συμβόλαια με την ΑΗΚ ή
άλλον κρατικό/ημικρατικό φορέα, μόνο στη βάση τιμών που θα καθορίζει η
προσφορά και η ζήτηση, εφόσον υπάρχουν. Ενώ μέχρι σήμερα το μοντέλο
αγοράς στηριζόταν πάνω στα διμερή συμβόλαια
παραγωγού-προμηθευτή-καταναλωτή, το νέο πλαίσιο αγοράς θα συνδυάζει τα
διμερή συμβόλαια με μία δεξαμενή, στην οποία θα καταλήγουν ανά μισή ώρα
οι προσφερόμενες διατιμήσεις από τους παραγωγούς, ώστε ο διαχειριστής να
επιλέγει με σειρά προτεραιότητας το φθηνότερο ρεύμα. Και κάπου εδώ
είναι και το σημείο που η ΑΗΚ βλέπει τον ρυθμιστικό της μέχρι σήμερα
ρόλο να περιορίζεται. Ίσως και εδώ να ήταν και το σημείο τριβής της με
τη ΡΑΕΚ.
Κλείνοντας, είναι ξεκάθαρη η ανάγκη για αύξηση της συνεισφοράς των
ΑΠΕ στις ενεργειακές ανάγκες της Κύπρου, ειδικά με την ηλιοφάνεια στον
τόπο μας, όπως ξεκάθαρα πιστεύουμε πως θέματα όπως αυτά της ενέργειας,
που αγγίζουν το γενικό καλό, πρέπει να τυγχάνουν και διαφάνειας, αλλά
και σταθερών χειρισμών, ειδικά μέσα στο ευάλωτο οικονομικό πλαίσιο της
Κύπρου του 2015.
(sigmalive.com)