Δύο βασικά στοιχεία θα χαρακτηρίζουν το άνοιγμα της εγχώριας αγοράς
ενέργειας, σύμφωνα με τα όσα δήλωσε ο Γ. Παπακωνσταντίνου από το βήμα της Βουλής
την περασμένη εβδομάδα: Από τη μια, η πώληση τεσσάρων μονάδων της ΔΕΗ και από
την άλλη η ανταλλαγή ισχύος. Παράλληλα, αναμένεται να προχωρήσει ομαλά ο
διαχωρισμός των διαχειριστών μεταφοράς και διανομής και προχωρούν οι
διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την πρόσβαση τρίτων στα λιγνιτικά
αποθέματα.
Ο υπουργός, κατά τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, τόνισε
πως «θα πουληθούν τέσσερις μονάδες της ΔΕΗ και θα υπάρχει μια συμφωνία ανταλλαγής
ισχύος». Οι σχετικές λεπτομέρειες αναμένεται να ανακοινωθούν εντός των ημερών,
μόλις ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν, όπως ανέφερε.
Παράλληλα, η νέα κυβέρνηση δίνει αγώνα δρόμου για την αποκρατικοποίηση
του ΔΕΠΑ, του ΔΕΣΦΑ και των ΕΛΠΕ, που έχουν προαναγγελθεί για τον χειμώνα.
Αναφορικά με τη ΔΕΗ, επικρατεί πλέον η λύση που προκρίνει τη δημιουργία μιας
μικρής επιχείρησης και περιλαμβάνει την πώληση μεριδίων θυγατρικών σε τρίτους,
καθώς και τη μείωση της συμμετοχής του Δημοσίου.
Τέλος, όσον αφορά τις ΑΠΕ, θεωρείται βέβαιη η μείωση των εγγυημένων
τιμών στα φωτοβολταϊκά, ενώ άγνωστη παραμένει στην παρούσα φάση η επίδραση που
θα έχει τελικά μια τέτοια κίνηση για τον κλάδο, δεδομένου του ισχυρού
επενδυτικού ενδιαφέροντος που παρατηρείται. Τα παραδείγματα από την υπόλοιπη
Ευρώπη είναι ανάμικτα, αφού στην Ισπανία η μείωση των επιδοτήσεων υπήρξε ραγδαία
και οδήγησε σε πλήρη ακινησία την αγορά των φωτοβολταϊκών, ενώ στη Γερμανία τα
πράγματα εξελίχθηκαν καλύτερα. Πονοκέφαλο πάντως προκαλεί στο ΥΠΕΚΑ η υπόθεση
του ελλείμματος του ΔΕΣΜΗΕ, καθώς καλείται να βρει λύση το συντομότερο. Ένα από
τα αρνητικά στοιχεία είναι ότι η τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών που δημοπρατεί
το ΥΠΕΚΑ έχει πέσει πολύ τους τελευταίους μήνες, περιορίζοντας τα έσοδα από αυτή
την κατεύθυνση. Πλέον, τα δικαιώματα εμπορεύονται έναντι 9-9,5 ευρώ, αντί για
13-15 ευρώ που στοίχιζαν την περασμένη άνοιξη.