Ο Ντόναλντ Τραμπ πέρασε τους πρώτους οκτώ μήνες μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο ανατρέποντας το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα που η Αμερική είχε υπερασπιστεί τα τελευταία ογδόντα χρόνια

Ο Ντόναλντ Τραμπ πέρασε τους πρώτους οκτώ μήνες μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο ανατρέποντας το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα που η Αμερική είχε υπερασπιστεί τα τελευταία ογδόντα χρόνια. Επιδίωξε να μετατρέψει κάθε εργαλείο αμερικανικής επιρροής σε όπλο, εκφοβίζοντας φίλους και αντιπάλους στην προσπάθειά του να «Κάνει την Αμερική Μεγάλη Ξανά». Οι Ευρωπαίοι βίωσαν αυτή την πίεση περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, καθώς εξαναγκάστηκαν να αποδεχθούν μια μονόπλευρη εμπορική συμφωνία υπό τον φόβο απώλειας των εγγυήσεων ασφάλειας.

Ωστόσο, τις τελευταίες δύο εβδομάδες, η κυβέρνηση Τραμπ βρέθηκε απροσδόκητα σε θέση άμυνας. Η ανακοίνωση της κινεζικής κυβέρνησης στις 9 Οκτωβρίου, ότι επιβάλλει εκτεταμένους νέους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών, προκάλεσε πανικό στην Ουάσιγκτον και σε άλλες δυτικές πρωτεύουσες. Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, κατηγόρησε το Πεκίνο ότι «στοχεύει με μπαζούκας τις εφοδιαστικές αλυσίδες του ελεύθερου κόσμου». Στις Ηνωμένες Πολιτείες άρχισε να γίνεται αντιληπτό ότι κινδυνεύουν να χάσουν τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο που οι ίδιες ξεκίνησαν με τόση απερισκεψία.

Η κυβέρνηση Τραμπ έχει κάθε λόγο να ανησυχεί. Αυτά τα δεκαεπτά στοιχεία είναι ζωτικής σημασίας για τον τομέα της υψηλής τεχνολογίας, καθώς χρησιμοποιούνται παντού, από ηλεκτρικά οχήματα και ανεμογεννήτριες έως drones, πυραύλους και μαχητικά αεροσκάφη. Στην πραγματικότητα δεν είναι σπάνια, όμως η εξόρυξη και ο διαχωρισμός τους δεν είναι εύκολη υπόθεση – είναι ένα απαιτητικό έργο στο οποίο η Κίνα έχει κυριαρχήσει. Σήμερα ελέγχει το 70% της παγκόσμιας εξόρυξης και το 90% της επεξεργασίας των σπάνιων γαιών. Οι νέοι κανονισμοί του Πεκίνου θα απαιτούν από τους κατασκευαστές παγκοσμίως να ζητούν την έγκρισή του για την εξαγωγή προϊόντων που περιέχουν ίχνη κινεζικών σπάνιων γαιών ή έχουν παραχθεί με κινεζικές μεθόδους εξόρυξης. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε παράλυση τις δυτικές βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένου του τομέα της άμυνας, σε μια περίοδο που η Ευρώπη επιδιώκει τον επανεξοπλισμό της.

Η πραγματική έκπληξη, ωστόσο, είναι το γιατί η κυβέρνηση Τραμπ δεν το προέβλεψε. Το Πεκίνο ποτέ δεν έκρυψε την πρόθεσή του να αποκτήσει κυρίαρχη θέση στον τομέα των σπάνιων γαιών και να τις αξιοποιήσει ως όπλο. Ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ είχε αναγνωρίσει πρώτος τη στρατηγική τους σημασία το 1992, δηλώνοντας: «Η Μέση Ανατολή έχει πετρέλαιο, η Κίνα έχει σπάνιες γαίες». Ως το 2010, η έκταση της κινεζικής κυριαρχίας είχε γίνει σαφής, όταν το Πεκίνο περιόρισε τις εξαγωγές προς την Ιαπωνία λόγω εδαφικής διαμάχης, παραλύοντας την ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία.

Αυτό θα έπρεπε να είχε αποτελέσει προειδοποιητικό καμπανάκι για τη Δύση, όμως αγνοήθηκε. Η Κίνα συνέχισε να εδραιώνει την κυριαρχία της, εξασφαλίζοντας παγκόσμιες προμήθειες σπάνιων γαιών και άλλων κρίσιμων ορυκτών στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική. Η στρατηγική «Made in China 2025» του 2015 διακήρυσσε ρητά ότι η επίτευξη αυτάρκειας στις σπάνιες γαίες αποτελούσε εθνικό στόχο. Το 2020, ο Σι Τζινπίνγκ κάλεσε σε «ενίσχυση της εξάρτησης των διεθνών βιομηχανικών αλυσίδων εφοδιασμού από την Κίνα».

Η αποτελεσματικότητα αυτού του όπλου κατέστη σαφής στις αρχές του έτους. Οταν ο Τραμπ ανακοίνωσε τους δασμούς της «Ημέρας Απελευθέρωσης» στις 2 Απριλίου, η Κίνα ήταν η μόνη που αντέδρασε. Μέσα σε δέκα ημέρες, οι δύο χώρες προχώρησαν σε αμοιβαίες αυξήσεις δασμών κατά 125 ποσοστιαίες μονάδες, σε μια εκατέρωθεν κλιμάκωση αντιποίνων. Τελικά, ο Τραμπ ήταν εκείνος που υποχώρησε πρώτος, καθώς το Πεκίνο διέκοψε τις εξαγωγές σπάνιων γαιών, αναγκάζοντας τις δυτικές αυτοκινητοβιομηχανίες να σταματήσουν την παραγωγή. Οι δύο πλευρές κατέληξαν σε εκεχειρία, ενόψει των προσπαθειών για τη διαπραγμάτευση μιας ευρύτερης εμπορικής συμφωνίας.

Οι νέοι περιορισμοί στις εξαγωγές σπάνιων γαιών που ανακοίνωσε η κινεζική κυβέρνηση προκάλεσαν πανικό στην Ουάσιγκτον.
Το Πεκίνο υποστηρίζει ότι η τελευταία κλιμάκωση αποτελεί απάντηση στην παραβίαση των όρων της εκεχειρίας από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών. Στις 29 Σεπτεμβρίου, η Ουάσιγκτον προχώρησε σε σημαντική διεύρυνση του αριθμού των κινεζικών εταιρειών που περιλαμβάνονται στον «κατάλογο οντοτήτων», υποβάλλοντάς τις σε ελέγχους εξαγωγών από τις ΗΠΑ. Μία από τις συνέπειες ήταν ότι η ολλανδική κυβέρνηση ανέλαβε άμεσα τον έλεγχο της Nexperia, μιας ολλανδικής εταιρείας παραγωγής ημιαγωγών κινεζικής ιδιοκτησίας, η οποία διαφορετικά θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπη με αμερικανικές κυρώσεις.

Το πιο ελπιδοφόρο σενάριο είναι οι νέοι περιορισμοί της Κίνας να αποσκοπούν σε έναν διαπραγματευτικό ελιγμό πριν από τη προγραμματισμένη συνάντηση του Τραμπ με τον Σι Τζινπίνγκ στη Νότια Κορέα στις 30 Οκτωβρίου. Παρά την απειλή του να επιβάλει στην Κίνα επιπλέον δασμούς 100% εάν οι περιορισμοί δεν αρθούν, ο Τραμπ έχει εκφράσει την ελπίδα για επίτευξη εμπορικής συμφωνίας, ενώ ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ έχει θέσει προς συζήτηση την παράταση της ισχύουσας εκεχειρίας πέραν της λήξης της στα μέσα Νοεμβρίου.

Ωστόσο, το όπλο των σπάνιων γαιών δίνει στην Κίνα ένα ισχυρό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα, καθώς επιδιώκει να ενισχύσει το προβάδισμά της στις τεχνολογίες του μέλλοντος. Παρότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες δυτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σπεύδουν να εξασφαλίσουν εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού, θα χρειαστούν χρόνια μέχρι να απεξαρτηθούν πλήρως. Η μοναδική εταιρεία εξόρυξης σπάνιων γαιών στις Ηνωμένες Πολιτείες, η MP Materials, μπορεί σήμερα να παράγει σε έναν χρόνο μόνον όσους μαγνήτες σπάνιων γαιών παράγει η Κίνα μέσα σε μία, μόλις, ημέρα.

Φυσικά, και η Αμερική ελέγχει καίρια στρατηγικά σημεία, όμως η αξιοποίησή τους ως όπλο συνεπάγεται υψηλό κόστος, το οποίο, όπως έχει υπολογίσει σωστά έως τώρα το Πεκίνο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να αντέξουν. Ο ίδιος ο Τραμπ έχει παραδεχθεί ότι οι απειλούμενοι δασμοί 100% «δεν είναι βιώσιμοι». Σε μια περίοδο που οι επενδυτές ανησυχούν για μια πιθανή φούσκα στην τεχνητή νοημοσύνη και για την επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας στις αγορές ομολόγων και στο τραπεζικό σύστημα, η αμερικανική οικονομία δύσκολα θα άντεχε μια νέα κατάρρευση των αγορών.

Ο κίνδυνος όμως είναι αυτή η διαμάχη να κλιμακωθεί, οδηγώντας σε περαιτέρω αποδιάρθρωση του παγκόσμιου εμπορικού συστήματος. Σε τελική ανάλυση, μια πλήρης υποχώρηση της Κίνας φαντάζει απίθανη. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι το Πεκίνο θα άρει τον αποκλεισμό των εξαγωγών προς τις δυτικές αμυντικές βιομηχανίες σε μια περίοδο αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων. Η Αμερική και η Δύση ενδέχεται να πληρώσουν ακριβά τη μνημειώδη εσφαλμένη εκτίμηση του Τραμπ.

*Ο κ. Σάιμον Νίξον είναι ανεξάρτητος σχολιαστής και εκδότης του ενημερωτικού δελτίου Wealth of Nations στο Substack.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr