Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέβαλε σχεδόν 22 δισεκατομμύρια ευρώ πέρσι για εισαγωγές ορυκτών καυσίμων από τη Ρωσία, ποσό μεγαλύτερο από τα 19 δισεκατομμύρια ευρώ που έδωσε στην Ουκρανία ως οικονομική ενίσχυση, ανέφερε η ομάδα σε επιστολή προς τους Ευρωπαίους αρχηγούς κυβερνήσεων πριν από τη συνάντησή τους στις Βρυξέλλες νωρίτερα σήμερα. Οι δαπάνες της ΕΕ για εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου από τον Φεβρουάριο ανέρχονται στο 75% του στρατιωτικού προϋπολογισμού της Ρωσίας πέρσι, έγραψαν.
«Αν και η ΕΕ έχει δεσμευτεί να σταματήσει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου έως το τέλος του 2027, η πρόοδος δεν είναι αρκετά γρήγορη», ανέφερε η ομάδα. «Είτε εισάγονται από τη Ρωσία είτε από αλλού, η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα καθιστά τις χώρες μας λιγότερο ασφαλείς».
Μεταξύ των υπογραφόντων την επιστολή είναι ο συνταξιούχος υποστράτηγος Richard Nugee, πρώην μη εκτελεστικός διευθυντής για τη βιωσιμότητα στο Υπουργείο Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου, ο συνταξιούχος στρατηγός Tom Middendorp, πρώην αρχηγός της άμυνας της Ολλανδίας, και η Sylvie Matelly, εκτελεστική διευθύντρια του Ινστιτούτου Jacques Delors.
Η επιστολή υποστηρίζει ότι οι αυξήσεις των τιμών της ενέργειας σε περιόδους σύγκρουσης ή ο κίνδυνος διακοπής των εξαγωγών από βασικούς προμηθευτές καθιστούν τα μέλη του ΝΑΤΟ πιο ευάλωτα. Στον πόλεμο με την Ουκρανία, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις έχουν στοχεύσει μεγάλους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, αν και το εκτεταμένο δίκτυο ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών της Ουκρανίας έχει αποδειχθεί πιο δύσκολο να καταστραφεί και έχει συμβάλει στη συνέχιση της ηλεκτροδότησης.
Το 2025, τα μέλη του ΝΑΤΟ δεσμεύτηκαν να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ τους, συμπεριλαμβανομένου του 1,5% των μη βασικών αμυντικών δαπανών για την προστασία κρίσιμων υποδομών, την υπεράσπιση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, τη διασφάλιση της ετοιμότητας και της ανθεκτικότητας των πολιτών, και την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας. Η ενεργειακή κυριαρχία θα εμπίπτει σε αυτό το πεδίο αρμοδιοτήτων, με περισσότερες επενδύσεις σε ΑΠΕ και βιώσιμα καύσιμα, οι οποίες θα έχουν το πρόσθετο όφελος της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και της συμβολής στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αναφέρεται στην επιστολή.
«Ο στόχος του 1,5% του ΝΑΤΟ αποτελεί μια ιστορική ευκαιρία για την ενθάρρυνση επενδύσεων σε καθαρή ενέργεια που θα μας κρατήσουν ασφαλείς, θα ενισχύσουν τις οικονομίες μας, και θα συμβάλουν στην προστασία του πλανήτη», έγραψαν οι βετεράνοι.