Οι ΗΠΑ, ο δεύτερος μεγαλύτερος εκπομπός αερίων του θερμοκηπίου στον κόσμο, αποχώρησαν για δεύτερη φορά από τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα και μείωσαν ραγδαία τη χρηματοδότηση για την καθαρή ενέργεια, υποσχόμενες αντίθετα δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις στον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Σε ένα προσχέδιο πολιτικής για τις προσπάθειες κλιματικής διπλωματίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε ότι θα «συνεργαστεί με τις ΗΠΑ στη μετάβαση προς την καθαρή ενέργεια και στις καθαρές τεχνολογίες», ιδίως με «υπο-κρατικές οντότητες, επιχειρήσεις, και δεξαμενές σκέψης».
Η δέσμευση αυτή έρχεται ενάντια στις προσπάθειες των ΗΠΑ να πιέσουν την ΕΕ να περιορίσει ορισμένες από τις πιο φιλόδοξες νομοθετικές της πρωτοβουλίες για το κλίμα, όπως ο νόμος για την αποψίλωση των δασών και η οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια των επιχειρήσεων σε θέματα βιωσιμότητας, η οποία υποχρεώνει τις μεγάλες εταιρείες να εξαλείψουν τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές παραβιάσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού τους. Οι απαιτήσεις αυτές συνάντησαν κάποια αντίσταση στις Βρυξέλλες, οι οποίες ήδη καταβάλλουν προσπάθειες για την απλούστευση των πράσινων κανονισμών τους.
Αρκετές αντιπροσωπείες από αμερικανικές πολιτείες έχουν επισκεφθεί τις Βρυξέλλες τους τελευταίους μήνες για να συζητήσουν πρωτοβουλίες, όπως η τιμολόγηση του άνθρακα, καθώς οι νομοθετικές αρχές υπό τον έλεγχο των Δημοκρατικών προσπαθούν να συνεχίσουν τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής παρά τις πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ των Ρεπουμπλικάνων.
Το σχέδιο εγγράφου της ΕΕ, που αναμένεται να δημοσιευθεί άμεσα, καθορίζει τους τρόπους με τους οποίους η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει το διπλωματικό της βάρος για να προωθήσει τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια σε παγκόσμιο επίπεδο, μεταξύ άλλων βοηθώντας τις χώρες να δημιουργήσουν τις δικές τους αγορές άνθρακα και χρησιμοποιώντας τον βραχίονα αναπτυξιακής βοήθειας για να επενδύσει σε «μεγάλα εμβληματικά έργα», όπως μονάδες ΑΠΕ σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Αναφέρει επίσης ότι θα χρησιμοποιήσει το πρόγραμμα αναπτυξιακής χρηματοδότησης για να βοηθήσει τις χώρες να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις του συνοριακού φόρου άνθρακα, τον οποίο οι επιχειρήσεις θα πρέπει να αρχίσουν να πληρώνουν από το επόμενο έτος και τον οποίο έχουν επικρίνει αρκετοί σημαντικοί εμπορικοί εταίροι, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας και της Κίνας. Η χρηματοδότηση θα «συμβάλει στην άμβλυνση των ανησυχιών που έχουν εκφραστεί σχετικά με τη νομοθεσία της ΕΕ, καθώς και στην ενίσχυση των εταιρικών σχέσεων και στην υποστήριξη ευρύτερων ρυθμιστικών μεταρρυθμίσεων», αναφέρεται στο έγγραφο.
Ανακοινώνεται, επίσης, ότι η ΕΕ θα ιδρύσει ένα «συμβούλιο επιχειρήσεων για την καθαρή μετάβαση» με σκοπό να συμβουλεύει την Κομισιόν σχετικά με επενδυτικές ευκαιρίες στον τομέα των καθαρών τεχνολογιών στο εξωτερικό και θα διορίσει έναν «ειδικό συντονιστή για την παγκόσμια καθαρή μετάβαση» με σκοπό την προώθηση των εταιρειών καθαρών τεχνολογιών της ΕΕ.
«Είμαστε πολύ πιο συναλλακτικοί στον τρόπο με τον οποίο διεξάγουμε τις επιχειρηματικές μας δραστηριότητες και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε το κλίμα και τη διπλωματία», δήλωσε ένας αξιωματούχος της ΕΕ. Οι κύριοι στόχοι του εγγράφου ήταν να καθοριστεί ο τρόπος με τον οποίο η ΕΕ θα «βοηθήσει τις χώρες στην καθαρή μετάβαση», αλλά και ο τρόπος με τον οποίο θα μειώσει την εξάρτησή της από χώρες όπως η Κίνα για φυσικούς πόρους, δήλωσε ο αξιωματούχος.
Η ΕΕ έχει ένα από τα πιο φιλόδοξα προγράμματα για το κλίμα στον κόσμο, αλλά αντιμετωπίζει αυξανόμενες αντιδράσεις από επιχειρήσεις και δεξιούς πολιτικούς, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι οι Βρυξέλλες έχουν πάει πολύ μακριά, πολύ γρήγορα, και ότι το επίπεδο των πράσινων κανονισμών εμποδίζει την ανάπτυξη. Οι συντηρητικοί νομοθέτες υποστηρίζουν ότι η ΕΕ, η οποία ευθύνεται για το 6% των παγκόσμιων εκπομπών, πρέπει να κάνει περισσότερα για να ενθαρρύνει τους άλλους να μειώσουν τις εκπομπές τους με τον ίδιο ρυθμό.
Σε συνέντευξη Τύπου την περασμένη εβδομάδα, ο Μάνφρεντ Βέμπερ, ηγέτης του συντηρητικού Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι η Κίνα και η Βραζιλία «δεν ήταν τόσο φιλόδοξες όσο θα θέλαμε να τις δούμε» όσον αφορά τους δικούς τους κλιματικούς στόχους.
Η Επιτροπή αρνήθηκε να σχολιάσει το έγγραφο, το οποίο ενδέχεται να υποστεί αλλαγές πριν από την παρουσίασή του.
[μετάφραση: Αρχοντία Γ. Καλλιτέρη]