Η αυστηρή ερμηνεία του όρου συνδέει τη Γεωπολιτική με τη γεωγραφική παράδοση. Πρωτοπόρος θεωρείται ο Άγγλος γεωγράφος και πολιτικός Halford Mackinder ο οποίος, υποδεικνύοντας ότι «όποιος κυβερνά την Καρδιά της Γης, ελέγχει το Παγκόσμιο Νησί· όποιος κυβερνά το Παγκόσμιο Νησί, ελέγχει τον κόσμο», επηρέασε την αγγλική και αμερικανική πολιτική επί έναν και πλέον αιώνα.
Ακολούθησε η γερμανική γεωπολιτική σχολή η οποία, όμως, καθώς συνδέθηκε με το ναζιστικό καθεστώς, καταδικάστηκε σε αφάνεια. Κατά συνέπειαν, η Γεωπολιτική ως όρος και επιστήμη κατέστη taboo κατά τις πρώτες ψυχροπολεμικές δεκαετίες· και στη Δύση και στην Ανατολή. Αναβίωσε στη Γαλλία τη δεκαετία 1970, εν πολλοίς χάρη στην άνοδο των μαρξιστικών σπουδών. Στη συνέχεια μεταφυτεύτηκε στην Αμερική. Κατ’ουσίαν, πάντως, παρέμεινε περιθωριακή στον παγκόσμιο ακαδημαϊκό χώρο.
Η πρόσφατη έκρηξη του ενδιαφέροντος για τη Γεωπολιτική δεν σχετίζεται με τους θεωρητικούς και εννοιολογικούς προβληματισμούς των Γεωγράφων οι οποίοι, εντούτοις, επέμειναν να την συντηρούν και να την αναπτύσσουν. Αίφνης, όλα όσα απασχολούν τη διεθνή επικαιρότητα αποκαλούνται «γεωπολιτικά ». Αυτός ο γεωπολιτικός πληθωρισμός ανάγεται κυρίως στην κατάρρευση τού έως προσφάτως ισχύοντος γεωοικονομικού παραδείγματος- και όχι στην αναγνώριση της συνεισφοράς της γεωπολιτικής σκέψης.
Η Παγκοσμιοποίηση σηματοδοτήθηκε από τον Οικονομισμό. Όλα τα φαινόμενα, όλες οι εξελίξεις ερμηνεύονταν μέσα από τον οικονομικό ορθολογισμό. Επιπλέον, το μετρήσιμο απέκτησε κεντρική θέση στην ανάλυση των παγκοσμίων και εθνικών εξελίξεων. Επρόκειτο για έναν κόσμο εύληπτο και διαφανή, ο οποίος καθησύχαζε και νομιμοποιούσε. Όσα δεν ήσαν συμβατά με τη θεώρηση αυτή έμπαιναν στο περιθώριο, ως απλές παρενοχλήσεις της θεωρητικής οικοδομής. Ο Francis Fukuyama διακήρυξε « το Τέλος της Ιστορίας ». Σε ανάλογο « τέλος » καταδικάστηκε και η πολύπλοκη Γεωγραφία. Στην αντίληψη των οπαδών της Παγκοσμιοποίησης ο κόσμος γινόταν επίπεδος. Η φυσική ετερογένεια του γεωγραφικού χώρου μπορούσε να αγνοηθεί, καθώς η τεχνολογία ανέτρεπε τα εμπόδια. Η ανθρώπινη ετερογένεια του χώρου θα αμβλυνόταν, με τη διάδοση ενός ενιαίου δημοκρατικού καπιταλιστικού προτύπου.
Εντούτοις, τα φαινόμενα τα οποία η κυρίαρχη θεώρηση εξαιρούσε από το οπτικό πεδίο, οι « εξωτερικότητες » της οικονομικής θεωρίας, αντιστέκονταν, οδηγώντας σε κρίσεις, συγκρούσεις, αστοχίες και ήττες.
« Επί έναν αιώνα, ο φιλελευθερισμός και ο μαρξισμός συνέπιπταν… στην ίδια παραδοχή· δηλαδή, ότι στην ιεραρχία των σοβαρών θεμάτων, η οικονομία κατέχει την πρώτη θέση, πριν από την πολιτική· και, κατόπιν, ακολουθεί ο πολιτισμικός παράγων… Δεν είναι μακριά η ημέρα που θα αντιληφθούμε … ότι η σειρά των προτεραιοτήτων και των ανησυχιών θα έπρεπε να διαβαστεί αντιστρόφως- ότι ο πολιτισμικός παράγων προηγείται από την πολιτική η οποία, με τη σειρά της, είναι περισσότερο σημαντική από την οικονομία. Οι ανθρώπινες ομάδες θέλουν πρωτίστως να παραμένουν ως έχουν· να μιλούν τη γλώσσα τους, να ασκούν τις πεποιθήσεις τους, να τρέφουν τη μνήμη τους μέσα σε ένα διατηρούμενο περιβάλλον ζωής », έγραφε ο Régis Debray προ τριακονταετίας, αναδεικνύοντας την απόσταση της οικονομιστικής θεώρησης από την πραγματικότητα.
Η ιεραρχία αυτή αγνοήθηκε. Κατά συνέπειαν, ο κόσμος έχει βρεθεί σε σύγχυση. Αναγνωρισμένο ερμηνευτικό σχήμα δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Η επίκληση της Γεωπολιτικής μοιάζει απόπειρα απελπισίας για να καλυφθεί το κενό. Έτσι, η Γεωπολιτική εμφανίζεται ως συνονθύλευμα από δημοσιογραφικές περιγραφές, διεθνολογικές αναλύσεις και συνωμοσιολογικές κραυγές.
Κεντρικό ζήτημα της πραγματικής Γεωπολιτικής είναι ο τρόπος με τον οποίο ο γεωγραφικός χώρος διαμοιράζεται σε υποσύνολα. Η ταλάντωση ανάμεσα στην ενοποίηση και τον κατατεμαχισμό συνιστά το ζωτικό διακύβευμα της Ανθρωπότητας. Το διαπιστώνουμε σήμερα, καθώς υποχωρεί η ενοποίηση και αναζητούνται οι μελλοντικές μορφές διανομής του παγκοσμίου χώρου. Σε αυτήν την βίαιη διαπραγμάτευση συγκρούονται και συμπλέκονται δύο μεγάλες τάσεις, όπως τις όρισε ο Jean Gottmann, ο μεγάλος Γάλλος Γεωγράφος. Η Κυκλοφορία, δηλαδή η απρόσκοπτη μετακίνηση ανθρώπων, εμπορευμάτων και ιδεών, τείνει να ενοποιεί τον χώρο. Η Εικονογραφία, δηλαδή το σύνολο από τις αναπαραστάσεις, τις μνήμες και τα σύμβολα που ενώνουν ένα πληθυσμιακό σύνολο, καθορίζει τα όρια της ενοποίησης.
Όταν η ενοποίηση διευρύνεται υπερβολικά, όπως κατά την προηγουμένη περίοδο, οι Εικονογραφίες κινητοποιούνται για να την περιορίσουν. Πρόκειται για μια διαδικασία επώδυνη, η οποία διαρκεί ώς τη στιγμή όπου επιτυγχάνεται μια νέα ισορροπία. Η ταλάντευση αυτή διαπιστώνεται με αναγωγή στο παρελθόν. Ενοποίηση τον 19ο αιώνα· κρίσεις τις πρώτες δεκαετίες του 20ου· νέα ισορροπία κατά τον Ψυχρό Πόλεμο με τη διχοτόμηση του Κόσμου· νέα ενοποίηση κατά την Παγκοσμιοποίηση· νέες κρίσεις σήμερα. Ταυτοχρόνως, αναδύονται εναλλακτικά σχήματα χωρισμού· νέα διχοτόμηση, πολλαπλοί πόλοι, ανάμειξη των δύο.
Η Γεωπολιτική βοηθά να κατανοήσουμε και, ενδεχομένως, να προβλέψουμε τις εξελίξεις. Τα θεωρητικά εργαλεία υφίστανται. Δεν ωφελεί, όμως, να επικαλούμαστε τη Γεωπολιτική, χωρίς την απαραίτητη θεωρητική πειθαρχία. Και ασφαλώς ουδόλως ωφελεί, αν η σκέψη και η ανάλυση κατευθύνονται από ιδεολογικές προκαταλήψεις και ηθικοπλαστικές ψευδαισθήσεις.
*Ομότιμος Καθηγητής Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (Paris 1)
Distinguished Visiting Professor, Hellenic American University
(από τη εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ")