Η ενεργοποίηση του άρθρου 4 από την Πολωνία, που προβλέπει διαβουλεύσεις μεταξύ των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ όταν απειλείται η ασφάλειά τους, καταδεικνύει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Η ρωσική ενέργεια πιθανότατα να μην ήταν τυχαία. Αποτελεί από ό,τι φαίνεται μέρος μιας νέας στρατηγικής απέναντι στο ΝΑΤΟ.
Η Μόσχα έστειλε μη οπλισμένα drones στον εναέριο χώρο της Πολωνίας για να δοκιμάσει το επίπεδο ετοιμότητας και αποφασιστικότητας της Συμμαχίας. Ωστόσο, το Κρεμλίνο δεν υπερέβη το όριο που θα οδηγούσε σε άμεση στρατιωτική απάντηση από το ΝΑΤΟ. Ακόμη διατηρεί ένα προπέτασμα αληθοφανούς άρνησης, ισχυριζόμενο ότι δεν είχε επιθετικές προθέσεις.
Πρόκειται για μια μορφή υβριδικής πίεσης, όπου η Ρωσία επιχειρεί με έμμεσο τρόπο να επαναπροσδιορίσει τις ισορροπίες ισχύος στην ευρύτερη περιοχή.
Η κλιμάκωση αυτή είναι επικίνδυνη για τρεις βασικούς λόγους:
Πρώτον, αυξάνει τον κίνδυνο άμεσης στρατιωτικής εμπλοκής μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας. Το περιστατικό ενδέχεται να αποτελέσει σημείο καμπής, οδηγώντας σε ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας εντός της Συμμαχίας.
Δεύτερον, δημιουργεί μεγαλύτερη αβεβαιότητα και φόβο για περαιτέρω επιθέσεις στα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη. Η Πολωνία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της αντιπαράθεσης, αλλά δεν πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να γίνουν παρόμοιες ενέργειες εναντίον των Βαλτικών χωρών. Αποτελούν τον αδύναμο κρίκο της Συμμαχίας στην Ανατολική Ευρώπη και η Μόσχα το γνωρίζει καλά αυτό.
Η επίθεση με drones στον εναέριο χώρο της Πολωνίας πάντως, μπορεί να ερμηνευθεί ως έμμεση πρόκληση της Ρωσίας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η χρονική συγκυρία δεν είναι φυσικά τυχαία. Η διοίκηση Τραμπ συνεχίζει να στέλνει κατευναστικά μηνύματα προς τη ρωσική ηγεσία, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι η Μόσχα δεν επιθυμεί τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Με βεβαιότητα μπορεί να ειπωθεί ότι η αμερικανορωσική συνάντηση κορυφής στην Αλάσκα ήταν ελλιπώς προετοιμασμένη και δημιούργησε σύγχυση για τις αμερικανικές προθέσεις στην Ανατολική Ευρώπη.
Η Πολωνία όμως δεν μπορεί να έχει την τύχη της Ουκρανίας. Αποτελεί βασικό σύμμαχο των ΗΠΑ στην περιοχή και φιλοξενεί αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις. Στην πραγματικότητα, η παραβίαση του εναερίου χώρου της θέτει υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία της αμερικανικής προεκτεινόμενης αποτροπής στην Ευρώπη. Η διοίκηση Τραμπ θα πρέπει πλέον να προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες για να παραμείνει στρατηγικός εξισορροπητής στην Ευρώπη. Σε αντίθετη περίπτωση, η Μόσχα θα συνεχίσει τις προκλητικές της ενέργειες με σκοπό τη διάλυση της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Υπάρχει ωστόσο και μια εσωτερική διάσταση που συχνά αγνοείται. Η πολωνική κοινότητα στις ΗΠΑ ανέρχεται περίπου σε οκτώ εκατομμύρια και είναι συγκεντρωμένη σε τέσσερις κρίσιμες πολιτείες με ευμετάβλητες πλειοψηφίες: Ιλινόις, Μίσιγκαν, Πενσιλβάνια και Ουισκόνσιν. Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, η πλειονότητα των Αμερικανών πολωνικής καταγωγής ψήφισε μαζικά υπέρ του Τραμπ για οικονομικούς και θρησκευτικούς λόγους. Αν η συγκεκριμένη κοινότητα πιστέψει ότι η διοίκηση Τραμπ δεν στηρίζει αρκετά την Πολωνία στην αντιπαράθεση με τη Ρωσία, τότε η εκλογική της συμπεριφορά πιθανόν να αλλάξει στις ενδιάμεσες εκλογές του 2026. Από τη στιγμή που το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θέλει να διατηρήσει τον έλεγχο του Κογκρέσου, δεν υπάρχει η πολυτέλεια να χαθούν τέτοιες ψήφοι.
Σε κάθε περίπτωση, η επίθεση με drones στην Πολωνία προσφέρει σημαντικά διδάγματα για την Ελλάδα.
- Πρώτον, αναδεικνύεται η ανάγκη για ενίσχυση της αεράμυνας και της επιτήρησης του εναερίου χώρου, ειδικά απέναντι σε υβριδικές απειλές.
- Δεύτερον, η σημασία της συμμαχικής ετοιμότητας είναι καθοριστική: η Ελλάδα πρέπει να επενδύσει σε διαλειτουργικότητα με νατοϊκές δυνάμεις και να συμμετάσχει ενεργά σε κοινές ασκήσεις.
- Τρίτον, η στρατηγική επικοινωνία σχετικά με τέτοιες προκλήσεις είναι απαραίτητη για την ενίσχυση της αποτροπής και της εθνικής ανθεκτικότητας.
* Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Reader in International Security στο King’s College London.
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")