την Παρασκευή 25 λήγοντος μηνός κι ομιλεί σ’ αυτό ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος και πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Μακάριος, ερωτώμενος απ’ τον Κακογιάννη, για την ανατροπή του κι ο «κινηματίας» Κύπριος πρόεδρος Σαμψών, για τα όσα διαδραματίσθηκαν τον Ιούλιο κι Αύγουστο του 1974 στην Κύπρο, με αποτέλεσμα την καταστροφή της.
Ο Μακάριος ξεναγεί τον θεατή στο φιλμ στα ερείπια της Αρχιεπισκοπής στη Λευκωσία μετά το κίνημα των Ελλήνων αξιωματικών της χούντας κατά της ζωής του και πώς διέφυγε «από την πίσω πόρτα» στην Πάφο, απ’ όπου μέσω ενός τοπικού ραδιοσταθμού, μίλησε για την επιβίωση του και αναχώρησε δια το εξωτερικό της Κύπρου.
Αναφέρεται ο Μακάριος εν συνεχεία στους δράστες, αυτουργούς και τους διά παραλείψεως ως και τους ηθικούς αυτουργούς που όλοι ανήκαν στο ΝΑΤΟ: Οι «εγγυήτριες» δυνάμεις της συστατικής συμφωνίας Ζυρίχης και Λονδίνου της Κυπριακής ανεξαρτησίας, η Ελλάδα, η Μεγάλη Βρεταννία κι η Τουρκία το 1958 ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής το θέρος του 1974 δεν απέτρεψαν την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο όπως έπραξαν δύο φορές προηγουμένως.
Η Τουρκία επεκαλέσθη, διά την εισβολή στην Κύπρο, την αποτροπή της «Ένωσης» με την Ελλάδα αλλά εφόνευσε 6.000 Κυπρίους κι Έλληνες, εξεδίωξε 200.000 πρόσφυγες στο νότο της Μεγαλονήσου της οποίας κατέλαβε το 40% του εδάφους – το κατ’ εξοχήν πεδινό και παραγωγικό τμήμα της - όπου και παραμένει από 51 ετών χωρίς να προτίθεται ν’ αποχωρήσει μετά την αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητος.
Η Βρεταννία είχε αναλάβει υποχρέωση επεμβάσεως αλλά ο τότε πρωθυπουργός της Τζέημς Κάλαχαν προτίμησε να απόσχει και χρονοτριβεί στις διαπραγματεύσεις της απατηλής ανακωχής στη Γενεύη.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ και σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του προέδρου Νίξον, Χένρυ (Χάνς) Κίσιντζερ, διαπρύσιος εχθρός του Μακαρίου, ισχυρίσθη ότι ήταν απασχολημένος με το σκάνδαλο του Γουώτεργκεητ και δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τον Τούρκο πρωθυπουργό (και μαθητή του) Μπουλέν Ετσεβήτ που εβιάζετο να προχωρήσει στην κατάληψη του υπολοίπου Κυπριακού εδάφους - αυτό που αποκαλείται «Αττίλας 2».
Κι ερχόμαστε στις ευθύνες της Ελλάδος: Στις 24 Ιουλίου 1974 είχε παραιτηθεί ο «αφανής» δικτάτωρ συνταγματάρχης Δημ. Ιωαννίδης που δεν μπόρεσε να σταματήσει την πρώτη απόβαση των Τούρκων στη Κυρήνεια. Πρωθυπουργός είχε αναλάβει ο Κων/νος Καραμανλής, επανελθών από την αυτοεξορία του στο Παρίσι.
Επί δύο περίπου εβδομάδες διεξήγοντο διαπραγματεύσεις με την Τουρκία στην Γενεύη για την ειρήνευση της Κύπρου – όσος χρόνος εχρειάζετο διά να αφιχθούν Τουρκικές ενισχύσεις στη Καρπασία και να αποσυρθούν οι Τουρκοκύπριοι απ’ τον νότο. Έγιναν και καμιά ογδονταριά παραβιάσεις της ανακωχής και στις 8 Αυγούστου εξαπολύθει η δευτέρα φάση της Τουρκικής εισβολής εξ 20.000 ανδρών και 200 τάνκς Αμερικανικής κατασκευής που έφθασαν μέχρις Λευκωσίας και κατέλαβαν την Αμμόχωστο.
Η διάδοχος, νόμιμη κυβέρνηση της Κύπρου, υπό τον «εν ενεργεία» πρόεδρο Γλαύκο Κληρίδη ήλπιζεν στην αποτροπή της «β΄ φάσεως» της Τουρκικής αποβάσεως από τον… περιπλέοντα 6ον Αμερικανικό στόλο και στην επικουρία της δημοκρατικής πλέον Ελλάδος. Αμφοτέρων η βοήθεια δεν ήλθε.
"Η Κύπρος κείται μακράν", λέγεται ότι είπεν ο Καραμανλής, ο οποίος εφοβείτο τους χουντικούς στην Αθήνα. Αν όμως το Πολεμικό Ναυτικό κι η υπεροπλία της Ελληνικής Αεροπορίας έφθαναν στην Κύπρο, στην χειροτέρα περίπτωση θα δυσχεραίνετο σοβαρώς ο Αττίλας β΄και στην καλυτέρα, θα γύριζε πίσω.
Αλλά μήπως και σήμερα, η…Κάσος είναι «χρονικώς μακριά», αν πιστεύουμε τον κ. Κυρ. Μητσοτάκη;