Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), με τις τροποποιήσεις να αφορούν τη μείωση της ηλεκτρικής ισχύος στα 76,262 MW (από 105,34 MW) και μικρή αύξηση της θερμικής ισχύος σε 66,3 MWth. Ο σταθμός θα χρησιμοποιεί κυρίως φυσικό αέριο ως καύσιμο και αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2026.Το έργο, συνολικού προϋπολογισμού περίπου 80 εκατ. ευρώ, θα εγκατασταθεί στον χώρο του πρώην Ατμοηλεκτρικού Σταθμού Καρδιάς και εντάσσεται στο πλαίσιο του Μνημονίου Στρατηγικής Συνεργασίας που έχει υπογραφεί με τη Συντονιστική Επιτροπή Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης, την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, τους δήμους της περιοχής αλλά και τον ΔΕΣΦΑ.
Η κατασκευή περιλαμβάνει 17 ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη με καύσιμο φυσικό αέριο (4,5 MW έκαστο), με δυνατότητα λειτουργίας σε μείγμα φυσικού αερίου και υδρογόνου χωρίς απώλεια απόδοσης. Προβλέπεται επίσης ηλεκτροπαραγωγό ζεύγος έκτακτης ανάγκης (1.400 KVAΗ) και δύο βοηθητικοί λέβητες 0,814 MWth για παραγωγή ζεστού νερού.
Ο βασικός στόχος της ΔΕΗ είναι η διασφάλιση της απρόσκοπτης παροχής τηλεθέρμανσης στη Δυτική Μακεδονία, καλύπτοντας όχι μόνο τις υφιστάμενες ανάγκες αλλά και τις μελλοντικές επεκτάσεις των συστημάτων τηλεθέρμανσης. Παράλληλα, η μονάδα σχεδιάστηκε ώστε να προσφέρει το χαμηλότερο δυνατό κόστος παραγωγής θερμικής ενέργειας, ενισχύοντας έτσι τη βιωσιμότητα των δημοτικών δικτύων τηλεθέρμανσης. Ο σταθμός πληροί όλα τα κριτήρια για τον χαρακτηρισμό του ως πλήρως συμπαραγωγική μονάδα, επιτυγχάνοντας εξοικονόμηση άνω του 10% και συνολικό βαθμό απόδοσης μεγαλύτερο του 75%. Η «ταυτότητα» του έργου είναι η εξής:
-Ετήσια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας: 542,200 GWh
-Ετήσια παραγωγή θερμικής ενέργειας: 339,200 GWh
-Ηλεκτρική ισχύς: 76,262 ΜWe
-Παροχή θερμικής ενέργειας στο δίκτυο τηλεθέρμανσης Δ. Μακεδονίας: 66,3 MWth
Η περιοχή εγκατάστασης εντάσσεται στη Ζώνη Απολιγνιτοποίησης Κοζάνης (ΖΑΠ) και έχει προβλεφθεί ειδικό πολεοδομικό σχέδιο (ΕΠΣ) που επιτρέπει παραγωγικές δραστηριότητες υψηλής όχλησης, όπως ο νέος ΣΗΘΥΑ.
Από τον λιγνίτη στην καινοτομία
Η μετάβαση της Καρδιάς δεν σταματά στη συμπαραγωγή. Οι παλιές γεννήτριες των Μονάδων «Καρδιά III» και «Καρδιά IV» θα μετατραπούν σε σύγχρονους πυκνωτές, προσφέροντας κρίσιμες υπηρεσίες σταθεροποίησης στο δίκτυο υπερυψηλής τάσης του ΑΔΜΗΕ, μέσω ρύθμισης της συχνότητας και της τάσης. Για αυτές τις υπηρεσίες προβλέπεται σύστημα αποζημίωσης, υπό την εποπτεία του ΑΔΜΗΕ.
Επιπλέον, πίσω από τους πύργους ψύξης του παλιού λιγνιτικού σταθμού, θα εγκατασταθεί μια από τις νέες μονάδες αντλησιοταμίευσης της ΔΕΗ. Το έργο, ισχύος 320 MW με δυνατότητα αποθήκευσης ενέργειας για οκτώ ώρες, έχει προϋπολογισμό 430 εκατ. ευρώ και προβλέπεται να ξεκινήσει την κατασκευή του στις αρχές του 2027.
Η επένδυση αυτή εντάσσεται στο ευρύτερο στρατηγικό σχέδιο της ΔΕΗ για ενεργειακή μετάβαση και αξιοποίηση της εμπειρίας της Δυτικής Μακεδονίας ως βασικού πυλώνα του νέου, πράσινου ενεργειακού μοντέλου της χώρας.