Στο πετρέλαιο, λόγω των κυρώσεων, η συμμετοχή του Ιράν στις διεθνείς αγορές είναι σχετικά μικρή, με εξαίρεση την αγορά της Κίνας, όπου πηγαίνει το 90% των εξαγωγών του.
Ενδεχόμενη απώλειά της φαίνεται να μπορεί να καλυφθεί από άλλες χώρες. Ακόμα και στο ακραίο σενάριο αποκλεισμού των Στενών του Ορμούζ, που θα επηρεάσει τις εξαγωγές άλλων χωρών του Κόλπου (25% παγκόσμιων θαλάσσιων μεταφορών αργού), οι παγκόσμιες αγορές θα βρουν εναλλακτικές προμήθειες και οδεύσεις, αφού υπάρχει υψηλή προσφορά από χώρες εκτός ΟΠΕΚ+, ενώ οι χώρες του ΟΟΣΑ διαθέτουν σύστημα τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας για αυτές τις περιπτώσεις.
Σίγουρα όμως, ανάλογα με την εξέλιξη των συγκρούσεων, θα υπάρξουν από μέτριες ως ισχυρές ανοδικές πιέσεις στις διεθνείς τιμές πετρελαίου. Σημειώνεται ότι το 2019 το Ιράν χτύπησε τον πετρελαϊκό τομέα της Σαουδικής Αραβίας προκαλώντας 20% αύξηση στις τιμές μέσα σε μόλις μια ημέρα!
Οσον αφορά το φυσικό αέριο, η μεγάλη παραγωγή του Ιράν (έως 270 δισ. κυβ. μέτρα /έτος) καταναλώνεται κυρίως στο εσωτερικό και λιγότερο σε Ιράκ και Τουρκία. Το Κατάρ συνεισφέρει το 23% των παγκόσμιων εξαγωγών LNG (και το 10% των εισαγωγών ΕΕ) και ως εκ τούτου ενδεχόμενο κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ θα έχει σοβαρές συνέπειες στις διεθνείς τιμές καθώς και στην ασφάλεια εφοδιασμού. Πρακτικά, θα χαθεί το 20% του διαθέσιμου LNG στις διεθνείς αγορές, σε μια περίοδο που η αγορά προσπαθεί να «ορθοποδήσει» μετά την κρίση 2022-2023.
Επίσης, η ΕΕ βρίσκεται στην «ευαίσθητη» φάση αναπλήρωσης των απαραίτητων για τον χειμώνα υπόγειων αποθηκών φυσικού αερίου, οι οποίες βρίσκονται δυστυχώς με χαμηλά επίπεδα αποθεμάτων.
Οι κρίσεις, είτε συμβαίνουν στην Ουκρανία, είτε στη Μέση Ανατολή, είτε ενδεχομένως αύριο στην Ταϊβάν, έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: η υψηλή εξάρτηση από τρίτους προμηθευτές επιφέρει τεράστιο οικονομικό κόστος. Ειδικά τώρα που η ΕΕ περιορίζει το ρωσικό αέριο μέσω αγωγών και μακροχρόνιων συμβολαίων και αυξάνει το LNG από spot αγορές, είμαστε περισσότερο εκτεθειμένοι σε διεθνείς κρίσεις.
Για μια σχετικά μικρή ευρωπαϊκή χώρα όπως η Ελλάδα, όλα αυτά μας υπενθυμίζουν ότι πρέπει να επιταχύνουμε τη στρατηγική που δρομολογήσαμε την περίοδο 2010-2014: διαφοροποίηση πηγών και οδεύσεων, εξοικονόμηση ενέργειας, προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών, αξιοποίηση των ορυκτών μας πόρων (ενεργειακών και πρώτων υλών), είναι η αυτονόητη επιλογή μας.
Δυστυχώς η χώρα μας έδειξε τα τελευταία χρόνια εγκληματική καθυστέρηση με τους εγχώριους υδρογονάνθρακες, ενώ στα Ανανεώσιμα, ο άστοχος σχεδιασμός της ταχείας απολιγνιτοποίησης χωρίς προηγούμενη ανάπτυξη δικτύων και αποθήκευσης έχει δημιουργήσει σοβαρούς περιορισμούς στην περαιτέρω διείσδυσή τους, καθώς και μεγαλύτερη εξάρτηση στο εισαγόμενο φυσικό αέριο.
Αν η μείωση της ενεργειακής μας εξάρτησης είναι η απάντηση στα προβλήματα που θέτουν οι επαναλαμβανόμενες διεθνείς κρίσεις, δυστυχώς η τρέχουσα κατάσταση και ο σχεδιασμός του πρόσφατου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) δεν μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε, αφού από 76% εξάρτηση το 2023, προβλέπεται αυτή να μειωθεί το 2030 στο 66%, όταν ήδη ο μέσος όρος της ΕΕ είναι μόλις 58%.
Ο καθηγητής Γιάννης Μανιάτης είναι ευρωβουλευτής, αντιπρόεδρος Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D), πρώην υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
(από την εφημερίδα ¨"ΤΟ ΒΗΜΑ")