Νότιας Αμερικής είναι, όμως, η σταδιακή εξάντληση και σε ορισμένες περιπτώσεις η σταδιακή υποβάθμιση της ποιότητας των αποθεμάτων σε πολλά από τα αμερικανικά κοιτάσματα σχιστολιθικών, από το δυτικό Τέξας μέχρι τη βόρεια Ντακότα. Εν ολίγοις, περιορίζονται οι δυνατότητες σ’ αυτά που την τελευταία δεκαετία ανέδειξαν τις ΗΠΑ σε πρώτη δύναμη παγκοσμίως στην παραγωγή πετρελαίου.
Οι πετρελαϊκοί κολοσσοί Exxon και Chevron επενδύουν εκτεταμένα στις χώρες της Νότιας Αμερικής, σε Βραζιλία, Αργεντινή και Γουιάνα, τριών πετρελαιοπαραγωγών χωρών της περιοχής, που εκτιμάται ότι στο άμεσο μέλλον θα αντιπροσωπεύουν αθροιστικά το 80% της αύξησης στην παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου. Επενδύουν επίσης και στο μικρό Σουρινάμ, που τελευταίως αναδεικνύεται σε μια από τις ζώνες με τις πιο «καυτές» προοπτικές. Ιδιαίτερα σημαντική παράμετρος για τους πετρελαϊκούς κολοσσούς είναι το χαμηλό κόστος παραγωγής στις χώρες της περιοχής, που υπολογίζεται ότι κυμαίνεται από 25 έως 35 δολ., καθώς τα αποθέματα είναι μεγάλα, υψηλής ποιότητας και σε σχετικά ρηχά νερά. Αυτό σημαίνει πως η δραστηριοποίησή τους στην περιοχή είναι προσοδοφόρος, όταν η τιμή του Brent κυμαίνεται τελευταία σε επίπεδα γύρω στα 68 δολ. το βαρέλι.
Σε αντίστοιχη κινητικότητα βρίσκονται και οι χώρες που επενδύουν σε αύξηση της παραγωγής πετρελαίου. Η κρατική πετρελαϊκή εταιρεία της Βραζιλίας, Petrobras, σχεδιάζει να επενδύσει 111 δισ. δολ. σε σχέδια πετρελαίου, στην Αργεντινή η παραγωγή πετρελαίου είναι στα υψηλά 20ετίας και η Γουιάνα εξελίσσεται στην πρώτη σε κατά κεφαλήν παραγωγή. Η εκρηκτική αυτή αύξηση της παραγωγής πετρελαίου σηματοδοτεί μια θεμελιώδη ανατροπή από τις εξελίξεις που διαμόρφωσαν την κατάσταση στην περιοχή την περασμένη δεκαετία.
Στη Βενεζουέλα, τη χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο, η παραγωγή πετρελαίου κατέρρευσε το 2017 όταν ο πρόεδρος Μαδούρο επέβαλε αυστηρούς ελέγχους στον κλάδο. Δύο χρόνια νωρίτερα είχε μειωθεί η παραγωγή πετρελαίου στη Βολιβία, καθώς η τότε κυβέρνηση προέβη σε ένα είδος κρατικοποίησης ξένων επενδύσεων στον πετρελαϊκό κλάδο, με αποτέλεσμα να αποθαρρύνει το ξένο επενδυτικό κεφάλαιο. Η Βραζιλία παρέμεινε, όμως, ανοικτή στις ξένες επενδύσεις και η στάση της δεν επηρεάστηκε από την πολιτική συγκυρία. Εχει, έτσι, πουλήσει σε ξένες εταιρείες τα δικαιώματα εξόρυξης και εκμετάλλευσης σε 19 συμπλέγματα κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Στα βορειοδυτικά της, η Γουιάνα των 800.000 κατοίκων έχει προσελκύσει τη Shell, την Exxon και την κινεζική Cnooc, που από το 2015 επενδύουν πυρετωδώς στη μικρή αυτή και μέχρι προσφάτως φτωχή χώρα, όπου έχουν εντοπίσει κατ’ εκτίμηση περισσότερα από 11 δισ. βαρέλια πετρελαίου. Ηδη η παραγωγή της στο κοίτασμα του Στάμπροκ Μπλοκ έχει φτάσει τα 650.000 βαρέλια την ημέρα και αναμένεται πως μέχρι το τέλος του 2027 θα έχει εκτοξευθεί στα 1,3 εκατ. βαρέλια.
Το Σουρινάμ αναδεικνύεται σε νέα δύναμη στην παραγωγή πετρελαίου, καθώς τα τελευταία χρόνια είχαν επιτυχή έκβαση πολλές προσπάθειες εξορύξεων. Ηδη έχουν επενδύσει στη χώρα ο γαλλικός ενεργειακός κολοσσός Total Energies, η αμερικανική APA Corp του Χιούστον και η Petronas της Μαλαισίας. Σύμφωνα με την εταιρεία αναλύσεων και δεδομένων ενέργειας Rystad, μέχρι το 2027 οι επενδύσεις σε εξορύξεις στο Σουρινάμ θα έχουν αγγίξει τα 9,5 δισ. δολ. Στο μεταξύ ο πετρελαϊκός κλάδος της Αργεντινής εξακολουθεί να επεκτείνεται, με την παραγωγή να αυξάνεται στο εκτεταμένο κοίτασμα σχιστολιθικού πετρελαίου στη Βάκα Μουέρτα. Από το 2014 η παραγωγή πετρελαίου στο εν λόγω κοίτασμα έχει δεκαπλασιαστεί και φτάνει πλέον τα 400.000 βαρέλια την ημέρα.
kathimerini.gr