Ο γενικός γραμματεύς Μαρκ Ρούττε δεν ήταν ο μοναδικός που έφθασε σε σημείο γελοιοποιήσεως, με την στάση του να μπορεί να χαρακτηρισθεί έως και δουλική. Πέρα όμως από το φαίνεσθαι υπάρχει και η ουσία.
Οι ΗΠΑ επέβαλαν τους όρους τους. Πολύ απλά ο Πρόεδρος Τράμπ έδειξε ότι η χώρα του δεν έχει την διάθεση να συνεχίσει να σηκώνει το κύριο βάρος της ευρωπαικής αμύνης και υπεχρέωσε τους συμμάχους να αποδεχθούν σταδιακή αύξηση των αμυντικών τους δαπανών στο 5% του ΑΕΠ. Προφανώς η αύξησις αυτή είναι το αντάλλαγμα για την παραμονή των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων στην Ευρώπη. Ίσως όμως αυτό να είναι και η ταφόπλακα του Rearm Europe, υπό την έννοια ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος δημιουργίας «ευρωστρατού» από την στιγμή που επαναβεβαιώνεται ο ρόλος του ΝΑΤΟ και μάλιστα μέσω της Ατλαντικής Συμμαχίας παγιώνεται η ηγετική θέσις των ΗΠΑ, η ενδεχομένη αποχώρησις των οποίων από τις ευρωπαικές δομές ασφαλείας είχε θορυβήσει τους κυβερνώντες τις χώρες της ΕΕ. Τους είχε θορυβήσει τόσο που εστράφησαν προς το Ηνωμένο Βασίλειο και την Τουρκία, αναζητώντας στήριξη. Τώρα την έχουν και από τις δύο αυτές χώρες -όπως πάντα- στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Την πραγματικότητα την αποτύπωσε πολύ ευθαρσώς η Ιταλίς Πρωθυπουργός Τζώρτζια Μελόνι, η οποία κατέστησε σαφές ότι ο ευρωστρατός θα ήταν «μια άχρηστη επικάλυψις». Συγκεκριμένα εδήλωσε: «Θέλω έναν ευρωπαικό πυλώνα του ΝΑΤΟ, αλλά νομίζω ότι μια ευρωπαική άμυνα παράλληλη με το ΝΑΤΟ θα ήταν λάθος. Θα ήταν μια άχρηστη επικάλυψις». Υπενόησε έτσι ότι όλα τα προγράμματα επανεξοπλισμού της Ευρώπης με προσανατολισμό μιάν αυτόνομη άμυνα, Rearm, SAFE κ.λπ., ευρίσκονται πλέον στον αέρα. Άλλως τε ποτέ δεν είχε γίνει σοβαρός σχεδιασμός ενιαίας ευρωπαικής αμύνης, καθώς όλοι μιλούσαν για βιομηχανία και οπλικά συστήματα, αλλά ουδείς για αμυντική πολιτική, για στρατιωτική στρατηγική και δομές δυνάμεων και διοικήσεως που θα αξιοποιούσαν τα προιόντα αυτής της βιομηχανίας. Τώρα, με τις ευρωπαικές χώρες να πληρώνουν το ΝΑΤΟ, όπως ακριβώς ήθελαν οι ΗΠΑ ο εξοπλισμός των στρατιωτικών δυνάμεων των κρατών-μελών θα έλθει να ενισχύσει τις δομές του ΝΑΤΟ. Με μιάν αριστοτεχνική κίνηση, ο Πρόεδρος Τράμπ έφερε τους Ευρωπαίους εκεί που ήθελε. Κατά την προσέλευσή του, άφηνε υπονοούμενα περί πιθανής αποχωρήσεως των ΗΠΑ και αμφισβητούσε το άρθρο 5 των ιδρυτικών κειμένων του ΝΑΤΟ. Με την ολοκλήρωση της Συνόδου, η υποταγή των Ευρωπαίων ήταν γεγονός.
Και φυσικά τώρα δεν υπάρχει έδαφος για ελληνικές αμφισβητήσεις ως προς τον ρόλο της Τουρκίας στα εξοπλιστικά προγράμματα των ευρωπαικών χωρών. Και ίσως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τον ενταφιασμό του Rearm Europe τον προανήγγειλε η Τζώρτζια Μελόνι, καθώς η ιταλική αμυντική βιομηχανία είναι αυτή που έχει τις στενώτερες σχέσεις με την τουρκική. Σε τέτοιο βαθμό που τουρκικό πολεμικό υλικό εύκολα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ευρωπαικό χάρη στην υψηλή ιταλική προστιθεμένη αξία κατά την διαμόρφωση του τελικού προιόντος.
Το γεγονός ότι υπάρχει έδαφος για συμμετοχή της τουρκικής βιομηχανίας στα προγράμματα των ευρωπαικών χωρών τεκμαίρεται και από το γεγονός ότι η Γαλλία, η χώρα με την μεγαλύτερη αμυντική βιομηχανία στην Ευρώπη, παραδέχεται ότι θα αδυνατούσε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του Rearm Europe. Προ ολίγων ημερών δημοσιοποιήθηκε έκθεσις Caisse des Dépôts, συμφώνως προς την οποία η γαλλική βιομηχανία θα υπολειπόταν σε έργο ύψους 35-40 δισ. ευρώ ετησίως ως προς αυτά που θα έπρεπε να αναλάβει στο πλαίσιο του εξοπλισμού της Ευρώπης.
Και ενώ η Τουρκία μπορεί να συνεισφέρει με στιβαρή βιομηχανική βάση, η Ελλάς υστερεί τραγικά. Οι βιομηχανικές μας δυνατότητες είναι υποδεέστερες εκείνων που είχαμε κατά την δεκαετία του ‘70. Ούτε καν αυτάρκεια πυρομαχικών δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε, ενώ η υποστήριξις των μέσων των Ενόπλων Δυνάμεων μένει τραγικά πίσω. Δηλαδή σε κάθε περίπτωση αδυνατούμε να συνεισφέρουμε στην προετοιμασία της κοινής αμύνης, είτε αυτή είναι ευρωπαική, είτε είναι Νατοική. Γι\’ αυτό και οι ενστάσεις μας για την συμμετοχή της Τουρκίας ουδέποτε εισηκούσθησαν από τους εταίρους και συμμάχους.
(από την εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ»)