Καταρρέει το πολυδιαφημισμένο αφήγημα της κυβερνήσεως για τις επενδύσεις στην Ελλάδα και τη δημιουργία θέσεων εργασίας καθώς η εικόνα που περιγράφεται από την Κομισιόν αλλά ακόμα και από την Ελληνική Στατιστική Αρχή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με αυτή που παρουσιάζεται. Είναι ενδεικτικό ότι η ελληνική οικονομία κατέγραψε το πρώτο τρίμηνο του 2025 τη χειρότερη επίδοση των τελευταίων ετών στις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, με πτώση 3,2%,στοιχείο που κάνει πολλούς να αναρωτιούνται για το εάν η μεγάλη ευκαιρία που έδωσε το Ταμείο Ανάκαμψης στην ελληνική οικονομία θα αφήσει όταν θα γίνει ο τελικός λογαριασμός ένα πραγματικό αναπτυξιακό αποτύπωμα.Επιπλέον χωρίς υψηλούς ρυθμούς ενίσχυσης επενδύσεων το ερώτημα που έχει αρχίσει να διατυπώνεται από την αγορά είναι τι πρόκειται να συμβεί με την ανάπτυξη από το 2026 και μετά όταν ολοκληρωθεί και τυπικά το Ταμείο Ανακαμψης.Ήδη διαπιστώνεται ότι η καθυστέρηση στην υλοποίηση των έργων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, το υψηλό κόστος δανεισμού και η γενικότερη αβεβαιότητα επιβραδύνουν την εισροή κεφαλαίων στην πραγματική οικονομία, ακυρώνοντας τη δυναμική ανάκαμψη που ανέμενε η κυβέρνηση ενώ απομακρύνει την οικονομία από τον στόχο των επενδύσεων, από το 14,4% που προέβλεπε το Πρόγραμμα Σταθερότητας του 2024, στο 8,4%, όπως είναι οι τελευταίες εκτιμήσεις. Στον τομέα των επενδύσεων, η κυβέρνηση πόνταρε στην επιτάχυνση της υλοποίηση των έργων που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, δεδομένου ότι τον Αύγουστο του 2026 λήγει το πρόγραμμα και οι πόροι που δεν θα απορροφηθούν θα χαθούν.
Χαμηλή παραγωγικότης
Την ίδια ώρα μεγάλο «αγκάθι» για την πορεία της ελληνικής οικονομίας αποτελεί η χαμηλή παραγωγικότητα, όπως επισημαίνουν επί της ουσίας τόσο εγχώριοι όσο και διεθνείς οργανισμοί αλλά και αναλυτές, επισημαίνοντας τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας που υπάρχουν στην ελληνική οικονομία. Και σε αυτήν περίπτωση η Κομισιόν κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την υστέρηση στην παραγωγικότητα, που φέρνει την Ελλάδα στην τελευταία θέση της Ευρώπης υπογραμμίζοντας με έμφαση ότι η χαμηλή παραγωγικότητα δημιουργεί εμπόδια στη μελλοντική αύξηση των μισθών. Παράλληλα αναφέρει ότι ο λόγος επενδύσεων προς ΑΕΠ παραμένει ανησυχητικά χαμηλός και εμποδίζει την αύξηση της παραγωγικότητας. Η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα δεν προσεγγίζει αυτήν της υπόλοιπης ΕΕ. Με βάση στοιχεία του 2024, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας σε μονάδες αγοραστικής δύναμης είναι το δεύτερο χαμηλότερο στην ΕΕ, φτάνοντας μόλις το 70% του μέσου όρου της ΕΕ.Η παραγωγικότητα της εργασίας ανά ώρα εργασίας στην Ελλάδα ήταν η χαμηλότερη εντός της ΕΕ, φτάνοντας μόλις το 56,2% του μέσου όρου της ΕΕ το 2023 (μετρούμενη σε μονάδες αγοραστικής δύναμης). Και αυτό έχει την ιδιαίτερη σημασία του καθώς είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζεται το επίπεδο των αμοιβών, η διαπραγματευτική ισχύς των εργαζομένων αλλά και οι δυνατότητες της χώρας να προσελκύσει επενδύσεις και να δημιουργήσει σταθερές θέσεις εργασίας. Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, η ελληνική οικονομία εξαρτάται υπέρμετρα από τομείς χαμηλής παραγωγικότητας, ενώ η απασχόληση στη βιομηχανία μέσης-υψηλής τεχνολογίας φτάνει μόλις στο 1,4% — σε σύγκριση με 6% στην ΕΕ. Η διαρθρωτικά χαμηλή ανάπτυξη της παραγωγικότητας στην Ελλάδα περιορίζει το πεδίο για περαιτέρω αύξηση των μισθών οπότε είναι ένα μέγα ζήτημα καθώς συνδέεται με την ενίσχυση των μισθών και την αύξηση των εισοδημάτων.
Τα βασικά εμπόδια που συμβάλλουν στην υστέρηση των επενδύσεων, σε σύγκριση με την ΕΕ, είναι τα εξής σύμφωνα με την Κομισιόν:
Ρυθμιστικό πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας, αβεβαιότητα και υψηλό ενεργειακό κόστος. Πάνω από το 90% των επιχειρήσεων αναφέρουν αυτούς τους παράγοντες ως εμπόδια για επενδύσεις
Ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό και δεξιότητες. Ένα αυξανόμενο ποσοστό ελληνικών επιχειρήσεων δηλώνει ότι η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού αποτελεί εμπόδιο
Πρόσβαση σε χρηματοδότηση: Παρά τη σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια, το ποσοστό των ελληνικών επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν περιορισμούς στη χρηματοδότηση —ιδίως μεταξύ των ΜΜΕ— παραμένει υψηλό. Η πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία πέραν των τραπεζών και σε επιχειρηματικά κεφάλαια παραμένει περιορισμένη
Ειδικότερα για τις δημόσιες επενδύσεις και παρά την πρόοδο των τελευταίων ετών, συνεχίζουν να υπάρχουν εμπόδια και αναποτελεσματικότητες τόσο: (i) στο δικαστικό σύστημα, το οποίο πλήττεται από χρονοβόρες διαδικασίες· όσο και (ii) στις δημόσιες συμβάσεις, οι οποίες χαρακτηρίζονται από υψηλό ποσοστό προσφορών με έναν μόνο υποψήφιο.
Δημόσιες Επενδύσεις
Σύμφωνα με την Κομισιόν αναφορικά προς τις δημόσιες επενδύσεις συνεχίζουν να υπάρχουν εμπόδια και αναποτελεσματικότητες τόσο: (α) στο δικαστικό σύστημα, το οποίο πλήττεται από χρονοβόρες διαδικασίες· όσο και (β) στις δημόσιες συμβάσεις, οι οποίες χαρακτηρίζονται από υψηλό ποσοστό προσφορών με έναν μόνο υποψήφιο.
Συγκεκριμένα βασικά εμπόδια αποτελούν:
Χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες για την επίλυση νομικών αξιώσεων κατά των διαδικασιών δημόσιων προμηθειών, σε συνδυασμό με αργή αδειοδότηση και μεταβίβαση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, εμποδίζουν την έγκαιρη ολοκλήρωση βασικών επενδύσεων σε υποδομές.
Η έλλειψη αποτελεσματικού συντονισμού μεταξύ των δημόσιων φορέων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για επενδύσεις που καλύπτουν πολλαπλούς τομείς και υπουργεία.
Και μετά το Ταμείο Ανακάμψεως τι;
Το χρονικό περιθώριο για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης στενεύει επικίνδυνα, καθώς η τελική προθεσμία λήγει στις 31 Αυγούστου 2026. Χωρίς αποφασιστικές μεταρρυθμίσεις και πιο γρήγορη απορρόφηση, η χώρα μπορεί όχι μόνο να χάσει σημαντικά κεφάλαια αλλά και μια μεγάλη ευκαιρία για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Grant Thornton από το δανειακό πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης, πόροι ύψους 4,2 δισ. ευρώ είναι πιθανόν να εγγραφούν ως αδιάθετοι πόροι του Ταμείου προς τη χώρα μας. Η εκτίμηση αυτή του οίκου λαμβάνει υπόψη τα υφιστάμενα συνολικά αιτήματα καθώς και τη γενικότερη εξέλιξη του προγράμματος.
Oι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, καθώς η «σταθερή αναπτυξιακή τροχιά» που επικαλούνται κατά κορον στην κυβερνηση πρέπει να συνοδευτεί από ουσιαστική και ταχεία υλοποίηση των επενδυτικών προγραμμάτων. Σε αντίθετη περίπτωση η «βουτιά» στις επενδύσεις το πρώτο τρίμηνο του 2025 θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια ευρύτερη και πιο ανησυχητική επιβράδυνση στο μέλλον.
(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")