Σπύρος Θεοδωρόπουλος, Πρόεδρος ΣΕΒ: «Πώς Θα Αλλάξει το Παραγωγικό Μοντέλο»

Σπύρος Θεοδωρόπουλος, Πρόεδρος ΣΕΒ: «Πώς Θα Αλλάξει το Παραγωγικό Μοντέλο»
συνέντευξη στην Χρύσα Λιάγγου
Σαβ, 31 Μαΐου 2025 - 18:18

Πρέπει όλοι, κράτος, επιχειρήσεις και εργαζόμενοι, να αλλάξουμε νοοτροπία. Είναι ο μόνος δρόμος, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒ Σπύρο Θεοδωρόπουλο, για να αυξηθεί η παραγωγικότητα και να ανακάμψουν οι μισθοί σε πραγματικούς όρους. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» εξηγεί γιατί η χώρα μας υστερεί σε παραγωγικότητα

ενώ οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα δουλεύουν περισσότερο από κάθε άλλο εργαζόμενο στην Ευρώπη, αλλά και γιατί χωρίς τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης δεν υπάρχει μέλλον για τις επιχειρήσεις.

– Οι Ελληνες δουλεύουμε περισσότερες ώρες από τους εργαζόμενους σε κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ωστόσο η παραγωγικότητα της εργασίας είναι χαμηλή. Πώς το εξηγείτε αυτό;

– Βεβαίως οι ώρες εργασίας είναι ένα από τα στοιχεία της παραγωγικότητας αλλά όχι το σημαντικότερο. Η παραγωγικότητα εξαρτάται από το κράτος, π.χ. από το πόσο γρήγορα αδειοδοτεί. Εξαρτάται από το επίπεδο αυτοματισμού των επιχειρήσεων, τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης. Εξαρτάται, επίσης, από το αν παράγουμε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Στην κορυφή των προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας είναι τα τεχνολογικά προϊόντα στα οποία, όπως ξέρετε, η Ελλάδα υστερεί.

– Το μέγεθος των επιχειρήσεων παίζει κάποιο ρόλο;

– Σίγουρα, γιατί οι μικρές επιχειρήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα να επενδύσουν στον ίδιο βαθμό που θα επενδύσουν οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι επενδύσεις είναι βασικός παράγοντας που καθορίζει την παραγωγικότητα. Με μεγαλύτερη άνεση αυτοματοποιείς μια μεγάλη παραγωγή σε σχέση με μια μικρή. Γι’ αυτό λέω ότι χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας. Να συγχωνευτούμε, να κάνουμε μεγαλύτερες μονάδες και το κράτος αντίστοιχα στο κομμάτι που του αναλογεί. Οι επενδυτικοί νόμοι να μη θέλουν δύο χρόνια για να εγκρίνουν μια επένδυση. Πρέπει να αλλάξουμε όλοι.

– Στην έρευνα Business Pulse που παρουσιάσατε πρόσφατα μάθαμε ότι μία στις δύο επιχειρήσεις δεν προτίθεται καν να ασχοληθεί με την τεχνητή νοημοσύνη. Δεν βλέπουν οι επιχειρήσεις τις προοπτικές που ανοίγει;

– Η τεχνητή νοημοσύνη είναι απαραίτητη, αν θέλουν οι ελληνικές επιχειρήσεις να έχουν μέλλον και σε λίγο καιρό θα χωριστούμε σε δύο κατηγορίες: σε αυτές που έχουν χρησιμοποιήσει την τεχνητή νοημοσύνη και έχουν μειώσει τα κόστη τους και μπορούν να έχουν ταχύτητα στις αποφάσεις τους και σε εκείνες που δεν θα έχουν χρησιμοποιήσει την τεχνητή νοημοσύνη και θα έχουν υψηλότερα κόστη και χαμηλότερη παραγωγικότητα. Δεν υπάρχει τομέας όπου η τεχνητή νοημοσύνη δεν βελτιώνει την παραγωγικότητα και την ταχύτητα.

– Εκφράζεται μια ανησυχία ότι θα χαθούν θέσεις εργασίας…

– Πριν από 50 χρόνια που ξεκίνησα εγώ, δεν υπήρχαν υπολογιστές πάνω στα γραφεία. Γράφαμε στο χέρι και χρησιμοποιούσαμε και καρμπόν. Υπήρχε λοιπόν από τότε ο φόβος ότι όταν επικρατήσουν οι υπολογιστές θα μειωθούν οι θέσεις εργασίας. Οι υπολογιστές επικράτησαν και οι θέσεις εργασίας αυξήθηκαν. Κατά συνέπεια είναι λάθος ο φόβος. Δεν θα μειωθούν οι θέσεις εργασίας. Μπορεί να αλλάξουν, αλλά αυτές που θα δημιουργούνται, θα είναι καλύτερα αμειβόμενες.

– Αφού είναι τόσο σημαντική για την παραγωγή η τεχνητή νοημοσύνη, γιατί υπάρχουν τόσο πολλές επιχειρήσεις που δεν έχουν καν δρομολογήσει τη χρήση της;

– Νομίζω ότι ένα μεγάλο κομμάτι δεν έχει ασχοληθεί με το θέμα. Ενα άλλο μεγάλο κομμάτι έχει ασχοληθεί με το θέμα, έχει καταλάβει πόσο σημαντικό είναι, αλλά δεν ξέρει από πού να το πιάσει, από πού να ξεκινήσει. Κι αυτό που προσπαθήσαμε ως Σύνδεσμος είναι να δώσουμε απάντηση σε αυτή την ανάγκη. Υπάρχει όμως και μια μεγάλη κατηγορία επιχειρήσεων –να μην αδικούμε και ασχολούμαστε μόνο με το 55%, υπάρχει και το 45%– η οποία έχει ασχοληθεί, έχει εφαρμόσει, έχει προοδεύσει ή κάνει ήδη τα επόμενα βήματα.

– Εχετε πει ότι για να βελτιώσουμε την παραγωγικότητα και οι εργαζόμενοι από την πλευρά τους πρέπει να δείξουν μεγαλύτερη ευελιξία. Οι εργαζόμενοι στα χρόνια της κρίσης ανέλαβαν ένα πολύ σημαντικό μέρος της προσαρμογής, το επίπεδο των μισθών μειώθηκε σημαντικά και οι συλλογικές συμβάσεις δεν υπάρχουν πια. Ποια είναι η ευελιξία που μπορούν να προσφέρουν;

– Κατ’ αρχήν συμφωνώ μαζί σας ότι ανέλαβαν ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης και οι εργαζόμενοι. Είναι επίσης αλήθεια ότι ακόμη δεν έχουν επανέλθει οι μισθοί σε μονάδες αγοραστικής δύναμης στα προ κρίσης επίπεδα. Από την άλλη, ούτε η παραγωγικότητα έχει επανέλθει, ούτε και το ΑΕΠ. Για μένα το επίπεδο των μισθών είναι άμεσα συνδεδεμένο με το επίπεδο της παραγωγικότητας. Οι μισθοί σε πραγματικούς όρους για να ανακάμψουν σημαντικά πρέπει να ανακάμψει και η παραγωγικότητα, αλλιώς δεν πρόκειται να έχουμε μεγάλες αυξήσεις μισθών. Θα έχουμε κάθε φορά τις αυξήσεις που αντιστοιχούν στον πληθωρισμό.

– Τι σημαίνει ακριβώς η ευελιξία που πρεσβεύετε;

– Σήμερα, τις σχέσεις για τις πόσες ώρες θα δουλέψει ένας εργαζόμενος τις ρυθμίζει το κράτος. Δεν είναι δυνατόν να ανακατεύεται το κράτος σε τέτοιου είδους θέματα. Οι εργαζόμενοι αυτό που πραγματικά θέλουν είναι να μπορούν να βελτιώσουν το εισόδημά τους και οι επιχειρήσεις αυτό που θέλουν είναι να λειτουργούν ευέλικτα. Είναι απαραίτητο να κάνουμε μια συμφωνία πόσες ώρες μάξιμουμ μπορεί να δουλέψει ο εργαζόμενος την ημέρα, πόσες την εβδομάδα, να μην απασχολείται δύο φορές ο ίδιος εργαζόμενος μέσα στο ίδιο 24ωρο κ.λπ. Δηλαδή να κάνουμε ένα χάρτη με τα δικαιώματα των εργαζομένων, τα οποία δεν πρέπει να καταπατούνται και οι επιχειρήσεις να είναι υποχρεωμένες να τον σέβονται. Από εκεί και πέρα όμως το πότε θα λειτουργήσουν, δεν μπορεί να είναι αντικείμενο κρατικής παρέμβασης. Ξέρετε ότι υπάρχει στην Ελλάδα ένας νόμος από τη δεκαετία του ’30 ο οποίος ρυθμίζει το πότε μπορεί να λειτουργεί μια επιχείρηση και πότε όχι; Η διάταξη αυτή έλεγε ότι Σαββατοκύριακο μπορούν να δουλέψουν μόνο επιχειρήσεις συνεχούς πυράς. Δηλαδή χαλυβουργίες, τσιμεντάδικα. Η μόνη φορά που αναθεωρήθηκε αυτή η διάταξη ήταν με αυτή την κυβέρνηση, όταν ο κ. Γεωργιάδης προσέθεσε μερικούς ακόμη κλάδους, τρόφιμα κ.λπ. Αλλά μεγάλο κομμάτι της βιομηχανικής παραγωγής ακόμη και σήμερα δεν επιτρέπεται να λειτουργήσει Σαββατοκύριακο. Ανεξάρτητα από τις ανάγκες του, ανεξάρτητα από το αν θα αξιοποιήσει άλλους εργαζόμενους.

– Το κράτος από την πλευρά του, ποια είναι τα εμπόδια που θέτει στη βελτίωση της παραγωγικότητας;

– Πάμπολλα… Ποια να πρωτοπούμε; Κατ’ αρχάς η Δικαιοσύνη. Τεράστιο θέμα. Αργοπορία στην έκδοση αδειών, ασαφές περιβάλλον γύρω από τη χωροταξία, πού μπορείς να κάνεις μια επένδυση και πού δεν μπορείς.

– Το ζήτημα της φορολογίας; Των εισφορών;

– Ως ΣΕΒ θέμα φορολογίας δεν έχουμε θέσει. Θεωρούμε ότι δεν έχουμε μια άδικη φορολογία των επιχειρήσεων. Αυτό που έχουμε όμως –και η κυβέρνηση είπε ότι τον Σεπτέμβριο θα το διορθώσει– είναι μια πολύ άδικη φορολογία των ανθρώπων, με εισόδημα που κυμαίνεται από τα 20.000-50.000 ευρώ.

– Δεν θα μπορούσε να αυξηθεί η φορολογία στα μερίσματα που είναι από τις πιο χαμηλές ώστε να μειωθεί η φορολογία των επιχειρήσεων ή των εργαζομένων;

– Είναι γεγονός ότι στα μερίσματα δεν έχουμε υψηλή φορολογία, αλλά ο συνδυασμός του 22% με το 5% είναι εκείνο που μας κάνει να λέμε ότι η φορολογία είναι σχετικά δίκαιη. Αν αυξήσουμε τη φορολογία στα μερίσματα, θα πρέπει να μειώσουμε πολύ τη φορολογία στα κέρδη των επιχειρήσεων και σε αυτή την περίπτωση το κράτος θα χάσει πάρα πολλά λεφτά. Επίσης, θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το 5% είναι πρόσθετο στο 22%. Aρα μιλάμε για συνολικά 27%. Πολλές φορές συγκρινόμαστε με χώρες της Ευρώπης στις οποίες τα μερίσματα φορολογούνται αυτοτελώς. Η πραγματική φορολογία του μερίσματος είναι 27% δεν είναι 5%.

Αν πάμε στη Βουλγαρία, ας πούμε, που είναι άμεσα ανταγωνιστές μας ή στην Τουρκία, η φορολογία και των μερισμάτων και των επιχειρήσεων είναι πολύ χαμηλότερη. Αν πάμε στη Ρουμανία, το ίδιο. Αν λοιπόν στη Βουλγαρία έχεις 13% φορολογία επιχειρήσεων και στην Ελλάδα 22%, δεν σημαίνει ότι έχουμε φορολογικό πλεονέκτημα.

– Eχετε εκφράσει σοβαρές ενστάσεις σε ρυθμίσεις του νέου αναπτυξιακού…

– Εχουμε έναν αναπτυξιακό που βάζει θέσεις εργασίας ως κριτήριο, την ώρα που κάνουμε εισαγωγή ανθρώπων γιατί δεν έχουμε εργαζόμενους και αφήνει απ’ έξω την παραγωγικότητα. Το δεύτερο ζήτημα είναι οι διαδικασίες εγκρίσεων. Από την ώρα που θα προκηρυχθεί το πρόγραμμα μέχρι να εγκριθεί ένα επενδυτικό σχέδιο, μεσολαβούν δύο χρόνια. Και επίσης, επιστρέφουμε στην αξιολόγηση από το κράτος, ενώ με το Ταμείο Ανάκαμψης είχαμε βρει τρόπους να αξιολογούνται γρήγορα τα επενδυτικά σχέδια. Πήγαμε δηλαδή δυο βήματα μπροστά με το Ταμείο και ξαναγυρίσαμε πίσω.

– Το ζήτημα του ενεργειακού κόστους και στην έρευνα που παρουσιάσατε πρόσφατα «καίει» τις επιχειρήσεις. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;

– Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα πληρώνει το ακριβότερο κόστος ενέργειας για τη μέση τάση. Στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης και οι καταναλωτές και οι ενεργοβόρες βιομηχανίες πήραν διαφόρων ειδών βοήθειες. Η μέση τάση της βιομηχανίας δεν πήρε καμία βοήθεια και απορρόφησε όλο το κόστος της ενεργειακής κρίσης που περάσαμε. Αυτό εμείς το θεωρούμε άδικο, και μας βάζει σε μη ανταγωνιστική θέση σε σχέση με όλους τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές μας. Δεν γίνεται πάντως να πληρώνουμε τον Φεβρουάριο του 2025, 18 λεπτά του ευρώ την κιλοβατώρα και να πληρώνει 7 η Γαλλία –έχει πυρηνικά, τι σημασία έχει;–, να πληρώνει 7 η Ισπανία – έχει λέει φωτοβολταϊκά, κι εμείς έχουμε. Να πληρώνει η Γερμανία 9, η Βουλγαρία 9 και εμείς 18 – δεν είναι λογικό.

– Τον Μάρτιο του 2025, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα για την αμυντική της θωράκιση που θα μπορούσε να κινητοποιήσει κεφάλαια 800 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να πάρει μέρος αυτής της ευρωπαϊκής «πίτας»;

– Βεβαίως έχουμε. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να επαναφέρουμε ένα νόμο που καταργήθηκε το 2011 και ο οποίος προέβλεπε ότι το 30% από τα χρήματα που πληρώνουμε για εξοπλιστικά προγράμματα πρέπει να είναι ελληνικής προστιθέμενης αξίας. Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα να δημιουργηθεί και στην Ελλάδα η γνώση και η εμπειρία ώστε οι δικές μας επιχειρήσεις να διεκδικήσουν προγράμματα και άλλων χωρών.

(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr