τους τελευταίους μήνες έχουν υπογράψει συμβάσεις σταθερών τιμολογίων εξάμηνης ή δωδεκάμηνης διάρκειας.
Σύμφωνα με την ΡΑΕΕΥ υπάρχουν πάνω από 30 διαθέσιμα εμπορικά σταθερά τιμολόγια με διάρκεια από 6 έως 12 μήνες. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι τιμές ξεκινούν από τα 8,5 λεπτά η κιλοβατώρα με πάγιο 9,9 ευρώ (για μια μέση κατανάλωση ενός νοικοκυριού το πάγιο αυτό αυξάνει το κόστος ανά κιλοβατώρα κατά περίπου 1 έως 2 λεπτά). Ακόμη και στα 12μηνης διάρκειας σταθερά τιμολόγια υπάρχει διαθέσιμο προϊόν στα 8,9 λεπτά η κιλοβατώρα. Δηλαδή ο καταναλωτής μπορεί να εξασφαλίσει αυτή τη στιγμή τιμή η οποία είναι 45% φθηνότερη από το πιο οικονομικό πράσινο τιμολόγιο.
Το πρώτο λοιπόν κριτήριο για τον καταναλωτή είναι ασφαλώς η χαμηλή τιμή, ενώ παράλληλα δεν έχει την αγωνία της αναζήτησης του φθηνότερου τιμολογίου κάθε μήνα.
Το μπλε τιμολόγιο προσφέρει μια χαμηλή σταθερή τιμή για διάρκεια έξι ή δώδεκα μηνών, προστατεύοντας τον καταναλωτή από τις διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής τιμής του ρεύματος. Επιπλέον, μπορεί εκ των προτέρων να υπολογίζει τις ετήσιες δαπάνες του για ηλεκτρική ενέργεια. Αυτά είναι τα βασικά πλεονεκτήματα του σταθερού μπλε τιμολογίου που οι καταναλωτές αξιολογούν δεόντως στην παρούσα συγκυρία των ανοδικών τάσεων της τιμής στη χονδρεμπορική αγορά και των πολλών αβεβαιοτήτων κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου, που η ζήτηση αυξάνεται λόγω θέρμανσης.
Στο τελικό κόστος που θα πληρώσουν οι καταναλωτές για το ρεύμα θα πρέπει να υπολογίσουν το μηνιαίο πάγιο.
Η «κλειδωμένη» σταθερή τιμή, ωστόσο, που προσφέρει το μπλε τιμολόγιο συνοδεύεται με πρόσθετα κόστη και δεσμεύσεις που πρέπει να αξιολογήσουν προσεκτικά οι καταναλωτές πριν υπογράψουν σύμβαση. Στο τελικό κόστος που θα πληρώσουν για το ρεύμα που θα καταναλώσουν θα πρέπει να υπολογίσουν το μηνιαίο πάγιο. Στα περισσότερα διαθέσιμα σταθερά τιμολόγια διαμορφώνεται σήμερα στα 9,90 λεπτά τον μήνα, που για μια μέση κατανάλωση νοικοκυριού αυξάνει το κόστος ανά κιλοβατώρα κατά περίπου 1 έως 2 λεπτά. Επίσης ο καταναλωτής θα πρέπει να αξιολογήσει τις ρήτρες πρόωρης αποχώρησης των συμβάσεων προμήθειας σταθερών τιμολογίων, οι οποίες διαφοροποιούνται από πάροχο σε πάροχο αλλά και από τιμολόγιο σε τιμολόγιο, με κλιμακούμενο συνήθως κόστος ανάλογα με τον μήνα αποχώρησης, το οποίο βαίνει μειούμενο όσο πιο κοντά στη λήξη της σύμβασης αποχωρήσει ο πελάτης.
Οι προμηθευτές επίσης μέσω των σταθερών τιμολογίων μπορούν να διατηρήσουν σταθερό το πελατολόγιό τους, να προβλέψουν με μεγαλύτερη ακρίβεια την κατανάλωσή τους και να διαχειριστούν με αποτελεσματικότερο τρόπο της αγοραπωλησίες στις προθεσμιακές αγορές. Εξάλλου, αυτό που διαπιστώθηκε μέσα στη χρονιά με την υποχρεωτική μετάπτωση από τις αρχές του έτους της πλειοψηφίας των καταναλωτών στο πράσινο τιμολόγιο είναι ο περιορισμένος αριθμός μετακίνησης πελατών και η στασιμότητα πάνω-κάτω των μεριδίων.
Την τάση μετακίνησης των οικιακών καταναλωτών προς τα μπλε τιμολόγια ενισχύει και η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ, με στόχο την αποδέσμευση των καταναλωτών από τις διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής αγοράς.
Στα σταθερά τιμολόγια 12μηνης διάρκειας κατευθύνει και η Ε.Ε. τα κράτη-μέλη μέσω οδηγίας που θα πρέπει να ενσωματώσει το αργότερο έως τις 17 Ιανουαρίου και η Ελλάδα. Η άποψη που επικρατεί και στο ΥΠΕΝ είναι ότι με τα εξάμηνης διάρκειας τιμολόγια οι καταναλωτές δεν επωφελούνται από την εποχικότητα των τιμών, δηλαδή τις χαμηλές τιμές που διαμορφώνονται την άνοιξη ή το φθινόπωρο με την πτώση της ζήτησης. Αντίθετα, τα 12μηνης διάρκειας σταθερά τιμολόγια περικλείουν όλες τις εποχικές διακυμάνσεις και παρέχουν πραγματική προστασία στον καταναλωτή.