Η Κύπρος μπήκε στην προεκλογική ατζέντα των δημοτικών εκλογών της Τουρκίας κι ο υποψήφιος δήμαρχος Κων/λεως, Μουράτ Κουρούμ, προστατευόμενος του Ερντογάν, ζητεί την αναγνώριση Τουρκικού «κράτους» βορείου Κύπρου – όπερ άσχετο. Την στιγμή που η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας ανέβασε τα επιτόκια στο 50% για να αναχαιτίσει τον καλπάζοντα πληθωρισμό

της οικονομίας της, όταν εις όλα τα μέρη του κόσμου συζητούν την μείωση των επιτοκίων κι η  Κυπριακή κυβέρνηση του Νίκου Χριστοδουλίδη πρωτοστατεί, μαζί με τους Αμερικανούς, για την παροχή επισιτιστικής βοήθειας στους Παλαιστινίους της Λωρίδας της Γάζας, η αναφορά Κουρούμ στην Κύπρο είναι τουλάχιστον πρόκληση.

Ενωρίτερον, ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν ανεφέρθη σε σχέδιο ολοσχερούς καταλήψεως της Κύπρου από τον Τουρκικό στρατό,  που κατ’ αυτόν «καλόν θα ήταν να είχε πραγματοποιηθεί» το 1974. «Στην πραγματικότητα, είπε ο Ερντογάν, σε σύναξη στρατοκρατών της γείτονος, αν είχαμε εισβάλλει (τότε) στα νότια  της Κύπρου, η Μεγαλόνησος θα ήταν σήμερα δική μας».

- Όχι μόνο το βόρειο τμήμα, το κατεχόμενο υπό της Τουρκίας αλλά κι η διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία, κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως σήμερα, θα έπαυε να υπάρχει. Η Τουρκία ως εγγυήτρια της ανεξαρτησίας της Κύπρου, εισέβαλε-υποτίθεται- για να προστατεύσει το 1974 την ανεξαρτησία της αλλ’ έκτοτε αρνείται να την αποκαταστήσει και ζητεί διχοτόμηση της Κύπρου με δύο κράτη: ένα Ισλαμικό και το άλλο Χριστιανικό, που θα έλεγε ο  Σάμιουελ Χάντιγκτον (1927-2008).

Επειδή όμως η κομπορρημοσύνη, όπου επιδίδεται συχνά ο Ερντογάν, έχει λησμονήσει τα όσα έγιναν το θέρος του 1974 και εν τέλει, απέτρεψαν την κατάληψη ολοκλήρου της νήσου από τους Τούρκους, οι οποίοι είχαν παραιτηθεί εξ αυτής, απ’ την εποχή του πολέμου το 1854 και του Κριμαϊκού πολέμου και το 1920, με την Συνθήκη των Σεβρών, χρειάζεται να υπενθυμίσουμε τα γεγονότα.

Τρείς μεγάλες δυνάμεις ανεμίχθησαν στην εισβολή και κατάληψη του 38% της Κύπρου, απ’ την Τουρκία το 1974: Η Μεγάλη Βρετανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες κι η Σοβιετική Ένωση. Δευτερευόντως δε και η Ελληνική χούντα, η οποία με προτροπή της Αμερικανικής μυστικής υπηρεσίας CIA προσπάθησε να απαλλαγεί από τον νόμιμο πρόεδρο της Κύπρου, αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Ενορχηστρωτής της συνωμοσίας υπήρξε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρυ (Χάνς) Κίσιντζερ που θεωρούσε τον Μακάριο ως… κρυπτοκομμουνιστή! Μπορεί ο αρχιεπίσκοπος να είχε πολλά ελαττώματα αλλά μόνο κομμουνιστής δεν ήταν. Ετέρα ήταν η αιτία που έχει σχέση με τα συμβαίνοντα σήμερα στην Εγγύς Ανατολή…

Με εντολή του Τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας, ο πρωθυπουργός Μπουλέν Ετσεβίτ απεφάσισε στρατιωτική εισβολή  στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, την Καρπασία - ένα μικρό απροστάτευτο θύλακα χωρίς αντίσταση. Κατά την απόβαση όμως επεκράτησε το σχετικό χάος με την απειρία του Τουρκικού στρατού αλλά κι η Βρετανική κυβέρνηση ανησύχησε για την ακεραιότητα των κυριάρχων Βάσεων της, στο Ακρωτήρι και την Δεκέλεια.

Στις 04.20 της 20ης Ιουλίου 1974, ο Κίσιντζερ κάλεσε τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών Τζέημς Κάλαχαν να του ανακοινώσει ότι οι Τούρκικά στρατεύματα απεβιβάσθησαν στην Κύπρο. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Χάρολντ Ουϊλσων προσπάθησε να επικοινωνήσει με την Ελληνική και την Τουρκική κυβέρνηση, συστήνοντας αυτοσυγκράτηση ως και με τους Σοβιετικούς, για να αποφύγει την κλιμάκωση της κρίσεως. Ανταπόκριση δεν βρήκε. Συνεβουλεύθη τότε τον αρχηγό του Βρετανικού  γεν. επιτελείου στρατάρχη Μίκαελ Κάρβετ κι αυτός συνέστησε άμεση ενίσχυση της αεροπορίας RAF στις δύο βάσεις στη Κύπρο. Συγχρόνως, ο Βρετανικός στόλος της Μεσογείου διετάχθη να πλεύσει προς την νοτιοανατολική Μεσόγειο. Οι φρεγάτες «Ανδρομέδα», «Ερμής» και Rhyl, περιπολούσαν κοντά στην Δεκέλεια, έτοιμες να εκκενώσουν την βάση που απειλείτο από τους Τούρκους και να διασώσουν τους Βρετανούς πολίτες και Νορβηγούς ειρηνοφύλακες του ΟΗΕ που είχαν εκεί καταφύγει. Πολύ σύντομα ο Κάλαχαν εννόησε ότι η Τουρκία δεν παίρνει από λόγια και ετοιμάσθηκε να κηρύξει … πόλεμο εναντίον  χώρας μέλους του ΝΑΤΟ - όπερ παράδοξον.

Η Αμερικανική πολιτική διέφερε της Βρετανικής στην Κύπρο. Διευθύνετο από την  CIA και τον Κίσιντζερ, εξ αιτίας των προβλημάτων του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον με την υπόθεση Γουώτεργκεητ. Επέτυχε να αντικαταστήσει τον κινηματία, Ελληνοκύπριο Πρόεδρο Σαμψών, με τον «προσωρινό» Γλαύκο Κληρίδη, καθώς ο νόμιμος Μακάριος είχε διαφύγει στην Μάλτα και μετά στο Λονδίνο. Η χουντική κυβέρνηση των Αθηνών κατελήφθη εξ απήνης καθώς είχε  διαβεβαιώσεις του σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα, ότι οι Τούρκοι δεν θα αντιδρούσαν στο κίνημα κατά του Αρχιεπισκόπου κι είχε μόλις 4 ετοιμοπόλεμες από τις 12 μεραρχίες του Ελληνικού στρατού .Έτσι αναγκάσθη ν’ αποσύρει και τα  4 σύγχρονα Ελληνικά υποβρύχια από τα Κυπριακά νερά και να μην αξιοποιήσει τα δύο σμήνη F-4 που μόλις είχε αποκτήσει. Οι Τούρκοι πάλι  βύθισαν ένα αντιτορπιλικό τους που το εξέλαβαν ως εχθρικό κοντά στην Κύπρο αλλά προώθησαν τα στρατά των προς την Λευκωσία, πέριξ του αεροδρομίου της οποίας διεξήχθησαν σφοδρές μάχες με την Ελληνοκυπριακή εθνοφρουρά που είχε αναλάβει δυνάμεις μετά το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου.

Ο 6ος Αμερικανικός στόλος ήταν παρών στα νερά της Κύπρου, με το αεροπλανοφόρο «Φόρεσταλ», έξι αντιτορπιλικά, τη ναυαρχίδα το  καταδρομικό «Λιτλ Ροκ» και το αποβατικό σκάφος Inchon στο οποίο επέβαιναν 1.200 πεζοναύτες. Οι Σοβιετικοί δεν βράδυναν ν’ αναμιχθούν στην Κυπριακή κρίση .Έστειλαν τον στόλο της Μαύρης θάλασσας στη Μεσόγειο κι έθεσαν σε ετοιμότητα επτά αερομεταφερόμενες «μεραρχίες».

Το πλέον παράδοξον επεισόδιο της Τουρκικής εισβολής ήταν όταν οι Βρετανοί απείλησαν τους Τούρκους με πυρηνικά όπλα, εάν αυτοί προσέβαλαν τις Βρετανικές βάσεις στο Κυπριακό έδαφος, τις οποίες υπεστήριζαν με την φρεγάτα Brighton και μία  «ομάδα δράσεως» απ’ το Γιβραλτάρ, στις 21 Ιουλίου 1974.

Καθώς ο πόλεμος μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας απεσοβήθη απ’ την διαμεσολάβηση του Αμερικανού υφυπουργού Εξωτερικών Σίσκο, με τ’ αλλεπάλληλα ταξίδια στην Αθήνα και Άγκυρα , συνήφθη μία προσωρινή εκεχειρία αφού εν τω μεταξύ έγινε πολιτική μεταβολή στην Αθήνα , όπου αφίχθη  εκ Παρισίων ο Κων/ος Καραμανλής που απ’ το 1958 είχε δηλώσει στο ΝΑΤΟ ότι «η Ελλάς ουδέποτε θα υπερασπίζετο στρατιωτικά την Κύπρο»!

Οι Αμερικανοί αντιτίθεντο στη απόσυρση των Τουρκικών δυνάμεων από την Κύπρο και ο στρατηγός Ντάβος διοικητής του 3ου σώματος στρατού στην βόρειο Ελλάδα διετήρησε μάχιμους τους Έλληνες αξιωματικούς που δεν συμφωνούσαν την άνευ όρων εκεχειρία.

Τα υπόλοιπα επεισόδια του Αττίλα Ι είναι γνωστά από τις άκαρπες διαπραγματεύσεις Ελλάδος-Τουρκίας στη Γενεύη. Με την παραβίαση της εκεχειρίας στις 14 Αυγούστου και την άφιξη 30.000 Τούρκων στρατιωτών στην Κύπρο ξεκίνησε ο 2ος  Αττίλας, κατόπιν άρνησης του Έλληνος υπουργού Εξωτερικών Γεωργίου Μαύρου στη Γενεύη ν’ αξιοποιήσει την μεσολάβηση των Σοβιετικών για την επίλυση του Κυπριακού. Είχαν περάσει σχεδόν ένας μήνας και τίποτε δεν είχε γίνει από πλευράς της κυβερνήσεως Κ. Καραμανλή για την ενίσχυση των Ελληνοκυπρίων στον αγώνα κατά των Τούρκων εισβολέων.

Το σημερινό ερώτημα είναι αν η Τουρκία θα μπορούσε να καταλάβει ολόκληρη την Κύπρο την 14η Αυγούστου ‘74 όταν παρεβίασε την εκεχειρία και προώθησε τα τανκς της μέχρι της σημερινής γραμμής κατοχής (Αττίλα ΙΙ) και τούτο διότι είχε την έγκριση του Αμερικανικού Στέιτ  Ντιπάρτμεντ, για κατάληψη «ζωτικού χώρου» χάριν των Τουρκοκυπρίων αλλά όχι ολοκλήρου της νήσου. Εστερείτο  όμως η Τουρκία των στρατιωτικών δυνάμεων να διευρύνει το μέτωπο εάν είχε ν’ αντιμετωπίσει και τις Βρετανικές δυνάμεις στην Κύπρο, την Αμερικανική εναέρια υπεροχή και την υποτιθεμένη πίεση των Σοβιετικών στον Καύκασο.

Όπως εδήλωσε αργότερα ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Τζέημς Σλέσινγκερ, η Τουρκία υπερέβη τα «εσκαμμένα» που ήσαν έτοιμοι να αποδεχθούν οι σύμμαχοι στο Κυπριακό έδαφος και  σταμάτησε την προέλαση στο νότο μόλις κατέλαβε την Αμμόχωστο. Ως προειδοποίησε τότε ο Κάλαχαν τον «πορθητή» Ετσεβήτ: «Σήμερα, η Δημοκρατία της Κύπρου είναι όμηρος του Τουρκικού στρατού αλλά στο μέλλον η Τουρκία θα ανακαλύψει ότι είναι αιχμάλωτος της Κύπρου».

«Υπόθεση εργασίας» παραμένει, τι θα συνέβαινε εάν εξακολουθούσαν οι Τούρκοι τις επιχειρήσεις για να καταλάβουν ολόκληρη την Κύπρο. Η υπεροχή των Αγγλοσαξώνων στη θάλασσα και τους αιθέρες της Κύπρου θα μπορούσε να ματαιώσει την Τουρκική επιχείρηση. Το ΝΑΤΟ (του κ. Γεραπετρίτη) πάντως πέτυχε την καταστροφή της Μεγαλονήσου και προξένησε κύμα φυγής 200.000 Ελληνοκυπρίων προσφύγων νοτίως της γραμμής Αττίλα ΙΙ. Σήμερα, το Κυπριακό πρόβλημα είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στην εξομάλυνση των σχέσεων της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση. Η προφητεία Κάλαχαν του 1974 άρχισε να επαληθεύεται.