Έχει στη χώρα μας διαδοθεί η εντύπωση ότι εγκαταλείποντας την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων, ή διακόπτοντας τις ενέργειες για εντοπισμό νέων κοιτασμάτων πετρελαίου ή φυσικού αερίου, κατά κάποιο τρόπο συμβάλλουμε στην προστασία του περιβάλλοντος. Βέβαια αυτό δεν έπεται καθόλου. Μπορεί κανείς να μην εξορύσσει ούτε γραμμάριο πετρελαίου και να επιβαρύνει καταστροφικά το περιβάλλον με χίλιους τρόπους. Ή το αντίστροφο

Συνήθως οι παραινέσεις για εγκατάλειψη της εκμετάλλευσης, ή της αναζήτησης, ορυκτών καυσίμων είναι είτε εκ του πονηρού είτε ξεκινούν από ανθρώπους με ιδεολογικές παρωπίδες.

Ας δούμε, όμως, τι γίνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εντός του 2023 κατέστησαν ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στον κόσμο και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας LNG στον κόσμο, ξεπερνώντας το Κατάρ. Το επίτευγμα αυτό είναι ακόμα πιο αξιοσημείωτο αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του ότι οι ΗΠΑ άρχισαν να εξάγουν LNG μόλις το 2016. Με τον τρόπο αυτό οι ΗΠΑ κατόρθωσαν να μειώσουν τις τιμές των καυσίμων στο εσωτερικό τους και να καταστήσουν την Ευρώπη ενεργειακό τους υποχείριο. Οι εξαγωγές LNG το 2023 αυξήθηκαν σε όγκο κατά 13%, αξιοποιώντας νέα κοιτάσματα φυσικού αερίου και νέες υπερμοντέρνες μονάδες υγροποίησης.

Δεν εκπλήσσει συνεπώς η πολύ καλή πορεία της Αμερικανικής οικονομίας το 2023. Ο ρυθμός ανάπτυξης έφτασε το 2,5% ξεπερνώντας πολύ τις προβλέψεις, και μάλιστα επιταχύνθηκε σημαντικά στο τελευταίο τρίμηνο του 2023. Χάρη στις εξαγωγές καυσίμων (και αυτοκινήτων), το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών των ΗΠΑ (που ξεπερνάει τα $ 65 δισεκατομμύρια) μειώθηκε από τον Ιανουάριο 2023 μέχρι τον Ιανουάριο 2024 κατά $ 2,9 δισεκατομμύρια, ή 4,1%. Ο πρόεδρος Biden δικαίως περηφανεύτηκε για τον δυναμισμό της οικονομίας στο πρόσφατο State of the Union address, αποσιώπησε όμως την αύξηση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων.

Και ενώ αυτή είναι η κατάσταση επί του εδάφους, η διοίκηση Bidenπάγωσε τον Ιανουάριο τις εκκρεμούσες αιτήσεις για νέους τερματικούς σταθμούς εξαγωγής LNG, στο Τέξας κυρίως αλλά και αλλού. Το Υπουργείο Ενέργειας θα εκπονήσει έρευνες «περιβαλλοντικών επιπτώσεων» των σταθμών αυτών. Όπως διαβάζουμε σε πρόσφατο αναλυτικό σημείωμα του ΙΕΝΕ, ο πρόεδρος Biden δήλωσε: «Κατά την περίοδο αυτή (του παγώματος αδειών) θα εξετάσουμε προσεκτικά τις επιπτώσεις των εξαγωγών LNG στο κόστος ενέργειας, στην ενεργειακή ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών και στο περιβάλλον μας».

Οι εγκαταστάσεις που θα διευκολύνουν την εξαγωγή LNG από τις ΗΠΑ έχουν προσελκύσει επενδύσεις που υπολογίζονται σε $ 290 δις. μέσα στα επόμενα 10 χρόνια.  Οι επενδυτές εμφανίζονται ανήσυχοι από αυτό το πάγωμα αδειοδοτήσεων, ενώ οι περιβαλλοντολόγοι είναι ενθουσιασμένοι, καθώς θεωρούν το πάγωμα ως το πρώτο βήμα προς την απόρριψη. Μία από τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην εξαγωγή LNG, η Venture Global, δήλωσε: «η διακοπή αυτή [της αδειοδότησης νέων τερματικών σταθμών] αποτελεί σοκ για τη διεθνή αγορά ενέργειας, ισοδυναμεί με την επιβολή οικονομικών κυρώσεων και στέλνει ένα δυσοίωνο μήνυμα στους συμμάχους μας ότι δεν μπορούν να στηρίζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες».

Ερωτάται, γιατί η διοίκηση Biden προέβη σε αυτήν την ενέργεια τώρα; Τώρα την έπιασε η ανησυχία για το περιβάλλον; Η απάντηση είναι διττή: Πρώτον, το πάγωμα είναι κίνηση εναντίον του κυβερνήτη του Τέξας ο οποίος πρόσφατα κινητοποίησε την Πολιτειακή αστυνομία για να φρουρήσει πιο «σφιχτά» τα σύνορα με το Μεξικό, θέτοντας έτσι εν αμφιβόλω τη σχετική αρμοδιότητα της Εθνοφρουράς. Μάλιστα απειλήθηκε και σύρραξη μεταξύ των δύο σωμάτων. Οι περισσότερες επενδύσεις για τερματικούς σταθμούς εξαγωγής LNG γίνονται στο Τέξας, παγώνοντας συνεπώς ο Biden τις σχετικές αδειοδοτήσεις καταφέρνει πλήγμα στην αυθάδη Πολιτεία κατά τρόπο πλάγιο. Δεύτερον, πλησιάζουν οι εκλογές του Νοεμβρίου και οι Δημοκρατικοί βγάζουν από τη ναφθαλίνη τις περιβαλλοντικές τους ευαισθησίες, οι οποίες έχουν μια κάποια εκλογική απήχηση. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και οι προτεινόμενες νέες ποινές για εκπομπές μεθανίου (από τις εταιρείες που διενεργούν γεωτρήσεις) πέραν των επιτρεπόμενων από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση ορίων. Το πρόστιμο ανά τόννο εκπεμπόμενου μεθανίου θα ανέβει από τα $900 το 2024 στα $ 1200 το 2025 και στα $ 1500 το 2026.

Τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε από αυτά τα γεγονότα; Το ασφαλές συμπέρασμα είναι ότι οι ΗΠΑ, ασχέτως ποιός κυβερνά, κάνουν αυτό που συμφέρει την οικονομία τους και ενισχύει τον διεθνή τους ρόλο, ενώ ταυτόχρονα δηλώνουν με έμφαση κάτι πολύ διαφορετικό αποσκοπώντας στη δημιουργία εντυπώσεων. Αντιλαμβάνονται πολύ καλά ότι η αξιοποίηση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι απαραίτητη προϋπόθεση οικονομικής ισχύος και αξιοποιούν αυτή τη δυνατότητα χωρίς να το διαφημίζουν. Από την άλλη, προβαίνουν σε συμβολικές κινήσεις όταν αυτό απαιτείται λόγω εκλογικών σκοπιμότητων.

Η Ελλάδα οφείλει να ακολουθήσει το παράδειγμα των ΗΠΑ. Καταρχήν, πρέπει να έχει εθνική ενεργειακή πολιτική και να μην υιοθετεί άκριτα ό,τι της υπαγορεύουν οι Βρυξέλλες. Εχουμε το ΕΣΕΚ, που αναθεωρείται συνεχώς, αν το διαβάσει κανείς βλέπει ότι είναι συρραφή μελλοντολογικών σεναρίων που θα ήταν, ίσως, εφικτά μόνο αν είχαν ήδη επιτευχθεί τεχνολογικά άλματα που δεν έχουν γίνει ακόμα. Οι προβλεπόμενες δυναμικότητες ηλεκτρόλυσης, για παράδειγμα, και παραγωγής «πράσινου» υδρογόνου είναι καθαρά φανταστικές. Πώς είναι δυνατόν η χώρα μας να στηρίξει την ενεργειακή της επάρκεια σε όμορφα μεν, ανέφικτα δε σενάρια;

Δεύτερον, πρέπει να βλέπουμε τις πράξεις των άλλων, όχι τις δηλώσεις τους. Οι ΗΠΑ, και το Ηνωμένο Βασίλειο, εκμεταλλεύονται τους ορυκτούς υδρογονάνθρακες ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την εθνική τους οικονομία, χωρίς να αμελούν ασφαλώς και την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών παραγωγής ενέργειας. Η ΕΕ διακηρύσσει την πίστη της στην ανανεώσιμη ενέργεια αλλά, στην πράξη, εξαρτάται πλέον απολύτως από τις εισαγωγές LNG από τις ΗΠΑ. Η χώρα μας πρέπει, το ταχύτερο, να αξιοποιήσει τους εθνικούς της πόρους με παράλληλη, εξαιρετικά επιλεκτική, ανάπτυξη κάποιων ΑΠΕ.

*Ανώτερο Διευθυντικό Στέλεχος μεγάλου Ελληνικού Ομίλου Επιχειρήσεων