Ενώ οι τουρκικές πιέσεις έχουν μεταστρέψει το κλίμα στον ΟΗΕ - Σε μια ρεαλιστική, αν και ουδόλως ευχάριστη διαπίστωση προέβη ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης κατά την συνέντευξη που έδωσε, συμπληρώνοντας τον πρώτο χρόνο από την εκλογή του. Ότι δηλαδή η πάροδος του χρόνου δημιούργησε σειρά αρνητικών τετελεσμένων και ότι κατά την διάρκεια των δεκαετιών που πέρασαν κάθε σχέδιο λύσεως που παρουσιαζόταν ήταν χειρότερο από το προηγούμενο. Επεσήμανε όμως ότι προέχει για την Λευκωσία η διατήρησις  της Κυπριακής Δημοκρατίας που είναι «το πιο σημαντικό που έχουμε»

Όμως την διάλυση αυτής της Κυπριακή Δημοκρατίας έχει θέσει ως στόχο ο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος ήδη από την εποχή των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά είχε δηλώσει ότι εφ’ εξής η «πραγματικότης» των δύο κρατών πρέπει να αποτελεί την βάση για την επίλυση του Κυπριακού. Την θέση αυτή επανέλαβε ο Τούρκος Πρόεδρος και προσφάτως κατά το Διπλωματικό Φόρουμ της Αττάλειας όπου εδήλωσε: «Έχουμε εντατικοποιήσει τις προσπάθειές μας για να διασφαλίσουμε την κυριαρχική ισότητα και το ισότιμο διεθνές καθεστώς του "τουρκοκυπριακού λαού", τα οποία αποτελούν κεκτημένα δικαιώματά του».

Και δυστυχώς η αντίληψις αυτή έχει περάσει πλέον και στον ΟΗΕ, τα ψηφίσματα του οποίου θεωρούσε κάποτε η Ελλάς ως βάση επιλύσεως του Κυπριακού. Οι εξελίξεις όμως δεικνύουν ότι δεν μπορεί κανείς να εμπιστεύεται τους διεθνείς οργανισμούς. Θα πρέπει να προβαίνει σε δικές του προτάσεις για την λύση ζητημάτων όπως το Κυπριακό, κάτι που δυστυχώς η Ελλάς ουδέποτε έπραξε επαφιομένη στα Ηνωμένα Έθνη.

Και ενώ στην Κύπρο υπάρχει ένα πρόβλημα εισβολής και κατοχής, έχουν διαπραχθεί ανήκουστες θηριωδίες από τον τουρκικό στρατό εισβολής, έρχεται σήμερα ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ δια τα Ανθρώπινα Δικαιώματα να εγκαλέσει την Κύπρο για παραβίαση των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων!

Η έκθεσις του Αυστριακού Φόλκερ Τουρκ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κύπρο αποτελεί ντροπή και όνειδος για όλο τον δυτικό κόσμο. Ο Φόλκερ Τουρκ, κάνοντας το μαύρο άσπρο και προκαλώντας τον ελληνισμό στα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, που για πάνω από 50 χρόνια «ματώνει» από την παράνομη κατοχή της Βόρειας Κύπρου, τόλμησε να μιλήσει για δυσανάλογες διακρίσεις εις βάρος των Τουρκοκυπρίων.

Ο Ύπατος Αρμοστής, ξεπερνώντας κάθε όριο, μετατράπηκε στον εκπρόσωπο των Τούρκων εποίκων, του ψευδοκράτους του Τατάρ αλλά και του «σουλτάνου» Ερντογάν, χύνοντας δάκρυα για τους καταπιεστές αλλά όχι για τους καταπιεσμένους. Θα θέσουν άραγε το ζήτημα αυτό η κυπριακή ή η ελληνική κυβέρνησις ή θα κάνουν ακόμα μία φορά πως δεν καταλαβαίνουν την φιλοτουρκική στάση που διατηρούν διεθνείς οργανισμοί μετά τις πιέσεις του Ερντογάν; Και, κυρίως, θα αποδεχθούν διαπραγματεύσεις για επίλυση σε μια τέτοια βάση συζητήσεως;

Συγκεκριμένα, στην ετήσια έκθεσή του στον ΟΗΕ αναφέρεται ότι τα σημεία διελεύσεως είναι ανεπαρκή, σχηματίζονται ουρές αυτοκινήτων και εμποδίζονται η ελεύθερη διακίνηση και οι επαφές μεταξύ των δύο κοινοτήτων! Και το θέμα δεν είναι πως είπαν στον Ύπατο Αρμοστή ότι υπάρχουν ουρές αυτοκινήτων, αλλά βρήκε και εξήγηση και λύση! Ανέφερε, ακόμη, πως οι Τουρκοκύπριοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν εμπόδια στην άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος στο «νότιο τμήμα της Κύπρου» και πως οι αιτήσεις ιθαγένειας για παιδιά Τουρκοκυπρίων που γεννήθηκαν σε μεικτούς γάμους (με έναν γονέα έποικο) και διαμένουν στο «βόρειο τμήμα της Κύπρου», συνεχίζουν να καθυστερούν ή να απορρίπτονται.

Διαπίστωσε επίσης «κοινωνικοοικονομική ανισότητα μεταξύ της τουρκοκυπριακής κοινότητας και της ελληνοκυπριακής κοινότητας, η οποία συνεχίζει να αυξάνεται, με την τουρκοκυπριακή κοινότητα να επηρεάζεται περισσότερο». Ωστόσο, το θέμα της τουρκικής κατοχής δεν αναφέρεται, παρά αναφέρει πως «η συνεχιζόμενη διαίρεση της Κύπρου συνεχίζει να εμποδίζει την πλήρη απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από όλους τους ανθρώπους σε όλο το νησί».

Εν μέσω αυτής της άκρως δυσμενούς για το εθνικό θέμα, ο Νίκος Χριστοδουλίδης θα πρέπει να προσπαθήσει ν εξισορροπήσει τα πράγματα και να οδηγήσει την Κύπρο σε αποδεκτή λύση, με κύριο μοχλό την συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως ανέφερε στην συνέντευξή του: «Στην ιστορία των διαπραγματεύσεων του Κυπριακού κάθε σχέδιο που παρουσιαζόταν, κάθε πρωτοβουλία που συζητούσαμε, ήταν χειρότερη από την προηγούμενη. Ξέρετε πότε άλλαξε αυτό; Το 2004. Το 2004 που η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό που έθεσε προηγουμένως ο κύριος Κυπριανού για τον Κερυνειώτη, πριν το 2004 δεν ήταν θέμα προς συζήτηση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Σήμερα, ακριβώς λόγω του ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι θέμα προς συζήτηση. Την ίδια στιγμή, γιατί δεν μου αρέσει να ωραιοποιώ την κατάσταση, το τί συζητούμε σήμερα στο Κυπριακό δεν συζητείτο το 1983. Δεν υπήρχε, το 1983 δικαίωμα χρήσης στην περιουσία, προέκυψε στα χρόνια, άρα η πάροδος του χρόνου, επαναλαμβάνω, δημιουργεί νέα αρνητικά τετελεσμένα».

Για δε τις προσπάθειες και τους στόχους του είπε: «Η Τουρκία από το 1964 θεωρεί εκλιπούσα την Κυπριακή Δημοκρατία. Ποια είναι όμως εμένα η υποχρέωσή μου; Υποχρέωσή μου είναι να προσπαθήσω να πράξω ό,τι είναι δυνατόν, αξιοποιώντας όλα τα εργαλεία που έχω στη διάθεσή μου, ή να αποδεχθώ την τουρκική θέση. Και για μένα η αποδοχή της λύσης δύο κρατών δεν μπορεί σε καμία απολύτως περίπτωση να αποτελεί θέμα καν για συζήτηση, όχι επιλογή.

Η πατρίδα είναι πάνω από όλους. Και σας είπα προηγουμένως ότι καθημερινά βιώνουμε περισσότερα τετελεσμένα. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή από τη λύση. Και ακούω συχνά, και συμφωνώ με αυτή την προσέγγιση, τί είναι το πιο σημαντικό που έχουμε; Το πιο σημαντικό που έχουμε είναι η Κυπριακή Δημοκρατία. Οποιαδήποτε άλλη μορφή λύσης του Κυπριακού καταργεί ό,τι πιο σημαντικό έχουμε, που είναι η Κυπριακή Δημοκρατία, κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρα, δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Δεν είναι επιλογή συζήτησης τα δύο κράτη. Δεν είναι επιλογή, δεν μπορώ να φανταστώ να είναι επιλογή για τον οποιονδήποτε αναγνώριση ξεχωριστού κράτους στις κατεχόμενες περιοχές, που σημαίνει αμέσως αποαναγνώριση της ίδιας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Άρα, ξέρω τις δυσκολίες. Γνωρίζω τις δυσκολίες περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο. Αλλά έχω ευθύνη να πράξω ό,τι είναι δυνατόν, και αυτό κάνω».