Τα Εμπόδια στην Πράσινη Μετάβαση Παρατείνουν Χρονικά την Αιχμή Ζήτησης Πετρελαίου

Τα Εμπόδια στην Πράσινη Μετάβαση Παρατείνουν Χρονικά την Αιχμή Ζήτησης Πετρελαίου
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Παρ, 1 Μαρτίου 2024 - 08:00

Η επιβράδυνση του ρυθμού προώθησης της ενεργειακής μετάβασης θα επιμηκύνει τη χρονική διάρκεια κατά την οποία θα κορυφωθεί η ζήτηση πετρελαίου πέραν του 2030, σύμφωνα με τα όσα υποστηρίζει ο μεγαλύτερος ανεξάρτητος trader πετρελαίου στον κόσμο, ο όμιλος Vitol. «Η ζήτηση πετρελαίου θα συνεχίσει να αυξάνεται για αρκετά χρόνια ακόμη προτού αρχίσει να επιπεδώνεται», ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της Vitol, Ράσελ Χάρντι, σε ομιλία του στην Διεθνή Εβδομάδα Ενέργειας στο Λονδίνο.

Ταυτόχρονα, η συνολική ζήτηση για πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα, σε παγκόσμιο επίπεδο, πρόκειται επίσης να κορυφωθεί αργότερα από ό,τι υπολογιζόταν, καθώς η ενεργειακή μετάβαση προχωρά πιο αργά από ό,τι είχε αρχικά εκτιμηθεί, σύμφωνα με τον ίδιο.

Η πρόβλεψη των ιθυνόντων της Vitol για το θέμα έρχεται σε αντίθεση με εκείνη που έχει διατυπώσει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA), που υποστηρίζει ότι θα επιταχυνθεί η πορεία προς την ενεργειακή μετάβαση και επιμένει ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα κορυφωθεί πριν από το 2030, κάτι που θα υπονομεύσει την επέκταση των  επενδύσεων σε νέα έργα ορυκτών καυσίμων.

Ο CEO της Vitol, αν και συμφωνούσε με αυτή την άποψη, πριν από 12-24 μήνες, σήμερα τάσσεται υπέρ εκείνης που θέλει τη ζήτηση ορυκτών καυσίμων να κορυφώνεται μετά το 2030, εξαιτίας της καθυστέρησης στην πορεία προς την πράσινη μετάβαση.

Ο ρυθμός της αλλαγής αμφισβητείται πλέον ανοιχτά από αρκετά στελέχη της αγοράς, εξαιτίας των υψηλότερων τραπεζικών επιτοκίων, των προβλημάτων στην αλυσίδα εφοδιασμού, τις χαμηλές αποδόσεις για τα νέα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και από τις αντιδράσεις των κοινωνιών κατά ορισμένων κυβερνήσεων που επιβάλλουν στους καταναλωτές ακριβότερες επιλογές για τον ενεργειακό εφοδιασμό τους. 

Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ενεργειακή μετάβαση δεν θα προχωρήσει, νομοτελειακά, εν τούτοις, οι περισσότεροι αναλυτές αναμένουν ότι η ζήτηση πετρελαίου θα κορυφωθεί στις αρχές της δεκαετίας του 2030, όπως και η Vitol, σε αντίθεση με την θέση του ΙΕΑ για κορύφωσή της πολύ νωρίτερα που δεν την συμμερίζεται η πλειονότητα των στελεχών της αγοράς πολλοί.

Για να μην αναφερθούμε στις προβλέψεις του ΟPEC+ που διαβλέπει ισχυρή ζήτηση για το προϊόν του, ακόμη και πιο μακροπρόθεσμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το διεθνές καρτέλ αναθεώρησε πέρυσι σημαντικά τη μακροπρόθεσμη εκτίμησή του για την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου την οποία τοποθετεί σε περίπου 116 εκατομμύρια βαρέλια ανά ημέρα (bpd) το 2045, ήτοι, αυξημένη κατά 6 εκατομμύρια bpd σε σύγκριση με την προηγούμενη εκτίμηση που είχε διατυπώσει από το 2022.

Ο ΟPEC+ αναμένει ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα αυξηθεί κατά περισσότερα από 16 εκατομμύρια βαρέλια ανά ημέρα μεταξύ 2022 και 2045, ώστε από τα 99,6 εκατομμύρια βαρέλια ανά ημέρα, το 2022, να φθάσει σε 116 εκατομμύρια βαρέλια ανά ημέρα, το 2045.

Οι κίνδυνοι από την υποεπένδυση

Εν τω μεταξύ, οι αναλυτές και τα στελέχη της ενεργειακής βιομηχανίας κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την υποεπένδυση που παραηρείται τα τελευταία χρόνια στην εξερεύνηση νέων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Τουλάχιστον όμως, παρά το γεγονός ότι ο κλάδος στο σύνολό του δαπανά λιγότερα κεφάλαια για νέες έρευνες και πραγματοποιεί γεωτρήσεις μόνο σε τοποθεσίες όπου είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ανακαλυφθούν υδρογονάνθρακες, οι έρευνες συνεχίζονται εντατικά, ιδίως σε υπεράκτια «οικόπεδα».

Μάλιστα, το 2023, οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου που δραστηριοποιούνται στον Κόλπο του Μεξικού ανακοίνωσαν νέες οκτώ ανακαλύψεις στην περιοχή, σύμφωνα με το Offshore Magazine.

Ακόμη, η νορβηγική E&P Wellesley Petroleum ανακοίνωσε, τον Ιούνιο του περασμένου έτους, την μεγαλύτερη υπεράκτια ανακάλυψη υδρογονανθράκων στη σκανδιναβική χώρα, για την τελευταία δεκαετία.

Αλλά και η Equinor εντόπισε, με τη σειρά της, δύο νέα κοιτάσματα πετρελαίου στα ανοικτά των ακτών της Νορβηγίας, πέρυσι. Και η Shell συμμετέχει ενεργά σε αυτό το παιγχνίδι και το περασμένο έτος έκανε μια σημαντική ανακάλυψη στην Βόρεια Θάλασσα.

Ωστόσο, η πραγματικότητα δείχνει ότι οι δαπάνες για πετρελαϊκές έρευνες μειώνονται σταθερά εδώ και περίπου μια δεκαετία. Οι εταιρείες αποθαρρύνονται να επενδύσουν σε νέα έργα από τις πολιτικές που ακολουθού ολοένα και περισσότερες κυβερνήσεις, όπως και οι περιβαλλοντικοί ακτιβιστές που πιστεύουν ότι ο κόσμος δεν θα χρειαστεί περισσότερο πετρέλαιο και φυσικό αέριο στο μέλλον.