Οι τριμερείς συνεργασίες της Ελλάδας και της Κύπρου με την Αίγυπτο και το Ισραήλ αποτελούσαν μία σταθερά της ελληνικής διπλωματίας τα τελευταία χρόνια και φιλοδοξούσαν να ορίσουν τους κανόνες του παιχνιδιού στην ανατολική Μεσόγειο. Μολονότι παρουσιάζονταν ως σχήματα τα οποία δεν στρέφονται έναντι τρίτων, προφανώς δεν είναι διόλου τυχαίο ότι δεν συμπεριλάμβαναν την Τουρκία – χώρα, η οποία πέρα από τις “παραδοσιακές” αντιπαλότητες με την ελληνική πλευρά, είχε καταστεί είχε από το 2010 διαταραγμένες πολιτικές σχέσεις και με το εβραϊκό κράτος

Οι δύο τριμερείς, δεν αποτελούσαν στην πραγματικότητα παρά μία διευρυμένη τετραμερή (τηρουμένων όμως των προσχημάτων, καθώς η Αίγυπτος δεν μπορούσε να εμφανίζεται συμμαχούσα με το Ισραήλ), η οποία διέθετε τις ευλογίες των ΗΠΑ, αλλά διακλαδωνόταν περαιτέρω, συναντώντας τα συμφέροντα των μοναρχιών του Περσικού Κόλπου, οι οποίες ανησυχούσαν αφενός για τον υπό ιρανική ηγεσία “Άξονα της Αντίστασης” και αφετέρου για τη δράση της (υπό κοινή πατρωνεία Τουρκίας και Κατάρ) Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Όμως όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν, συμπαρασύροντας κατά τα φαινόμενα και πολλές από τις “σταθερές” της ελληνικής διπλωματίας της τελευταίας (κρισιακής) δεκαπενταετίας.

Στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, όλοι οι βασικοί παίκτες έχουν αποδοθεί σε κλείσιμο μετώπων, αλλά και σε όλο και μεγαλύτερη αποδέσμευση από τις υπαγορεύσεις της Ουάσιγκτον. Η Τουρκία αποκατέστησε τις σχέσεις της με τη Σαουδική Αραβία, οι οποίες είχαν δηλητηριασθεί από την δολοφονία του δημοσιογράφου (και στελέχους της Μουσουλμανικής Αδελφότητας) Τζαμάλ Χασόγκι. Το αυτό συνέβη και με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τα οποία είχαν ούτε λίγο ούτε πολύ καταγγελθεί ως χρηματοδότης της απόπειρας πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν το 2016.

Ομοίως οι ανοικτές πληγές της ούτω καλουμένης “Αραβικής Ανοίξεως” του 2011 άρχισαν να επουλώνονται, με τη Δαμασκό να ανακτά την έδρα της στον Αραβικό Σύνδεσμο, μετά από ενδοαραβική σύγκρουση ένδεκα ετών και τις δύο αντίπαλες κυβερνήσεις της Λιβύης (τις εδρεύουσες στην Τρίπολη και το Τομπρούκ αντιστοίχως) να πραγματοποιούν έστω και επιφυλακτικά βήματα προσεγγίσεως.

Και το κυριότερο όλων: Ο παλαιός ανταγωνισμός Σαουδικής Αραβίας και Ιράν (ο οποίος χρωμάτιζε όλες τις εξελίξεις στην περιοχή ως υποτιθέμενη σύγκρουση σουνιτών και σιιτών) τέθηκε παράμερα κατόπιν κινεζικής μεσολαβήσεως τον περασμένο Μάρτιο και κατόπιν οι δύο χώρες προσχώρησαν, μαζί με τα ΗΑΕ, την Αίγυπτο και την Αιθιοπία στην διευρυμένη Ομάδα Brics. Άλλωστε όλα αυτά είχαν τρόπον τινά προαναγγελθεί από το modus vivendi το οποίο είχαν εξεύρει το Ριάντ με τη Μόσχα στους κόλπους του OPEC+ για τον έλεγχο των τιμών του πετρελαίου.

Η γειτονιά μας εισέρχεται σταδιακά στο “βαρυτικό πεδίο” της ευρασιατικής ολοκλήρωσης, με την Τουρκία να αναγνωρίζει τις νέες ευκαιρίες, ακροβατώντας πέρα από τις δεδομένες δεσμεύσεις ως χώρας του ΝΑΤΟ. Αντιθέτως, η Αθήνα με δηλώσεις και κινήσεις αντιρωσικής και αντι-ιρανικής πλειοδοσίας (π.χ. πρωθυπουργικά συγχατηρήρια για τη δολοφονία του στρατηγού Σολεϊμανί) μένει εκτός παιδιάς και ενδεχομένως οσονούπω “περικυκλωμένη”.

Η ανάφλεξη της 7ης Οκτωβρίου επιτάχυνε τις εξελίξεις, καθώς η ανησυχία που γεννούν οι ενέργειες του Ισραήλ στη Γάζα και οι συνθήκες οικονομικής κρίσης που επιδεινώνονται από την γεωπολιτική αναταραχή έχουν, όπως αποδεικνύεται, για το Κάιρο μεγαλύτερη ισχύ από τον φόβο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και τις παλαιές αιτιάσεις για την Άγυρα. Άλλωστε το έδαφος έχει προετοιμασθεί από τις αραβικές μοναρχίες, που κατεξοχήν κρατούν εν ζωή την αιγυπτιακή οικονομία, ενώ εναλλακτικές όπως η εγκαθίδρυση μιας νέας Pax Americana με την αναγνώριση του Ισραήλ από τους ισχυρότερους γείτονές του μοάζει να έχουν ενταφιασθεί υπό τυα ερείπια της Γάζας.

Το αποτέλεσμα ήταν το Κάιρο να στρώσει το χαλί την Τετάρτη στον Ταγίπ Ερντογάν, τον προσφωνούμενο και “αδελφό”, επιτασχύνοντας θεαματικά μία διαδικασία σπασίματος των πάγων που είχε ξεκινήσει διστακτικά μόλις πρόπερσι με την χειραψία των δύο ηγετών στις κερκίδες του Μουντιάλ του Κατάρ.

Υπενθυμίζεται ότι ο στρατάρχης Αμπντελφάταχ αλ Σίσι ήλθε στα πράγματα της Αιγύπτου με πραξικόπημα (που πάντως διέθετε και ικανή λαϊκή υποστήριξη) το 2013, ανατρέποντας τον εκ της Μουσουλμανικής Αδελφότητας προερχόμενο πρόεδρο Μόρσι, ο οποίος είχε εκλεγεί το προηγούμενο έτος. Η εξέλιξη αυτή είχε αποτελέσει πλήγμα για τις φιλοδοξίες της Άγκυρας και είχε οδηγήσει τις τουρκο-αιγυπτιακές σχέσεις σε πολικές θερμοκρασίες.

Τώρα, Σίσι και Ερντογάν είχαν την ευκαιρία όχι απλώς να αποκαταστήσουν τις διπλωματικές τους σχέσεις σε επίπεδο ανταλλαγής πρεσβευτών, αλλά και να υπογράψουν συμφωνίες συνεργασίας στους τομείς του τουρισμού, του πολιτισμού και της εκπαίδευσης. Για την Αίγυπτο, η οποία λόγω της αναταραχής στην Ερυθρά Θάλασσα έχει χάσει το 60% των εσόδων της από τη Διώρυγα του Σουέζ, ενώ ήδη παλεύει με την κρίση των σιτηρών, κάθε ένεση τουρκικών επενδύσεων ή τουριστικού συναλλάγματος είναι άκρως ευπρόσδεκτη. Από την πλευρά του ο Τούρκος πρόεδρος είναι πάντα πρόθυμος να προτείνει στους συνομιλητές του οικονομικές εξοπλιστικές λύσεις υπό τη μορφή προμήθειας τουρκικών drones, ενώ ασφαλώς ενδιαφέρεται τα μάλα για τους αιγυπτιακούς υδρογονάνθρακες και τις οδούς διοχέτευσής τους στην ευρωπαϊκή αγορά.

Άλλωστε, η ελληνο-αιγυπτιακή μερική οριοθέτηση θαλασσίων δικαιοδοσιών σταματά στο σημείο από το οποίο μπορεί να διεκδικήσει μερίδιο η Άγκυρα (εξαφανίζοντας προφανώς την επήρεια του Καστελόριζου), ενώ και το θέμα της Λιβύης στο οποίο Αίγυπτος και Τουρκία υποστήριζαν αντίπαλες πλευρές βαίνει προς εκτόνωση.

Χαρακτηριστικά, κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου, ο Σίσι είπε ότι συμφωνεί με τον Ερντογάν για την ανάγκη ενίσχυσης των διαβουλεύσεων μεταξύ Αιγύπτου και Τουρκίας για το φάκελο της Λιβύης, ώστε να διευκολυνθεί η διεξαγωγή προεδρικών και βουλευτικών εκλογών και να ενοποιηθούν οι ένοπλες δυνάμεις της διαιρεμένης χώρας. “Αναμένουμε ότι η επιτυχία μας στην επίτευξη σταθερότητας πολιτικής και ασφάλειας στη Λιβύη θα αποτελέσει ένα μοντέλο προς μίμηση”, δήλωσε ο Σίσι, προσθέτοντας ότι οι χώρες της περιοχής είναι σε καλύτερη θέση να κατανοήσουν την “πολυπλοκότητα” του φακέλου της Λιβύης και τους τρόπους επίλυσης των υφιστάμενων διαφορών. Ο Τούρκος πρόεδρος, από την πλευρά του, δήλωσε ότι συζήτησε με τον Σίσι για τις κρίσεις της Λιβύης, της Σομαλίας και του Σουδάν καθώς και για τις παγκόσμιες υποθέσεις αμοιβαίου ενδιαφέροντος.

Σημειώνεται ότι η Αίγυπτος, που ούτως ή άλλως αποτελεί τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Τουρκίας στην Αφρική, αντιμετωπίζεται από την Άγκυρα ως “βατήρας” περαιτέρω εξάπλωσης της τουρκικής επιρροής στη Μαύρη Ήπειρο, για την οποία εντατικά εργάζεται επί χρόνια στο ανθρωπιστικό, πολιτιστικό, πολιτικό και οικονομικό πεδίο.

(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")