Μπορεί κάθε αναφορά στο πετρέλαιο και στις τιμές του να μοιάζουν παράταιρες με την παγκόσμια τάση απαξίωσης της χρήσης και της αναγκαιότητάς του στο μείγμα καυσίμων, ωστόσο, όταν γνωρίζεις ότι στις πόλεις της Γερμανίας, τη χώρα που πρωτοστατεί στην διάδοση της  πράσινης ενέργειας, οι κάτοικοι θερμαίνονται ακόμη με πετρέλαιο, τότε έχει σημασία να καταγράφουμε τα όσα συμβαίνουν 

σε αυτή την αγορά. Τα νοικοκυριά στην Γερμανία πλήρωσαν κατά μέσο όρο 733,9 ευρώ ανά χίλια λίτρα πετρελαίου θέρμανσης το 2021, ενώ την περίοδο 2000 - 2021, οι τιμές του πετρελαίου θέρμανσης στη χώρα παρουσίασαν διακυμάνσεις, με αποκορύφωμα τα 938,7 ευρώ ανά χίλια λίτρα το 2012.

Tην περίοδο 1991 -2022 η μέση κατανάλωση ντίζελ και πετρελαίου θέρμανσης από τα ιδιωτικά νοικοκυριά στην Γερμανία ήταν 1.144,65 χιλιάδες βαρέλια ημερησίως, με χαμηλό όριο τα 956.64 χιλιάδες βαρέλια ημερησίως το 2007, και υψηλό, τα 1.327,09 χιλιάδες βαρέλια ημερησίως, το 1996. Το 2022 η κατανάλωση έφθασε στα 997,27 χιλιάδες βαρέλια ανά ημέρα, όταν ο μέσος όρος 36 χωρών το ίδιο έτος, ήταν 367,08 χιλιάδες βαρέλια ανά ημέρα.

 

(Κατανάλωση πετρελαίου θέρμανσης και ντίζελ στην Γερμανία- Πηγές: U.S. Energy Information Administration & Statista)

Παραμένουμε στην Γερμανία, όπου το 2022, η χώρα κατανάλωνε περί τα 2,08 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα! Η Γερμανία εξακολουθεί να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, καθώς οι εγχώριοι πόροι της έχουν εξαντληθεί σε μεγάλο βαθμό ή η εξόρυξή τους έχει γίνει πολύ δαπανηρή, ιδίως μετά και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Το 2020, η Ευρωπαϊκή Ένωση εισήγαγε το 57,5% της ενέργειας που κατανάλωνε, αφού η δική της παραγωγή και οι αυξομειώσεις των αποθεμάτων της κάλυπταν μόνο ένα 42,5% των αναγκών της. Η εξάρτηση της Γερμανίας από τις ενεργειακές εισαγωγές ήταν ακόμη υψηλότερη, καθώς έφθανε στο 63,7 τοις εκατό  από 67% ένα χρόνο νωρίτερα.

Εν τω μεταξύ, η υπερπροσφορά, οι σχετικά χαμηλές τιμές και η υποτονική αύξηση της ζήτησης θα συνεχίσουν να κυριαρχούν φέτος, στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου και και να αποτελούν τους κύριους μοχλούς καθορισμού των τιμών του.

Ο μόνος παράγοντας που θα μπορούσε ενδεχομένως να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις αυτών των παραγόντων είναι η έκρυθμη κατάσταση στην Ερυθρά Θάλασσα, όπου συνεχιζόμενες επιθέσεις των ανταρτών Χούτι, απειλούν να διαταράξουν, εκτός από τον εφοδιασμό και τη σχετική νηνεμία στο μέτωπο των τιμών.

Ενώ οι τιμές του πετρελαίου παραμένουν καθηλωμένες κάτω από τα 80 δολάρια ανά βαρέλι, εδώ και εβδομάδες, ορισμένοι traders ποντάρουν στην πιθανότητα το πετρέλαιο να φτάσει μέχρι και τα 110 δολάρια το βαρέλι στις αρχές της άνοιξης.  

Η πρόβλεψη βασίζεται στο σενάριο μιας σοβαρής κλιμάκωσης της σύγκρουσης στην Μέση Ανατολή, τους επόμενους μήνες, και λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι τα θεμελιώδη μεγέθη και οι αναλυτές υποδεικνύουν μια ισορροπημένη αγορά, ή έστω μια αγορά με ελαφρύ πλεόνασμα στις αρχές του τρέχοντος έτους.

Τα spreads των futures με τιμές $110/$130 για το Brent, το διεθνές benchmark, για τους μήνες Μάιο και Ιούνιο, έχουν προσελκύσει πονταρίσματα που αντιστοιχούν σε περίπου 30 εκατομμύρια βαρέλια, αναφέρει το Bloomberg, επικαλούμενο στοιχεία από χρηματιστήρια και χρηματιστές. Οι αγοραστές του συγκεκριμένου περιθωρίου δικαιωμάτων προαίρεσης, θα επωφεληθούν σε περίπτωση που οι τιμές του πετρελαίου φθάσουν στα 110 δολάρια ανά βαρέλι έως το τέλος Μαρτίου ή Απριλίου, όταν και λήγουν τα futures Μαΐου και Ιουνίου, αντίστοιχα.

Είναι, ενδεχομένως, η μόνη πιθανίτητα να συμβεί κάτι παρόμοιο, καθώς εκτός από μια ευρεία κλιμάκωση του πολέμου στην Μέση Ανατολή, που θα  αποτελέσει άμεση απειλή για την προσφορά αργού πετρελαίου, οι αναλυτές δεν βλέπουν, επί του παρόντος, πώς οι τιμές θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τα 100 δολάρια ανά βαρέλι το α’ εξάμηνο του έτους.

Μάλιστα, η Goldman Sachs θεωρεί πως η περσινή αύξηση της προσφοράς ήταν πέραν πάσης προσδοκίας, κάτι που θα μπορούσε να συνεχιστεί και φέτος, θέτοντας ένα ανώτατο όριο στις διεθνείς τιμές. Σύμφωνα με τον χρηματοπιστωτικό οίκο, η πραγματική απειλή για τις τιμές, είμαι φέτος, για άλλη μια χρονιά,  πτωτικοί!

Εάν οι τιμές παραμείνουν χαμηλές, η Κίνα θα σπεύσει να προμηθευτεί περισσότερες ποσότητες αργού κυρίως για να αναπληρώσει τις αποθήκες της. Έχει συμβεί και στο πρόσφατο παρελθόν και ενδεχομένως, θα ξανασυμβεί εφόδον συντρέξουν οι προϋποθέσεις. Φυσικά, υπάρχει πάντα η πιθανότητα μιας οδυνηρής έκπληξης που θα εξωθήσει τις τιμές του το πετρελαίου αρκετά υψηλότερα. Προς το παρόν, όμως, αυτή η πιθανότητα μοιάζει απομακρυσμένη.