με «τους Έλληνες» (ως τους αποκαλεί η Αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα, υποτιμώντας τις πολιτικές και πολιτιστικές του διαστάσεις του Ελληνισμού (*) ήταν προβληματικές με τους Τόσκηδες και τους Γκέκηδες, τις δύο κυριότερες φυλές της Αλβανίας.
Όχι τόσο διότι «οι ΄Ελληνες» διάκεινται δυσμενώς προς τον Αλβανικό λαό όσο διότι η ιθύνουσα τάξη των Τιράνων ευρίσκεται σε διαρκή ανταγωνισμό με την Ελλάδα και ενθαρρύνεται προς τούτο από ξένες κυβερνήσεις όπως της Τουρκίας, Ιταλίας κι ορισμένων «εταίρων» μας.
Κι όμως η παρουσία του Ελληνισμού είναι αισθητή ανά πάν βήμα - τουλάχιστον στον νότο της Αλβανίας. Παντού ακούς Ελληνικά, τα μισά τουλάχιστον αυτοκίνητα Αλβανών έχουν Ελληνικές πινακίδες κυκλοφορίας κι οι περισσότεροι εξ αυτών έχουν επισκεφθεί την Ελλάδα, δουλέψει αποταμιεύσει και λησμονήσει τις σκληρές συνθήκες διαβιώσεως επί κομμουνισμού από την εμπειρία τους στην Ελλληνική γη. Σπάνια ακούς παράπονα απ’ Αλβανούς για «τους ΄Ελληνες» - εκτός αν έλθεις σε επαφή με πολιτικούς, διπλωμάτες ή δημοσίους υπαλλήλους της γείτονος χώρας, ως λ.χ. τελωνειακούς στην Κακαβιά οι οποίοι είναι αγενέστατοι.
Πράγματι, η σύγχρονη Αλβανία μαθήτευσε κοντά στον Ελληνισμό που της παρέσχε προστασία, ευκαιρίες απασχολήσεως και γνώσεις σε πολλούς τομείς όπως λ.χ. στον Τουρισμό, στην Ιατρική, στο Μάρκετινγκ της καταναλώσεως και στην αποκρατικοποίηση.
Επί παραδείγματι, περιοχή του Vulis, στο νότο, έχει πλούσιο υπέδαφος σε πετρέλαιο που από την εποχή του Εμβέρ Χότζα παρήγετο και καταναλίσκετο επιτοπίως, μ’ ένα απηρχαιωμένο διυλιστήριο και τοπικό αγωγό. Σήμερα, οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας του πετρελαίου εγκατελήφθησαν και τα φορτία αργού μεταφέρονται με βυτία σε πλοία και εξάγονται ενώ η βενζίνη, το ντίζελ και τα υγραέρια προσφέρονται ελευθέρως σε διεθνώς ανταγωνιστικές τιμές από τοπικά πρατήρια. Στην Γεωργία , έχει διαδοθή η καλλιέργεια της ελιάς («Μανάκια») κι ο «Αγροτουρισμός» κάνει δειλά βήματα. Ο ξενοδοχειακός κλάδος έχει καταλέβει τα παράλια, από της Αυλώνος μέχρις των Αγίων Σαράντα – όχι πάντα κατά πολεοδομικό ορθό τρόπο – κι οι εργαζόμενοι που έχουν διατελέσει στελέχη κι υπάλληλοι ξενοδοχείων στην Ελλάδα, προσφέρουν καλές υπηρεσίες στη Ευρωπαϊκή πελατεία. Το φαγητό είναι παραπλήσιο με το Ελληνικό κι οι καφετέριες γεμάτες από …φραπεδάκια! Οι αρχαίοι ερειπιώνες (Μακεδονικοί, Ρωμαϊκοί και Βυζαντινοί) προστατεύονται από αρχαιολόγους και θρησκευτικοί ναοί συντηρούνται και κάπου -κάπου ανεγείρωνται νέοι για τον αναβιώσαν θρησκευτικό αίσθημα μετά τον αθεϊσμό του κομμουνιστικού καθεστώτος (1944-1991).
Σήμερα, η Αλβανία είναι σαν την Ελλάδα της δεκαετίας του ’50 αλλά με γοργά βήματα αναπτύσσεται και επενδύει σε υποδομές (δρόμους, λιμάνια, νοσοκομεία, σχολεία), χωρίς τις πολυδάπανες αμυντικές δαπάνες, δοθέντος ότι δεν απειλείται από κανένα (ως λχ. η Ελλάς από τον προαιώνιο εχθρό). Το βιωτικό επίπεδο του Αλβανικού λαού ανέρχεται συνεχώς (μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ περίπου 6.000 ευρώ το 2020) και παρά την Πανδημία του Κινεζοϊού η ανάπτυξη δεν ανεκóπει. Η προοπτική εντάξεως στην ΕΕ παραμένει ανοικτή ενώ το νόμισμα (Λέκ) ενισχύεται έναντι του ευρώ από την σφικτή νομισματική πολιτική. Η ηλεκτρική Κwh κυμαίνεται από 170 έως 220 Λεκ – πιο φθηνή απ’ ότι στην Ελλάδα.
Στο δημογραφικό, η Αλβανία ομοιάζει με την Ελλάδα. Όχι τόσο στον χαμηλό δείκτη γεννήσεων όσο από την αθρόα μετανάστευση των νεαρών ηλικιών στην Ευρώπη. Ο παραμένων πληθυσμός της χώρας έχει πέσει κάτω από τα 3 εκατομμύρια της απογραφής του 2021 και γηράσκει όπως ο Ελληνικός. Ο εθνικός κίνδυνος είναι παραπλήσιος με της Ελλάδος: Αν το πληθυσμιακό κενό δεν καλυφθεί από γεννήσεις Αλβανών, η χώρα θα καταληφθεί από απολίδες άλλων βαλκανικών περιοχών και ο χαρακτήρας της (πίστη στην οικογένεια και φρονίδα στους γέροντες) θα χαθεί.
Δύο λόγια για την αναμόρφωση του φυσικού περιβάλλοντος της Αλβανίας που τόσον αλλοιώθη όταν το καθεστώς Χότζα έκοψε όλα τα δένδρα μέχρι το Τεπελένι, από την ψύχωση του Ψυχρού Πολέμου το 1950: Φυτέψατε εκ νέου τα δάση με τα πλούσια νερά από ποτάμια όπως ο Αώος που πηγάζει από την Πίνδο και ξαναδώστε στο τοπίο της βορείου Ηπείρου τον χαρακτήρα του ενιαίου φυσικού τοπίου όπως απαντάται κάτω από το Καλπάκι και μέχρις της γέφυρας του Ρίο-Αντιρρίου.
Χάρμα ειδέσθαι ακόμη και με το χειμωνιάτικο φώς, στο δείλι.
(*) ΜΑΚΡΙΑ ΚΙ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ, «Ογδόντα χρόνια Αμερικανικής διπλωματίας στην Ελλάδα 1940-2020» ,υπό Ρίτσαρντ Λ.Τζάκσον, εκδόσεις βιβλιοπωλείου ΕΣΤΙΑΣ, «με τα λόγια των ιδίων Αμερικανών διπλωματών», στους οποίους θα επανέλθουμε συντόμως.