Σύμφωνα με το κυβερνητικό αφήγημα, απώτερος στόχος του νέου κύκλου επαφών μεταξύ της Ελληνικής και της Τουρκικής ηγεσίας είναι η συμφωνία και υπογραφή «συνυποσχετικού» για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) στο Αιγαίο και στην Ανατ. Μεσόγειο με παραπομπή του όλου θέματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, (ΔΔΧ). Ένα χιλιοειπωμένο ευχολόγιο που, όμως, δεν οδηγεί πουθενά, δεδομένων των παγιωμένων Τουρκικών θέσεων.
Πέρα του γεγονότος ότι το εν λόγω Δικαστήριο δεν είναι το ενδεδειγμένο δικαιοδοτικό όργανο να εκδικάσει μια τέτοια υπόθεση- με πλέον αρμόδιο το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) καθώς έχει ενσωματώσει το νέο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (ΝΔΔΘ) στην νομολογία του και η Τουρκία έχει υπογράψει συμφωνία προσχώρησης στην ΕΕ- υπάρχουν σημαντικά ανοικτά θέματα με την Τουρκία που δεν επιτρέπουν την άνευ όρων διπλωματική και πολιτική προσέγγιση από πλευράς Ελλάδος. Αυτό, όμως, είναι ακριβώς αυτό που επιχειρείται από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Τα θέματα αυτά δεν είναι άλλα από τις συνεχείς διεκδικήσεις και απαγορευτικά της γείτονος που κάθε άλλο παρά αφηρημένες έννοιες είναι (όπως υποστηρίζουν αφελώς ορισμένοι στην Αθήνα) και σκοπό έχουν να περιορίσουν με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο την Ελληνική κυριαρχία στον δικό της ιστορικό θαλάσσιο χώρο, στο Αιγαίο και τις πέριξ θάλασσες.
Με διαδοχικές κυβερνήσεις να μην έχουν τολμήσει, ως όφειλαν,να οριοθετήσουν έστω χαρτογραφικά τα όρια της Ελληνικής ΑΟΖ - σε Αιγαίο, Κρητικό Πέλαγος και Ανατ. Μεσόγειο - ώστε να γνωρίζουν όλοι, urbi et orbit, τις θέσεις της χώρας μας και να μην μιλάμε για δυνητική ΑΟΖ ,και άλλα φαιδρά, που μάς εκθέτουν σε διεθνή φόρα δίδοντας το δικαίωμα σε τρίτους να μας σχολιάζουν δηκτικά ότι δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς θελουμε. Σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και ταχεία διάδοση της πληροφόρησης, αποτελεί τουλάχιστον αναχρονισμό η Ελληνική κυβέρνηση να θέλει να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις και ο υπόλοιπος κόσμος να μην γνωρίζει τι ακριβώς διεκδικεί (βλέπε σχετικό αναλυτικό άρθρο μας στην Εστία της 20/8/ 2023).
Ως προς την στόχευση της κυβέρνησης να θέσει το θέμα της οριοθέτησης ΑΟΖ - διότι περί αυτού πρόκειται όταν ομιλεί για θαλάσσιες ζώνες- στο επίκεντρο της προσέγγισης με την Άγκυρα, υπάρχουν εγγενείς δυσκολίες και σοβαρά προβλήματα τα οποία η Αθήνα προσποιείται ότι δεν υπάρχουν. Τα οποία όμως στην πορεία θα αποδειχθεί ότι όχι μόνο δεν θα εξαφανιστούν κατά κάποιο μαγικό τρόπο, αλλά θα παραμείνουν εν ισχύ εκτροχιάζοντας κάθε προσπάθεια. Και για να είμαστε πλέον συγκεκριμένοι αναφερόμαστε:
(α) Στο Τούρκο-Λιβυκό μνημόνιο για χάραξη ΑΟΖ ,του Νοεμβρίου 2019, μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης με ξεκάθαρη καταπάτηση της ακήρυκτης μεν αλλά πολύ υπαρκτής Ελληνικής ΑΟΖ. Έκτοτε το εν λόγω μνημόνιο όχι μόνο δεν έχει αποσυρθεί, παρά τις Ελληνικές αντιδράσεις, αλλά η Τουρκία ετοιμάζεται για έρευνες υδρογονανθράκων στην Λιβύη βάσει των προβλέψεων της εν λόγω συμφωνίας.
(β) Την ανακήρυξη του δόγματος της Γαλάζιας Πατρίδος (Mavi Vatan) η οποία, με ξεκάθαρα όρια όπως ορίζονται σε σειρά δημοσιευμένων χαρτών, διχοτομεί το Αιγαίο, το οποίο πλέον θεωρείται μέρος της Τουρκίας. Το εν λόγω δόγμα επισημοποιεί τις Τουρκικές βλέψεις στο Ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και στα Δωδεκανησσα.
(γ) Τη νομοθεσία για το περίφημο casus belli από την Τουρκική Εθνοσυνέλευση (1995) σε περίπτωση που η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ν. μ., όπως έχει το αναφαίρετο δικαίωμα από το ΝΔΔΘ.
Με ανοικτά τα ανωτέρω τρία ουσιώδη θέματα, που στρέφονται ξεκάθαρα κατά της Ελληνικής κυριαρχίας όχι μόνο στις στις θάλασσες της αλλά και στον νησιωτικό της χώρο, και την εκπεφρασμένη διάθεση από Ελληνικής πλευράς να μην αποτελέσουν αυτά τροχοπέδη στην όλη προσέγγιση, είναι απορίας άξιο με τι είδους προσδοκίες προσέρχεται η Ελληνική κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις. Βέβαια, όταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός προδικάζει την όλη διαπραγμάτευση η οποία θα στηριχθεί όπως δήλωσε, στην γνωστή συνέντευξη του στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ, σε «αναγκαίες υποχωρήσεις», η όλη υπόθεση είναι από χέρι χαμένη.
Εάν η σημερινή η η επόμενη κυβέρνηση επιθυμεί πράγματι να επαναφέρει την έννομη τάξη στο Αιγαίο η οποία διασαλεύθει τον Οκτώβριο του 1973 (όταν η Τουρκική κυβέρνηση με νομοθετικό διάταγμα, προχώρησε σε παραχωρήσεις ερευνών εντός των Ελληνικών θαλασσών στη κρατική εταιρεία πετρελαίου ΤΡΑΟ) και έκτοτε ακολούθησαν μύριες όσες παραβιάσεις σε θάλασσα και αέρα, δεν έχει παρά να προχωρήσει στην ανακήρυξη ΑΟΖ στην περιοχή Νότια και Ανατολικά της Κρήτης ( περιλαμβάνοντας την ληψή λωρίδα με την Αίγυπτο που συμφωνήθηκε τον Αύγουστο του 2021) και νότια της Ρόδου και του Καστελλόριζου και της νήσου Στρογγύλης.
Προσκαλώντας την ίδια στιγμή την Κυπριακή κυβέρνηση σε διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό της οριογραμμής μεταξύ της Ελληνικής και της Κυπριακής ΑΟΖ και ανακοινώνοντας ταυτόχρονα την πρόθεση της να προσκαλέσει εν ευθέτω χρόνο την Τουρκική κυβέρνηση αλλά και την Αιγυπτιακή σε παρόμοιες διαπραγματεύσεις.Με αυτές τις κινήσεις, παρά τις αναμενόμενες και σκληρές (αλλά όχι εμπόλεμες) αντιδράσεις από πλευράς Τουρκίας, η Ελλάδα αποκτά την πρωτοβουλία των κινήσεων και αναποδογυρίζει την Τουρκική τράπουλα. Το άμεσο όφελος για την Ελλάδα θα είναι ότι, σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση ήθελε ακολουθήσει, η Αθήνα θα έχει ως σημείο εκκίνησης την εκφρασμένη πλέον θέση, επί χάρτου, για τα όρια της ΑΟΖ και όχι το θεωρητικό κατασκεύασμα της «δυνητικής» ΑΟΖ.