Το πάγωμα της συμφωνίας για τα σιτηρά σε συνδυασμό με τις προειδοποιήσεις ότι η Ευρώπη μπορεί να αντιμετωπίσει νέα κρίση φυσικού αερίου τον χειμώνα σημάνουν και πάλι συναγερμό στην Γηραιά Ήπειρο. Η συμφωνία για τα σιτηρά που «πάγωσε» επέτρεπε τη μεταφορά σιτηρών και λιπασμάτων από τρία βασικά ουκρανικά λιμάνια, παρά τον ρωσικό αποκλεισμό. Συνήφθη τον Ιούλιο του 2022 με την μεσολάβηση της Τουρκίας για να επιτρέψει στην Ουκρανία να συνεχίσει να λειτουργεί ως ο σιτοβολώνας της Ευρώπης εν μέσω μιας συνεχιζόμενης παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης. Αλλά η Μόσχα κατήγγειλε ότι οι δυτικές

κυρώσεις εξακολουθούν να δυσχεραίνουν τις εξαγωγές ρωσικών προϊόντων και αποχώρησε από την συμφωνία.

Η Ουκρανία και η Ρωσία είναι μεγάλοι εξαγωγείς σιταριού και οι τιμές των σιτηρών εκτινάχθηκαν σε υψηλά επίπεδα ρεκόρ όταν ξεκίνησε ο πόλεμος πριν από 500 ημέρες. Οι τιμές υποχώρησαν στα προπολεμικά επίπεδα όταν συνήφθη η συμφωνία. Και όπως ήταν αναμενόμενο, η απόφαση της Ρωσίας να μην ανανεώσει τη συμφωνία τη Δευτέρα έστειλε τις τιμές του σιταριού ξανά στα ύψη. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για το σιτάρι σημείωσαν άλμα 3% τη Δευτέρα, φθάνοντας στο υψηλό των 689,25 λεπτών ανά μπούσελ, το υψηλότερο επίπεδο από τις 28 Ιουνίου, όταν το συμβόλαιο διαπραγματευόταν έως και 706,25 λεπτά. Σχεδόν 32 εκατομμύρια τόνοι καλαμποκιού, σιταριού και άλλων δημητριακών έχουν εξαχθεί από την Ουκρανία στο πλαίσιο της συμφωνίας. Πάνω από το 50 % του φορτίου ήταν αραβόσιτος, το σιτηρό που επλήγη περισσότερο από τον αποκλεισμό των ουκρανικών σιτοβολώνων στην αρχή του πολέμου.

Σύμφωνα με το World Food Programme του ΟΗΕ, πριν τον πόλεμο οι εξαγωγές της Ουκρανίας κάλυπταν τις ανάγκες περίπου 400 εκατομμυρίων ανθρώπων, μεταξύ άλλων στη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Ο διεθνής οργανισμός επισημαίνει ότι «οι ουκρανικές εξαγωγές αποτελούν σημαντικό παράγοντα για τη διασφάλιση της διατροφικής επάρκειας ανά τον κόσμο», ενώ φυσικά αποκομίζουν οφέλη και στην ίδια την Ουκρανία, καθώς μόνο το 2022 απέφεραν πολύτιμο συνάλλαγμα 700 εκατομμυρίων δολαρίων.

Η συμφωνία ορίζει ότι τα σιτηρά φορτώνονται σε τρία διαφορετικά λιμάνια (Οδησσός, Τσορνομόρσκ, Πιβντένι), μεταφέρονται στην Κωνσταντινούπολη διασχίζοντας τη Μαύρη Θάλασσα και εκεί ελέγχονται από μεικτές ομάδες, στις οποίες συμμετέχουν Ρώσοι, Ουκρανοί και Τούρκοι επιθεωρητές, καθώς και συνεργάτες του ΟΗΕ. Έτσι έχουν βρει τον δρόμο τους προς τις διεθνείς αγορές μεγάλες ποσότητες αγροτικών προϊόντων, με αποτέλεσμα, μέχρι τον Μάιο του 2023, να σταθεροποιείται η τιμή τους διεθνώς. Μάλιστα το 64% των σιτηρών από την Ουκρανία κατευθύνεται στις πιο φτωχές, αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ για το καλαμπόκι το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 50%. Όμως από τον Μάρτιο μέχρι σήμερα πολλά δημοσιεύματα καταγράφουν μείωση των ουκρανικών εξαγωγών κατά 25% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022. Οι λόγοι είναι ποικίλοι. Πολλά εφοπλιστικά γραφεία αποφεύγουν να διαθέσουν πλοία για το συγκεκριμένο, επικίνδυνο δρομολόγιο. Οι διατυπώσεις είναι τόσο αυστηρές, που η παράδοση των προϊόντων καθυστερεί.

Μετά την διακοπή της συμφωνίας αναλυτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, τονίζοντας ότι οι συμμετέχοντες στην αγορά θα πρέπει να παρακολουθούν στενά την προοπτική της Μόσχας να επιβάλει αύξηση του φόρου εξαγωγών, δεδομένου ότι αυτό πιθανότατα θα αυξήσει περαιτέρω τις τιμές των σιτηρών και θα βοηθήσει το Κρεμλίνο να χρηματοδοτήσει τη στρατιωτική του εκστρατεία στην Ουκρανία. Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες προειδοποίησε ότι «εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι με την πείνα και οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν μια παγκόσμια κρίση κόστους ζωής. Αυτοί θα πληρώσουν το τίμημα», δήλωσε ο γ.γ. του ΟΗΕ.

Η Ουκρανία θα αναγκαστεί τώρα να εξάγει τα περισσότερα σιτηρά της από τα χερσαία σύνορά της και τα λιμάνια του Δούναβη, με αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση του μεταφορικού κόστους και τη συσσώρευση περαιτέρω πίεσης στα κέρδη των Ουκρανών αγροτών. Ήδη η ΕΕ είχε καταθέσει ένα εναλλακτικό σχέδιο για τη διανομή των ουκρανικών σιτηρών που δεν μπορούν να μεταφερθούν μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Το σχέδιο προβλέπει την μεταφορά των φορτίων μέσω των συνόρων της Ουκρανίας με την Πολωνία σε λιμάνια της Βαλτικής Θάλασσας, ή σιδηροδρομικώς και με φορτηγίδα στο ρουμανικό λιμάνι της Κωνστάντζα. Από την έναρξη του πολέμου, η Ουκρανία στέλνει περίπου το 10% των εξαγωγών σιτηρών της μέσω των χερσαίων συνόρων της με την Πολωνία. Ωστόσο, δεν είναι εύκολο να να μεταφερθούν με αυτόν τον τρόπο μεγαλυτερες ποσότητες κυρίως εξαιτιας προβλημάτων στις υποδομές. Το σιδηροδρομικό δίκτυο στην Ανατολική Ευρώπη δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει στα λιμάνια της Βαλτικής και στην Κωνστάντζα ακόμη και τις σχετικά μικρές ποσότητες σιτηρών που εξήγαγε η Ουκρανία από ξηράς.

Αβεβαιότητα και για το φυσικό αέριο

Παρά τις προσπάθειες της Ευρώπης να απεξαρτηθεί από την Μόσχα, υπάρχουν και πάλι φόβοι ότι τα ενεργειακά αποθέματα της Ευρώπης θα μπορούσαν να απειληθούν φέτος εάν η Μόσχα διακόψει τις προμήθειες προς την ήπειρο. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, ή IEA, προειδοποίησε για «μεγάλη αβεβαιότητα» στην Ευρώπη ενόψει του χειμώνα, υπενθυμίζοντας τον πανικό που αντιμετώπισαν οι αγορές ενέργειας αμέσως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι γεμάτες αποθήκες φυσικού αερίου στην Ευρώπη δεν συνιστούν από μόνες τους επαρκή άμυνα απέναντι σε νέες διαταραχές της αγοράς τον επόμενο χειμώνα, προειδοποιεί ο ΙΕΑ σε νέα του έκθεση για τον κλάδο. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, ένας ψυχρός χειμώνας θα αύξανε τη ζήτηση κατά 30 δισ. κ.μ. στην Ε.Ε., ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί περαιτέρω μείωση των ρωσικών προμηθειών. Αν οι τελευταίες διακοπούν τον Οκτώβριο, τότε η ήπειρος θα υπολείπεται κατά 10 δισ. κ.μ.Αν ο χειμώνας είναι δριμύς και το LNG αυξηθεί κατά 15%, τότε οι αποθήκες θα κλείσουν στο 34% στα τέλη Μαρτίου, ενώ αν το LNG παραμείνει όπως πέρυσι τότε θα πέσουν στο 25%. Σε ένα σενάριο με ήπιο χειμώνα και διαθεσιμότητα LNG αντίστοιχη με πέρυσι, οι ευρωπαϊκές αποθήκες θα ολοκληρώσουν τη χειμερινή περίοδο με 50% ακόμα και δίχως το ρωσικό αέριο.