Παρά τους κλυδωνισμούς που προκάλεσαν στο τραπεζικό σύστημα οι χρεοκοπίες τριών αμερικάνικων τραπεζών, τα προβλήματα της Credit Suisse και η χρηματιστηριακή αναστάτωση, η ΕΚΤ αποφάσισε την αύξηση των τριών βασικών επιτοκίων της κατά 50 μονάδες βάσης

Αναλυτικά το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, θα αυξηθούν σε 3,50%, 3,75% και 3,00% αντιστοίχως, με  ημερομηνία ισχύς την 22η Μαρτίου 2023.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΚΤ ο βασικός λόγος για αυτήν την απόφαση είναι οι προβλέψεις για τη διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.

Πιο αναλυτικά οι προβλέψεις της ΕΚΤ θεωρούν ότι ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 5,3% στο 2,9%  και στο 2,1%  για το 2023, 2024 και 2025 αντίστοιχα.

Όσον αφορά τον δομικό πληθωρισμό (χωρίς τις τιμές της ενέργειας και των ειδών διατροφής)  οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 4,6% το τρέχον έτος, για 2,5% το 2024 και για υποχώρηση στο 2,2% το 2025 καθώς «οι ανοδικές πιέσεις από τις προηγούμενες διαταραχές στην πλευρά της προσφοράς και την επανεκκίνηση της οικονομίας θα εξασθενούν και η πιο περιοριστική νομισματική πολιτική θα συγκρατεί ολοένα περισσότερο τη ζήτηση».

Σχετικά με τα προγράμματα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) και αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP) η ΕΚΤ αναφέρει:

Α) Για το ΑΡΡ το χαρτοφυλάκιο του μειώνεται με τρόπο μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει όλα τα ποσά από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους. Η μείωση θα ανέρχεται σε 15 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός της θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.

Β) Για το πρόγραμμα PEPP, το Δ.Σ. σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.

Το Δ.Σ. θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP, καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.

Για τις πράξεις αναχρηματοδότησης, σημειώνεται ότι οι τράπεζες της Ευρωζώνης προχωρούν στην αποπληρωμή των ποσών που έχουν δανειστεί στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, με το Δ.Σ. να αξιολογεί τακτικά τον τρόπο με τον οποίο οι στοχευμένες δανειοδοτικές πράξεις θα συνεισφέρουν στους στόχους της ασκούμενης νομισματικής πολιτικής.

Όσον αφορά τις τρέχουσες εξελίξεις το Δ.Σ. της ΕΚΤ και η πρόεδρος της C.Lagarde, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου, ανέφεραν ότι παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τα τεκταινόμενα, υπογραμμίζοντας ότι η κεντρική τράπεζα διαθέτει τα κατάλληλα και επαρκή εργαλεία παρέμβασης εφόσον αυτό καταστεί αναγκαίο, τονίζοντας παράλληλα την ανθεκτικότητα του τραπεζικού κλάδου, ο οποίος διαθέτει ισχυρές θέσεις σε κεφάλαια και ρευστότητα.

Σύμφωνα με εγχώριους αναλυτές από τον τραπεζικό τομέα, η απόφαση της ΕΚΤ ήταν επιβεβλημένη καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα προκαλούνταν ερωτήματα για τους βαθμούς ανησυχίας της κεντρικής τράπεζας σχετικά με την ευστάθεια του συστήματος. Ενδεχομένως η παρέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας να προσφέρει μια σημαντική γραμμή προληπτικής ρευστότητας στην Credit Suisse ύψους 50 δισ. ευρώ, γεγονός που επέδρασε θετικά στην ψυχολογία των αγορών, να είχε τη δική της βαρύτητα.

Ωστόσο θα πρέπει να καταγραφούν τα εξής σημεία:

  • γίνεται σαφές ότι, παρά την προκληθείσα αβεβαιότητα, προτεραιότητα της ΕΚΤ αποτελεί η τιθάσευση του πληθωρισμού έναντι των υπόλοιπων ανησυχιών,
  • δεν παρέχεται καμία νέα καθοδήγηση σχετικά με την μελλοντική πορεία των επιτοκίων, καθώς σύμφωνα με την C.Lagarde πρώτα θα εξετασθούν τα δεδομένα και τα οικονομικά στοιχεία και στη συνέχεια θα ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις,
  • με βάση τις τρέχουσες συνθήκες δεν κρίνονται απαραίτητες νέες παρεμβάσεις από την ΕΚΤ,
  • παρά τη ρητορική δέσμευση παρέμβασης στην περίπτωση επιδείνωσης των συνθηκών, δεν ανακοινώθηκε κάτι συγκεκριμένο για την διασφάλιση της ρευστότητας των τραπεζών, καθώς περίπου 550 δισ. ευρώ υφιστάμενων TLTRO πρόκειται να λήξουν τον Ιούνιο,
  • η αντίδραση των αγορών κρίνεται ως ουδέτερη, καθώς την αρχική αρνητική εικόνα των αγορών ακολούθησε η επαναφορά των δεικτών σε θετικό έδαφος. Εκείνο που σίγουρα έχει διαφοροποιηθεί είναι η αύξηση της μεταβλητότητας καθώς οι επενδυτές αναμένουν νεότερες εξελίξεις τόσο από τον ευρωπαϊκό όσο και από τον αμερικανικό τραπεζικό τομέα.

(από k-report.gr)