Παρά το γεγονός ότι τους τελευταίους τρεις μήνες βιώνουμε μια ιδιαίτερα υψηλή μεταβλητότητα στις αγορές του αργού πετρελαίου διεθνώς, τις τελευταίες δύο με τρεις εβδομάδες έχουν αρχίσει να γίνονται αντιληπτοί μια σειρά από παράγοντες που προϊδεάζουν για μια ισχυρή ανάκαμψη των τιμών. Φαίνεται ότι το στοιχείο της αβεβαιότητας ως προς την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, το οποίο ήταν κυρίαρχο τους προηγούμενους μήνες, αρχίζει να υποχωρεί καθώς ο Ρωσικός ενεργειακός μηχανισμός συνεχίζει να αποκολλάται από τις Δυτικές αγορές χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα ενώ οι προοπτικές για αποκλιμάκωση του υψηλού πληθωρισμού μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους εμφανίζονται θετικές μετά την επιθετική πολιτική που εφάρμοσαν οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες

Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που το τελευταίο διάστημα παρατηρούμε σημεία ανάκαμψης της πετρελαϊκής αγοράς αφού η τιμή του Brent, του διεθνούς benchmark,τις τελευταίες 10 ημέρες κινείται σταθερά άνω των $ 85 το βαρέλι και άνω των $ 80 τις τελευταίες 20 ημέρες. Έχοντας ξεφύγει για καλά από το καθοδικό σπιράλ που ξεκίνησε περί τα τέλη Οκτωβρίου, όταν το Brent είχε φθάσει στα $ 95, για να κατακρημνιστεί στο επίπεδο των $ 70 το βαρέλι στις αρχές Δεκεμβρίου.



Οι βασικοί παράγοντες που ευνοούν την σημερινή ανοδική πορεία περιλαμβάνουν την παρατηρούμενη σταθερή αύξηση της ζήτησης, την σταθεροποίηση των αποθεμάτων, τα αυξανόμενα εμπόδια στην προμήθεια - μετά την αναγκαστική αποκοπή της Μόσχας από τις δυτικές αγορές και την δημιουργία μιας νέας Ρωσικής ενεργειακής σφαίρας- και τις δυσκολίες χρηματοδότησης νέων ερευνών υπό την αφόρητη πίεση του περιβαλλοντικού λόμπι και των ακτιβιστών της κλιματικής αλλαγής (βλέπε κίνημα Climate Emergency κ.ά. παρόμοια). Το οποίο, δυστυχώς, αδιαφορεί πλήρως για τον σημαντικό ρόλο που έχουν οι υδρογονάνθρακες στην παγκόσμιο οικονομία (καλύπτουν το 52% του παγκόσμιου ενεργειακού ισοζυγίου και το 80% εάν προστεθεί και ο άνθρακας) και την πολύ θετική συμβολή της παραγωγής στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, υποστηρίζοντας, παράλληλα, την ανεδαφική θέση ότι περιορίζοντας τα έργα υποδομών σε πετρέλαιο και αέριο και εμποδίζοντας την νέα παραγωγή, θα μειώσουν ή και θα τερματίσουν την χρήση τους. Σώζοντας, έτσι, την ανθρωπότητα από μια «βέβαιη κλιματική καταστροφή» που την απειλεί άμεσα.

Για να επιστρέψουμε, όμως, στα θεμελιώδη της αγοράς που επηρεάζουν τις τιμές και, κυρίως, τον βασικό παράγοντα που είναι η ζήτηση, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) αλλά και ο OPEC, με μικρές αποκλίσεις συμφωνούν ότι η παγκόσμια ζήτηση βαίνει αυξανόμενη. Με τον ΙΕΑ να εκτιμά αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης κατά + 1.9 εκατ. βαρέλια την ημέρα το 2023 (σε σύγκριση με το 2022), έτσι που η προβλεπόμενη συνολική παγκόσμιος ζήτηση να φθάσει τα 101,7 εκατ. βαρ./ημέρα, και τον OPEC να υπολογίζει ότι η μέση αύξηση της ζήτησης για αργό πετρέλαιο κατά το τρέχον έτος θα διαμορφωθεί στα + 2,2 εκατ. βαρ. Και οι δύο οργανισμοί συμφωνούν ότι σχεδόν το 50% της εκτιμώμενης αύξησης στην ζήτηση θα προέλθει από την ανάκαμψη της Κινεζικής οικονομίας και, κατά συνέπεια, από την υψηλότερη ζήτηση για εισαγωγές αργού και προϊόντων που θα προκύψει.

Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές, είναι πολύ πιθανόν ότι κατά το 2023 ο παράγων της προσφοράς να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στις τιμές από ό, τι η ζήτηση. Και αυτό γιατί ο OPEC+ (όπου αξίζει να σημειωθεί ότι εξακολουθεί να συμμετέχει η Ρωσία παρά το embargo των G7), δεν δείχνει διατιθέμενος να αυξήσει την παραγωγή του μετά την θηριώδη αύξηση κατά 4,7 εκατ. βαρ./ημέρα κατά το 2022. Πράγμα που απέτρεψε τα χειρότερα ως προς τον έλεγχο των τιμών που, να θυμίσουμε, ότι τον Μάρτιο είχαν ξεπεράσει τα $125 το βαρέλι ενώ την περίοδο Μάρτιο-Ιούλιο εκινούντο πάνω από τα $ 100 το βαρέλι. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΕΑ, η επιπλέον παραγωγή που θα απαιτηθεί κατά το τρέχον έτος θα προέλθει κυρίως από την Νορβηγία, την Βραζιλία, τον Καναδά και την Γκουιάνα- χώρες που είναι εκτός OPEC+. Μιλάμε για μια συνολική έξτρα παραγωγή 1,9 εκατ.βαρ/ημέρα που, όμως, θα έχει να αντιμετωπίσει μια μείωση από τον OPEC+ κατά 870 χιλιάδες βαρέλια την ημέρα, που θα προκύψει από την μικρότερη παραγωγή της Ρωσίας λόγω των δυτικών κυρώσεων.

Αν και μικρή, σε σχέση με τις ανάγκες της αγοράς, εκτιμάται ότι τελικά θα υπάρξει μια οριακή αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής με αυτή να διαμορφώνεται στα 101,1 εκατ.βαρ./ημέρα. Όμως, επειδή ακριβώς μιλάμε για οριακή αύξηση, ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος σε δεδομένη χρονική στιγμή να παρατηρηθεί κενό στην προμήθεια, πράγμα που θα ασκήσει σοβαρές πιέσεις στη τιμή. Ουδείς, βέβαια, μπορεί σήμερα να εκτιμήσει με ασφάλεια το ποτέ και το πού θα συμβεί το ατυχές γεγονός διακοπής της προμήθειας ή έλλειψη στην παραγωγή. Όπως παρατηρεί ένα πεπειραμένο στέλεχος της διεθνούς πετρελαιαγοράς που μίλησε στο Energia.gr, «με τόσο στριμωγμένη την αγορά από πλευράς προμήθειας, οποιαδήποτε μικρή έλλειψη παρατηρηθεί, θα έχει δυσανάλογα μεγάλο αντίκτυπο στις τιμές. Υπό αυτή την έννοια, το 2023 θα είναι μια δύσκολη χρόνια για τις διεθνείς αγορές αργού και προϊόντων»

Τέλος, σε ότι αφορά τα αποθέματα αργού, παρά την αύξησή τους κατά το β΄ εξάμηνο του 2022, αυτά κινούνται στο επίπεδο των 7,91 δισεκ. βαρελιών (Νοέμβριος 2022) στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2021. Σε κάθε περίπτωση, ευρίσκονται σημαντικά χαμηλότερα από τα υψηλά του 2020, που, λόγω κατάρρευσης της αγοράς εξαιτίας της πανδημίας, αυτά είχαν φθάσει στα 8,8 δισεκ. βαρέλια. Μετά το χαμηλό των 7,6 δισεκ. βαρ πριν από 12 μήνες, τα αποθέματα επανέρχονται σε πλέον φυσιολογικά επίπεδα, με αυτά των χωρών του ΟΟΣΑ να πλησιάζουν πλέον τον μέσο όρο της τελευταίας 5ετίας στα 2800 εκατ. βαρέλια. Ενδεχόμενη μείωση από το σημερινό επίπεδο αποθεμάτων θα είναι ενδεικτική μιας χειροτέρευσης των συνθηκών από την άποψη της ενεργειακής ασφάλειας.