Τις τρεις περίπου δεκαετίες μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου είδαμε διάφορες αιματηρές συρράξεις πχ στα Δυτικά Βαλκάνια, τον Βόρειο και Νότιο Καύκασο και μια υφέρπουσα εμφύλια σύγκρουση στην περιοχή του Ντόνμπας. Όμως η απόφαση του Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία και ο πόλεμος στον οποίο εξελίχθηκε η εισβολή, συσπείρωσε τις ΗΠΑ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ και προκάλεσε τεκτονικές αλλαγές στην παγκόσμια τάξη και τις οικονομικές τάσεις, που είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται αρνητικά από την εποχή της πανδημίας

Αν και ο ουκρανικός στρατός έχει πετύχει να απελευθερώσει ένα σημαντικό μέρος του εδάφους το οποίο αρχικά είχαν καταλάβει οι Ρώσοι, ο πόλεμος συνεχίζεται και η νίκη φαίνεται μακριά για κάποιον από τους αντιπάλους. Η σύγκρουση έχει όλα τα χαρακτηριστικά να μετατραπεί σε μακροχρόνια και να διαιρέσει την Ευρώπη και τον κόσμο σε συνασπισμούς και στρατόπεδα. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζουμε δυο βασικά σενάρια δυνατής εξέλιξης του ρώσο – ουκρανικού πολέμου κατά το 2023: Συνέχιση της πολεμικής σύγκρουσης ή Ασταθή συμφωνία ειρήνης.

Συνέχιση της πολεμικής σύγκρουσης

Εάν όλες οι πλευρές συνεχίσουν να αυξάνουν τον εξοπλισμό και τον αριθμό των δυνάμεών τους, η συνέχιση της πολεμικής σύγκρουσης εμφανίζεται σαν το πιθανότερο σενάριο για το 2023. Οι δυτικοί σύμμαχοι έχουν ήδη δημιουργήσει ένα σύστημα οικονομικής και στρατιωτικής υποστήριξης της ουκρανικής κυβέρνησης, ενώ η Μόσχα βιαστικά αποκαθιστά το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύστημά της και δημιουργεί νέους συμμάχους προκειμένου να προμηθευτεί εξοπλισμό τον οποίο δεν διαθέτει, π.χ. ιρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Η μαζική επιστράτευση τροφοδοτεί τους στρατούς και των δύο αντιπάλων που είναι πιθανό να φθάσουν τους 400.000-500.000 άνδρες μέχρι τον Μάρτιο 2023. Κανείς από τους δύο αντιπάλους, δεν επικοινωνεί άμεσα με τον άλλο και δεν εμφανίζονται έτοιμοι για συζητήσεις στο παρόν στάδιο. Ένας συνεχιζόμενος πόλεμος θα αυξήσει τις εκατόμβες τόσο μεταξύ του άμαχου πληθυσμού, όσο και των στρατευμένων, ενώ οι ουκρανικές πόλεις θα συνεχίσουν να καταστρέφονται.

Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, οι πρόσφυγες, Ουκρανοί και Ρώσοι, θα ξεπεράσουν τα 10 εκατ. μέσα στο 2023 και οι περισσότεροι θα εγκαταλείψουν την ιδέα επιστροφής στην πατρίδα τους. Οι υφιστάμενες και νέες κυρώσεις θα αποδυναμώσουν πολύ περισσότερο τη ρωσική οικονομία, με παράλληλα αρνητικά αποτελέσματα όμως και για τις δυτικές οικονομίες, κυρίως τις ευρωπαϊκές, γεγονός το οποίο είναι πιθανό να οδηγήσει σε μαζικές διαδηλώσεις αποδοκιμασίας και κοινωνική αναταραχή στις χώρες οι οποίες θα πληγούν περισσότερο. Καμία οικονομία στην ευρωπαϊκή ήπειρο, δεν θα μπορέσει να διατηρήσει το επίπεδο διαβίωσης το οποίο είχε προ του 2022. Η συνέχιση του πολέμου θα αυξήσει τους υπάρχοντες κινδύνους και θα δημιουργήσει νέους για τις κοινωνίες της Ευρώπης και της Ευρασίας ( Ρωσία κ.α).

Ασταθής συμφωνία ειρήνης

Υπάρχει όμως και κάποια δυνατότητα σύναψης ανακωχής, ακαθόριστο για πόσο χρονικό διάστημα, και δεν είναι τυχαίο ότι ο πρόεδρος Πούτιν έχει πρόσφατα αναφερθεί στην ανάγκη ειρήνευσης. Η απελευθέρωση του Χάρκοβου και της Χερσώνας από τις ουκρανικές δυνάμεις, με την άνευ προηγουμένου στρατιωτική και οικονομική βοήθεια των δυτικών χωρών, έχει κλονίσει τη φήμη της Ρωσίας, ως της χώρας με τον "δεύτερο ισχυρότερο στρατό στον κόσμο" μετά τις ΗΠΑ, συνυπολογιζόμενων και των πυρηνικών.

Οι ουκρανικές δυνάμεις φαίνεται ότι έχουν εξελιχθεί σε ένα καλά εξοπλισμένο στρατό, ο οποίος θα μπορούσε με αναβαθμισμένες δυνατότητες να απειλήσει πχ νοτιοδυτικές περιοχές της Ρωσίας, αν η διάταξη των δυνάμεων στο πεδίο παραμείνει ως έχει και η φημολογία για εισβολή ρωσικών δυνάμεων από τη Λευκορωσία παραμείνει μια εικασία. Είναι ενδεχόμενο μπροστά σε μια τέτοια εικόνα ουκρανικών δυνατοτήτων και με συνεχιζόμενες και αυξανόμενες τις κυρώσεις από τη Δύση, η Μόσχα να συμφωνήσει σε κάποιου είδους ανακωχή ή και παροδική συμφωνία κατάπαυσης του πυρός με το Κίεβο.

Παράλληλα η ουκρανική κυβέρνηση, παρά τις στρατιωτικές επιτυχίες της, είναι ενδεχόμενο να αποδεχθεί και αυτή μια παροδική παύση πυρός, προκειμένου να σταματήσει την καταστροφή των πόλεων, των κρίσιμων υποδομών της χώρας και του συστήματος ενέργειας, ώστε να προετοιμασθεί αποτελεσματικότερα για μια επόμενη φάση επιχειρήσεων. Στην περίπτωση μιας ειρήνευσης με διάρκεια, η Ουκρανία θα βελτιώσει της στρατιωτικές δυνάμεις της και θα αποκαταστήσει σε σημαντικό βαθμό τις κατεστραμμένες κρίσιμες υποδομές της με τη βοήθεια των δυτικών χωρών, ενώ μπορεί να υπάρξει και επιστροφή κάποιου αριθμού προσφύγων στις εστίες τους. Η Ρωσία από την πλευρά της θα έχει τη δυνατότητα να συμπληρώσει τα κενά του στρατού της και να δημιουργήσει ικανά αποθέματα εξοπλισμού για μια επανάληψη των συγκρούσεων. Είναι ενδεχόμενο στο πλαίσιο αυτό να υπάρξει και μια ανακούφιση των ευρωπαϊκών κοινωνιών, αν στο ευρύτερο πλαίσιο συμφωνηθούν κάποιες άρσεις κυρώσεων προς τη Ρωσία και η τελευταία αυξήσει τις ροές υδρογονανθράκων προς τη Ευρώπη. 

Τάσεις υπό διαμόρφωση

Οι χώρες της ευρωπαϊκής ηπείρου θα κληθούν να επιλέξουν σε ποιο από τα στρατόπεδα των αντιμαχομένων θα ενταχθούν. Η επιλογή της ουδετερότητας θα είναι ίσως αδύνατη. Οι χώρες ανάλογα θα προσαρμόσουν την πολιτική τους, θα αυξήσουν τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς και θα ανασχεδιάσουν τα αναπτυξιακά μοντέλα που εφαρμόζουν αναδιατυπώνοντας τις προτεραιότητες στις δαπάνες. Οι μεταβολές αυτές θα γίνονται ανεξάρτητα από τις διάφορες προσεγγίσεις για επίτευξη ανακωχής και είναι πολύ πιθανόν να δημιουργήσουν κοινωνικές αναταραχές.

Ο προηγούμενος γεωπολιτικός ρόλος των χωρών θα τείνει να μεταβληθεί ανάλογα με την τοποθέτησή τους ως προς του αντιπάλους στον πόλεμο. Η Ουκρανία έχει αποκτήσει πολύ μεγαλύτερη επιρροή από πριν και είναι πολύ πιθανό ότι θα επιδιώξει να εμβαθύνει τις σχέσεις της με τη Δύση στο μέλλον. Η Πολωνία και κάποιες νέες ευρωπαϊκές χώρες, π.χ. Βαλτικά κράτη, ενισχύοντας τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ κερδίζουν έδαφος στα θέματα άμυνας και διεθνών σχέσεων, ενώ παλαιές δημοκρατίες όπως η Γαλλία και η Γερμανία διαφαίνεται να χάνουν την πρωτοβουλία στις ευρωπαϊκές υποθέσεις.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία επηρεάζει την ασφάλεια των ευρωπαϊκών και των ευρασιατικών χωρών, όπου μπορούμε να διακρίνουμε τρεις κυρίως ομάδες με κριτήριο την κοινότητα των επιπτώσεων. Οι χώρες της πρώτης ομάδας (Λευκορωσία, Μολδαβία και χώρες της Ρωσικής Ομοσπονδίας) οι οποίες αντιμετωπίζουν τον πραγματικό κίνδυνο επέκτασης του πολέμου στο έδαφός τους. Οι χώρες της δεύτερης ομάδας (Μολδαβία, Κεντρική Ασία, Νότιος Καύκασος, Βαλκάνια) μπορεί να δουν μια αναβίωση παλαιών εθνικιστικών αντιθέσεων τους με γειτονικές χώρες. Οι χώρες της τρίτης ομάδας, κυρίως ευρωπαϊκές, μετά την αλλαγή του κοινωνικο-οικονομικού προτύπου τους με την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών είναι πιθανόν υπό την πίεση διάφορων κοινωνικών ομάδων να δουν στην εξουσία λαϊκιστικούς συνασπισμούς με αυταρχικό χαρακτήρα.

Τέλος μετά την αποτυχία του πολέμου, η Ρωσία με μειούμενο πληθυσμό και οικονομία σε κάμψη είναι πιθανό σύντομα να μεταπέσει σε δύναμη ήσσονος σημασίας. Αυτό θα σήμαινε ένα κενό ισχύος στην Α. Ευρώπη και τη Β. Ευρασία, το οποίο θα δημιουργούσε ευκαιρίες εκμετάλλευσής του από τη Δύση, την Κίνα, την Τουρκία και το Ιράν. Κάτω από αυτές τις συνθήκες μια απομονωμένη και αδύναμη Ρωσία είναι πολύ πιθανό να βρεθεί υπό την επιρροή της Κίνας και μαζί με αυτήν η ευρύτερη Ευρασία. Αυτή η αλυσίδα μεταβολών θα αύξανε κρίσιμα την πίεση της Κίνας και στην Ευρώπη. Αν τα παραπάνω ισχύσουν και οι καταστάσεις διαμορφωθούν περίπου στις γραμμές που προδιαγράψαμε, το μέλλον γίνεται πολύ περισσότερο αβέβαιο και δύσκολο, ειδικά για τους ευρωπαϊκούς λαούς.   

* Ο Νικήτας Σίμος είναι Οικονομολόγος, Γεωπολιτικός Αναλυτής

(από capital.gr)