Την ώρα που οι διακυμάνσεις των τιμών στην ενέργεια προκαλούν σοβαρό προβληματισμό για την πραγματική κατεύθυνση των αγορών και την αλληλεξάρτησή τους με την πραγματική οικονομία, ολοένα και περισσότεροι αναλυτές υποστηρίζουν ότι ενώ η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη θα έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις σε όλο τον κόσμο αυτόν τον χειμώνα, τα πολύ δύσκολα θα έρθουν το επόμενο έτος. Στο χορό των διεθνών οργανισμών υψηλού κύρους 

που προειδοποιούν για τις καταστροφικές συνέπειες από τη συνεχίζομενη κρίση των τιμών στην ενέργεια, εισήλθε και ο ΟΟΣΑ. Στην πρόσφατη ετήσια έκθεσή του με τίτλο  «Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές», ο Οργανισμός δίνει μια ζοφερή εικόνα των όσων μέλλουν να συμβούν, τόσο στους επόμενους μήνες, όσο και στα επόμενα χρόνια, καθώς οι χώρες του πλανήτη πασχίζουν να ελέγξουν μιαν άνευ προηγουμένου παγκόσμια κρίση.

Όπως αναφέρεται στην έκθεση, “βρισκόμαστε εν μέσω μιας παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης, πρωτοφανούς βάθους και πολυπλοκότητας" από την οποία “δεν υπάρχει επιστροφή στην πρότερη κατάσταση" ήτοι, πριν το ξέσπασμα της πανδημίας του Covid-19 και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία αναδιαρθρώσει τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται το παγκόσμιο ενεργειακό εμπόριο. 

Ο χειμώνας προμηνύεται δύσκολος, με τις τιμές της ενέργειας να συνεχίζουν να καλπάζουν (χθες η χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος στην Ελλάδα διαμορφώθηκε κοντά στα 398 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ για σήμερα, Τετάρτη 30 Νοεμβρίου, αναμένεται ελαφρά υποχώρησή της στην περιοχή των 377,94 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Παράλληλα, η τιμή των futures του φυσικού αερίου για παραδόσεις Δεκεμβρίου στον ολλανδικό κόμβο TTF ενισχυόταν πάνω από τα 132 ευρώ ανά μεγαβατώρατα και μόνο η τιμή του πετρελαίου δείχνει εκ νέου σημεία εξασθένησης, με το Brent να κλείνει χθες, Τρίτη, στα 83 δολάρια ανά βαρέλι.

Σε Ευρώπη και ΗΠΑ η κατάσταση για τους καταναλωτές δεν είναι καθόλου καλή. Σύμφωνα με τις υφιστάμενες προβλέψεις, μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο, 26 εκατομμύρια άνθρωποι αναμένεται να περιέλθουν σε καθεστώς ενεργειακής φτώχειας ατό τον χειμώνα, ήτοι, ένα στα τρία νοικοκυριά.

Η πλέον ζοφερή προοπτική από την ενεργειακή κρίση των ημερών μας είναι όμως ότι εκτιμάται ότι θα επεκταθεί σύντομα σε όλο το φάσμα της αγοράς. Οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου έχουν επιφέρει έλλειψη λιπασμάτων που θα μετατραπεί, μ τη σειρά του, σε έλλειψη τροφίμων το επόμενο έτος, καθώς υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να χαθεί το 2% της παγκόσμιας παραγωγής καλαμποκιού, σιταριού, ρυζιού και σόγιας. Παράλληλα, οι υψηλές τιμές της ενέργειας έχουν δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην αλυσίδα εφοδιασμού και στην παραγωγή, σε ένα ευρύ φάσμα τομέων δραστηριοποίησης, των οποίων ο αντίκτυπος θα αργήσει να επηρεάσει τον καταναλωτή.

Η σοβαρή μείωση της προσφοράς ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου στην παγκόσμια αγορά θα έχει επίπτωση στην παγκόσμια οικονομία για τα επόμενα χρόνια. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας κατά το 2022, που θα πέσει στο 2,2%, για να ακολουθήσει μια ελαφρά ανάκαμψη, το 2024 στο μόλις 2,7%. Οι προοπτικές για τις ΗΠΑ είναι όμως ακόμη χειρότερες. Έως τώρα έχουν παραμείνει σχετικά προστατευμένες από τις οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς η χώρα είναι καθαρός εξαγωγέας ενέργειας. Αλλά αυτό πρόκειται να αλλάξει. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι η αμερικανική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 1,8% φέτος, και μόλις κατά 0,5% το επόμενο έτος, για να επιστρέψει σε πιο αξιοπρεπείς επιδόσεις το 2024 (αύξηση ΑΕΠ κατά 1%). Επίσης, η Ρωσία, οι αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς και οι χώρες που εισάγουν πετρέλαιο και διαθέτουν αδύναμα νομίσματα, θα υποστούν οδυνηρές επιπτώσεις.

Και ενώ νέες εκθέσεις και μελέτες κατακλύζουν το τοπίο και οι προβλέψεις μοιάζουν να εκφέρονται με καταγιστικό ρυθμό είναι σαφές ότι κανείς δεν μπορεί να αποκωδικοποιήσει τα τεκταινόμενα στις διεθνείς αγορές. Στην πραγματικότητα, καμία πρόβλεψη δεν θα πρέπει να θεωρείται ασφαλής, εξαιτίας της πολυπλοκότητας της κατάστασης σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας. Με μια εξαίρεση: Σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι τα πράγματα δεν θα πάνε προς το καλύτερο!