Η εγχώρια προστιθέμενη αξία φωτοβολταϊκών φτάνει στο 58%, σύμφωνα με τα απολογιστικά στοιχεία του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ), δηλαδή πολύ υψηλότερα από εκείνες τις αγορές της Κίνας και της Γερμανίας, όπου το ποσοστό υπολογίζεται στο 42%.  Σύμφωνα με τις αποτιμήσεις του συνδέσμου, η συνολική εγχώρια προστιθέμενη αξία κινείται σε εύρος 53%-63%. 

Ειδικότερα αναλύεται ως εξής: 

- Ανάπτυξη και σχεδιασμός: 100% εγχώρια προστιθέμενη αξία, 

- Φωτοβολταϊκά πλαίσια: 100% εισαγωγές, 

- Αντιστροφείς: 100% εισαγωγές

- Λοιπός εξοπλισμός: Η συντριπτική πλειονότητα των βάσεων στήριξης είναι εγχώριας παραγωγής. Στη χώρα παράγονται επίσης καλώδια, ηλεκτρικοί πίνακες και άλλος συναφής εξοπλισμός.

- Κατασκευή και διασύνδεση: 100% εγχώρια προστιθέμενη αξία

- Λειτουργία και συντήρηση για 20-25 έτη: 100% εγχώρια προστιθέμενη αξία.

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ΣΕΦ, οι συνολικές επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά συστήματα για το διάστημα 2010-2022 ξεπερνούν τα 7 δισ. ευρώ. Οι περισσότερες υλοποιήθηκαν την τετραετία 2010-1013. Ακολούθησε μια πενταετία δίχως επενδύσεις, με την αγορά να επανακάμπτει από το 2019 και έπειτα. 

Η ανάπτυξη της αγοράς είχε αντίκτυπο και στις θέσεις εργασίας. Στη νέα φάση ανάπτυξης, μετά το 2019, παρατηρούνται συγκριτικά λιγότερες θέσεις εργασίας, πρώτον διότι η είσοδος στην αγορά φωτοβολταϊκών πλαισίων μεγαλύτερης ονομαστικής ισχύος απαιτεί λιγότερα εργατικά χέρια, και, δεύτερον, γιατί την περίοδο 2012-2013 καταγράφεται σημαντική ανάπτυξη μικρών οικιακών συστημάτων τα οποία υποστηρίζουν συγκριτικά περισσότερες θέσεις απασχόλησης. Τα χρόνια της ύφεσης, η πλειονότητα των άμεσων θέσεων εργασίας αφορά στη λειτουργία και συντήρηση των σταθμών.

Σε ότι αφορά στην εξέλιξη του μεγέθους των φωτοβολταϊκών έργων, από το σύνολο της αγοράς, μόνο το 22% καταλαμβάνουν οι μεγάλες επενδύσεις, δηλαδή τα έργα πάνω από 1 MW. Μικρό είναι και το μερίδιο των μικρών οικιακών ή εμπορικών συστημάτων, κάτω των 10 kW (κιλοβάτ), το οποίο μόλις που αγγίζει το 7%. Αντιθέτως, οι δύο μεσαίες κατηγορίες, δηλαδή των συστημάτων 10-250 kW και 250 -1.000 kW  φτάνουν το 35% και 36% αντίστοιχα.

Σχετικά με τη μέση ισχύ των μικρών συστημάτων, η μείωση του μέσου μεγέθους που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, εξηγείται από το γεγονός ότι τα νέα συστήματα είναι για αυτοπαραγωγή και το εγκατεστημένο μέγεθος εξαρτάται από την κατανάλωση του αυτοπαραγωγού και όχι από την ανώτατη επιτρεπόμενη ισχύ (που ήταν 10 kWp στο παλιό πρόγραμμα της περιόδου 2009-2019). Για τα   συστήματα μέσης ισχύος 10-1.000 kWp, την πρώτη περίοδο ανάπτυξης, το μέσο μέγεθος των συστημάτων καθορίστηκε κυρίως από τα συστήματα κάτω των 100 kWp (λόγω των σχετικών ρυθμίσεων), ενώ στη δεύτερη φάση ανάπτυξης από μεγαλύτερα συστήματα περί τα 500 kWp.

Αναφορικά με τις νέες συνδέσεις φωτοβολταϊκών στην Ελλάδα την περίοδο 2018-2022 το 28,2% της  ισχύος αφορά ενεργειακές κοινότητες.  Σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΦ, από τα περίπου 2.850 MW που συνδέθηκαν στο σύστημα το συγκεκριμένο διάστημα, τα 802,2 MW ανήκουν σε ΕΚΟΙΝ. Γενικότερα, από τις 6.030 αιτήσεις για ΕΚΟΙΝ (4.764,6 MW), τα περισσότερα ήταν για φωτοβολταϊκά (6.004 αιτήσεις για 4.721 MW). Από αυτά, τα 2.809 (2.276,4 MW) δεν μπορούν να συνδεθούν, ενώ άλλα 2.226 (1.824,8 MW) διατηρούνται σε εκκρεμότητα για μια πενταετία. Οριστική προσφορά σύνδεσης έχουν 2.229 έργα (1.671,5 MW) και σύμβαση σύνδεσης τα 1.817 (1.347,1 MW) ενώ με ενεργές συνδέσεις είναι τα 1.231 (802,2 MW).

 

Διαβάστε επίσης: ΣΕΦ: Μια “Ακτινογραφία” της Ελληνικής Αγοράς φωτοβολταϊκών 2010-2022(εδώ)