Ζαν Τιρόλ: «Βαρίδι» για το Μέλλον οι Επιδοτήσεις Ρεύματος

Ζαν Τιρόλ: «Βαρίδι» για το Μέλλον οι Επιδοτήσεις Ρεύματος
συνέντευξη στον Βασίλη Κωστούλα
Δευ, 26 Σεπτεμβρίου 2022 - 19:16

«Αλήθεια, κανείς δεν θα πληρώσει;», διερωτάται για τις επιδοτήσεις των λογαριασμών ενέργειας ο πρόεδρος της Σχολής Οικονομικών της Τουλούζης, βραβευθείς με Νομπέλ Οικονομίας το 2014, Ζαν Τιρόλ. Μιλώντας στην «Κ», προειδοποιεί ότι η οριζόντια κάλυψη των τιμολογίων επιβαρύνει τις μελλοντικές γενιές για να χρηματοδοτήσει την τρέχουσα κατανάλωση και συγχρόνως εγκλωβίζει πολιτικά τις κυβερνήσεις για το διάστημα που θα ακολουθήσει. Μάλλον το έχουμε παρακάνει με την τιμολογιακή ασπίδα και θα είναι πολιτικά πολύ δύσκολο να βγούμε από αυτό

Πρέπει να καταπολεμήσουμε την κλιματική αλλαγή – έχουμε χρονοτριβήσει 30 χρόνια τώρα και πλέον στεκόμαστε με την πλάτη στον τοίχο.

Παρά τις ορισμένες βελτιώσεις που είδαμε μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση, οι δημοσιονομικοί κανόνες είναι μάλλον σκληροί.

«Αλήθεια, κανείς δεν θα πληρώσει;» διερωτάται για τις επιδοτήσεις των λογαριασμών ενέργειας ο πρόεδρος της Σχολής Οικονομικών της Τουλούζης, βραβευθείς με Νομπέλ Οικονομίας το 2014, Ζαν Τιρόλ. Μιλώντας στην «Κ», προειδοποιεί ότι η οριζόντια κάλυψη των τιμολογίων επιβαρύνει τις μελλοντικές γενιές για να χρηματοδοτήσει την τρέχουσα κατανάλωση και συγχρόνως εγκλωβίζει πολιτικά τις κυβερνήσεις για το διάστημα που θα ακολουθήσει. Με το βλέμμα και στις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, ο Τιρόλ εμφανίζεται ανήσυχος για το χρέος στην Ευρωζώνη και εκφράζει την αγωνία του για το σενάριο του στασιμοπληθωρισμού, μέσα από ένα σπιράλ αυξήσεων σε τιμές και μισθούς. Τονίζει δε ότι, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η ανάγκη για αύξηση των επιτοκίων δεν είναι τόσο έντονη στην Ευρώπη. Ο νομπελίστας οικονομολόγος θεωρεί ότι η πράσινη οικονομία είναι αναγκαία, όμως θα έχει κόστος και δεν θα διευκολύνει την ανάπτυξη. «Το κράτος παρεμβαίνει για να διορθώσει τις αστοχίες της αγοράς, δεν την αντικαθιστά ως ένας μέτριος διαχειριστής επιχειρήσεων», σχολιάζει χαρακτηριστικά, ερωτηθείς για τις προδιαγραφές μιας επιτυχημένης μεταρρύθμισης στον δημόσιο τομέα. Οσο για το μέλλον της παγκοσμιοποίησης; Αντιδρά με μια αφοπλιστική πλην πηγαία απάντηση: «Δεν ξέρω». Ομως, «ας μη γελιόμαστε, ακόμη και μια επιβράδυνση θα συνοδευτεί από μια πτώση του βιοτικού μας επιπέδου».

Σημειώστε ότι ο Γάλλος οικονομολόγος θα απευθύνει στο Auditorium Theo Angelopoulos του Γαλλικού Ινστιτούτου, την Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου, διάλεξη με θέμα «Η οικονομική επιστήμη στην υπηρεσία του κοινού καλού». Αφορμή είναι η έκδοση στα ελληνικά του ομώνυμου βιβλίου του, από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

– Υπάρχει ανησυχία ότι οι δαπάνες του κράτους για τη στήριξη πολιτών και επιχειρήσεων μπροστά στην πανδημία, στην ενεργειακή κρίση και στον πληθωρισμό θα γεννήσουν μία άλλη κρίση, χρέους. Τελικά, ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό;

– Η αύξηση του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους στις ευρωπαϊκές χώρες προκαλεί ανησυχία. Αντιμετωπίσαμε διαδοχικά τη χρηματοπιστωτική κρίση, την κρίση της Ευρωζώνης, την ύφεση της COVID-19 και τώρα την κρίση της Ουκρανίας. Κάθε φορά χάνουμε και λίγο χώρο για ελιγμούς. Ο πληθωρισμός και τα πρόσθετα κόστη που συνδέονται με τον νέο ψυχρό πόλεμο (ενέργεια, επανεξοπλισμός, λιγότερο διαφοροποιημένες αλυσίδες εφοδιασμού) θα έχουν το κόστος τους. Ας ελπίσουμε ότι αυτά τα σοκ θα είναι προσωρινά, αλλά δεν μπορούμε να το εγγυηθούμε πλήρως. Πάνω απ’ όλα, πρέπει να καταπολεμήσουμε την κλιματική αλλαγή – έχουμε χρονοτριβήσει 30 χρόνια τώρα και πλέον στεκόμαστε με την πλάτη στον τοίχο.

Τα κράτη βγαίνουν συστηματικά από κρίσεις με περισσότερο χρέος, η απογοήτευση ενισχύεται και η ανισότητα μεγεθύνεται. Υπάρχουν όμως και καλά νέα. Γνωρίζαμε, για παράδειγμα, ότι μια μέρα θα υπήρχε μια μεγάλη παγκόσμια πανδημία (και θα υπάρξουν άλλες), αλλά η τεχνολογική πρόοδος κατέστησε δυνατή την παραγωγή εμβολίων σε λίγους μήνες – προηγουμένως θα χρειαζόταν μια δεκαετία. Πολλοί θάνατοι και lockdowns έχουν αποφευχθεί και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ερευνας είχαν επενδύσει νωρίτερα στη θεμελιώδη επιστήμη που επέτρεψε την ταχεία ανάπτυξη εμβολίων.

Ετσι, ενώ η τρέχουσα κατάσταση θα μπορούσε να είναι η τέλεια καταιγίδα, υπάρχει επίσης ελπίδα, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα επενδύουμε στο μέλλον μας και δεν θα δανειζόμαστε για να χρηματοδοτήσουμε την τρέχουσα κατανάλωση. Οι λαϊκιστές είναι συχνά πρόθυμοι να αφήσουν το έλλειμμα του προϋπολογισμού να διολισθήσει, περιορίζοντας επενδύσεις που θα καθησύχαζαν τους επενδυτές ότι οι χώρες μας είναι φερέγγυες. Ανησυχούσα λιγότερο για το ιταλικό χρέος υπό τον Ντράγκι. Η επιστροφή των δημαγωγικών πολιτικών θα μπορούσε να δημιουργήσει αρνητικές προσδοκίες. Φυσικά, η ΕΚΤ θα εξακολουθούσε να είναι σε θέση να νομισματοποιήσει το ιταλικό χρέος για να σώσει την Ιταλία, αλλά αυτό θα τροφοδοτούσε τον πληθωρισμό και μακροπρόθεσμα το ευρώ ως σύνολο θα μπορούσε να χάσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.

Πρέπει να επενδύσουμε μαζικά στην εκπαίδευση, στην έρευνα και στην ανάπτυξη, στην πρόληψη των χρόνιων ασθενειών, στη μείωση των ανισοτήτων και ασφαλώς στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Αυτήν τη στιγμή υπάρχει προφανώς πόλεμος στην Ευρώπη. Δεν βλέπω τους συμπολίτες μας έτοιμους να κάνουν τις απαραίτητες προσπάθειες. Αυτή είναι η πραγματική μου ανησυχία, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν τα μέσα για να βγούμε από την κρίση.

– Δημοσιονομικοί κανόνες της Ευρωζώνης. Ποια είναι ενδεχομένως η δική σας συνδρομή σε μια συζήτηση η οποία δεν έχει ακόμη αρχίσει σε θεσμικό επίπεδο;

– Παρά τις ορισμένες βελτιώσεις που είδαμε μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση, οι δημοσιονομικοί κανόνες είναι μάλλον σκληροί. Εν μέρει επειδή δεν υπάρχει μαγικός αριθμός εδώ – ένα χρέος στο 40% μπορεί να μην είναι βιώσιμο για μια χώρα και μια άλλη μπορεί εύκολα να αντέξει ένα χρέος 150%. Η βιωσιμότητα του χρέους εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων: τον ρυθμό ανάπτυξης (ένα χρέος είναι πολύ πιο εύκολο να εξυπηρετηθεί εάν το επιτόκιο είναι χαμηλότερο από τον ρυθμό ανάπτυξης), το ποιος κατέχει το χρέος (οι επενδυτές ανησυχούν λιγότερο εάν ένα μεγάλο ποσοστό του χρέος βρίσκεται στο εσωτερικό, καθώς η χώρα είναι λιγότερο πιθανό να χρεοκοπήσει τους πολίτες και τις τράπεζές της), την ικανότητα αύξησης της δημοσιονομικής πίεσης εάν χρειαστεί, τη λήξη του χρέους (οι βραχυπρόθεσμες προθεσμίες είναι πιο δύσκολο να καλυφθούν), την ονομαστική αξία του νομίσματος του χρέους, μεταξύ άλλων. Επίσης, τα ανοίγματα εκτός ισολογισμού, όπως οι εγγυήσεις για αμοιβαίο χρέος της Ευρωζώνης ή για κρατικές επιχειρήσεις, είναι μερικές φορές δύσκολο να αξιολογηθούν – αντιθέτως, οι συντάξεις, μια άλλη υποχρέωση εκτός ισολογισμού, είναι πιο εύκολο να προβλεφθούν.

Εν μέρει επειδή δεν είμαστε τόσο καλοί στο να πούμε τι είναι ή τι δεν είναι μια επένδυση. Οι δαπάνες για την εκπαίδευση μπορεί να είναι μια τρομερή επένδυση για το μέλλον μας, αλλά μπορεί επίσης να είναι καθαρή κατανάλωση, ανάλογα με το αν η αντίστοιχη δημόσια υπηρεσία βελτιώνεται σε αναλογία με τον προϋπολογισμό της εκπαίδευσης.

Ο έλεγχος των δημόσιων οικονομικών είναι μια πολύπλοκη άσκηση και καμία πολιτική δεν θα το λύσει. Ανεξάρτητα εσωτερικά όργανα όπως τα Ελεγκτικά Συνέδρια (Cour des comptes στη Γαλλία) είναι χρήσιμα, αλλά οι συστάσεις τους συχνά συνοδεύονται από πολύ λίγα αποτελέσματα. Τα σενάρια για προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων στα δημόσια οικονομικά, που προετοιμάζονται από ανεξάρτητες επιτροπές προϋπολογισμού και ακολουθούνται από δημοκρατικό διάλογο, μπορεί να είναι εποικοδομητικά – όπως και η δημιουργία ανεξάρτητων δημόσιων παρατηρητηρίων που προσπαθούν να μετρήσουν τη μακροπρόθεσμη δημόσια απόδοση. Αλλά –τελικά– μια εύρυθμη, ώριμη δημοκρατία με ενημερωμένους πολίτες είναι το καλύτερο φάρμακο κατά της οικονομικής ολίσθησης.

– Η αδυναμία της αγοράς να συγκρατήσει τις τιμές μπροστά στις τρέχουσες συνθήκες επαναφέρει τη συζήτηση για τον βαθμό παρέμβασης του κράτους. Εχουμε παραδείγματα ακόμη και για κρατικοποιήσεις επιχειρήσεων στον ευαίσθητο τομέα της ενέργειας. Ποια είναι η γνώμη σας;

– Είναι αλήθεια ότι αντιμετωπίζουμε ένα άνευ προηγουμένου σοκ στις τιμές της ενέργειας. Πρέπει να προστατεύσουμε τους φτωχούς ενόψει της τεράστιας αύξησης της τιμής της ενέργειας. Ωστόσο, δεν είμαι σίγουρος ότι οι δημοκρατίες μας το κάνουν με τον σωστό τρόπο. Η τιμολογιακή ασπίδα που τέθηκε σε εφαρμογή σε πολλές χώρες (στη Γαλλία δεν αυξήθηκε η τιμή του φυσικού αερίου στην κατανάλωση και η τιμή του ηλεκτρισμού αυξήθηκε πολύ λίγο) ισοδυναμεί με το να στέλνει στους πολίτες το εξής μήνυμα: «Οι τιμές του φυσικού αερίου, του ηλεκτρισμού και του πετρελαίου έχουν εκτοξευθεί, είμαστε συλλογικά εξαθλιωμένοι, αλλά δεν θα υποστείτε καμία αύξηση στον λογαριασμό σας». Αλήθεια, κανείς δεν θα πληρώσει; Ξεχνάμε τις μελλοντικές γενιές που θα επιβαρυνθούν από το χρέος το οποίο θα προκύψει. Είμαστε εκτός γραμμής, ακόμη κι αν καταλαβαίνω την απόφαση σε πολιτικούς όρους.

Επίσης ξεχνάμε εντελώς τον οικολογικό στόχο. Η τιμολογιακή ασπίδα, η οποία κοστίζει πολλά χρήματα στο κράτος –24 δισ. ευρώ σε έναν χρόνο στη Γαλλία– είναι μια πρόσθετη επιδότηση στα ορυκτά καύσιμα και δεν απευθύνεται σε απόρους, αφού όλοι επωφελούνται από αυτήν. Η προτιμώμενη λύση του οικονομολόγου θα ήταν να δώσει μια επιταγή στα νοικοκυριά που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη, αλλά να κρατήσει ένα «σινιάλο τιμής» έτσι ώστε να ενθαρρύνει την εξοικονόμηση στα ορυκτά καύσιμα. Ιδανικά, να συνδυάσει και τα δύο, καθώς είναι σαφές ότι η αποζημίωση δεν φτάνει ποτέ με τέλειο τρόπο στον στόχο της. Μάλλον το έχουμε παρακάνει με την τιμολογιακή ασπίδα και θα είναι πολιτικά πολύ δύσκολο να βγούμε από αυτό.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")