ΑΛ. Σδούκου στο Euractiv: Η Αιολική Ενέργεια Πυλώνας της Ενεργειακής Μετάβασης της Χώρας

ΑΛ. Σδούκου στο Euractiv: Η Αιολική Ενέργεια Πυλώνας της Ενεργειακής Μετάβασης της Χώρας
Επιμέλεια: Αδάμ Αδαμόπουλος
Πεμ, 9 Δεκεμβρίου 2021 - 14:09

Tις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης για την ενεργειακή πολιτική της χώρας στο φυσικό αέριο και τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, ιδίως όμως στα αιολικά και στα υπεράκτια αιολικά, παρέθεσε με συνέντευξή της στο Euractiv, η Γενική Γραμματέας του ΥΠΕΝ, Αλεξάνδρα Σδούκου Η κα Σδούκου σημείωσε πως η Ελλάδα βαίνει ολοταχώς προς

την απόσυρση του λιγνίτη από το μείγμα ηλεκτροπαραγωγής, αλλά και συνολικά την απεξάρτησή της από τον άνθρακα και υποστήριξε ότι οι επενδύσεις στο φυσικό αέριο είναι ορθολογικές και αναπόφευκτες, επειδή, όπως είπε, είναι απαραίτητες για τη στήριξη των ΑΠΕ.

Η γγ. Ενέργειας  ανέφερε, ακόμη, πως  η πολιτική της ταχείας απολιγνιτοποίησης εμπεριέχει τεχνικές και κοινωνικό-οικονομικές προκλήσεις, κάτι που απαιτεί, όπως τόνισε, μια ολιστική αναθεώρηση του ενεργειακού μας τομέα, με την υιοθέτηση, μεταξύ άλλων, πολιτικών ευελιξίας στην αντικατάσταση των παλαιών λιγνιτικών μονάδων με νέες αερίου, με αποθήκευση ενέργειας και με αντλησιοταμίευση. Η κα Σδούκου εξήγησε πως η επιλογή του φυσικού αερίου που θα καλύψει τα φορτία βάσης τα οποία απαιτούνται για την ομαλή λειτουργία του συστήματος αλλά και θα ενισχύσει την ευελιξία του, είναι εκ των ων ουκ άνευ, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα, επειδή όπως τόνισε η Ελλάδα δεν έχει σοβαρή εναλλακτική λύση να προσθέσει ως νέα κατανεμόμενη παραγωγή, όπως θα ήταν η πυρηνική ενέργεια ή τα υδροηλεκτρικά.

Yπογράμισε, επίσης, την ανάγκη τόνωσης πολιτικών που συμβάλουν στην ενεργειακή αποδοτικότητα, η οποία, τόνισε, είναι καίριας σημασίας για μια ομαλή μετάβαση στη βιώσιμη πράσινη ενέργεια, ενώ αναφέρθηκε, τέλος, στις δυνατότητες που διανοίγονται για τη χώρα, να εισάγει ανανεώσιμη ενέργεια από την Βόρεια Αφρική.

Ακολουθεί ολόκηρη η συνέντευξη της κας Σδούκου:

Η Ελλάδα σχεδιάζει να αποσύρει τις λιγνιτικές μονάδες ως το 2028. Πόση από αυτή την ισχύ θα αντικατασταθεί από αιολικά; Θα είναι υπεράκτια/χερσαία/πλωτά; Ποιό είναι το χρονοδιάγραμμα;

Πράγματι, η Ελλάδα ανακοίνωσε και ήδη εφαρμόζει ένα φιλόδοξο σχέδιο για την απολιγνιτοποίηση. Το σχέδιο αποτελείται από την απόσυρση όλων των τωρινών λιγνιτικών μονάδων ως το 2023 και την απόσυρση κάθε λιγνιτικής παραγωγής ως το 2028.

Για να αντισταθμιστεί αυτή η εκτενής θερμική ισχύς βασιζόμαστε πολύ σε νέες προσθήκες ΑΠΕ. Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, η Ελλάδα θα διπλασιάσει την ισχύ των αιολικών και φωτοβολταϊκών ως το 2030 με τις ΑΠΕ να φτάνουν το 64% της ηλεκτροπαραγωγής.

Επιπλέον, η Κομισιόν ενέκρινε πριν λίγες ημέρες το νέο σύστημα στήριξης των ΑΠΕ για την περίοδο 2021-25. Το σύστημα θα παρέχει κίνητρα ύψους 2,27 δις. ευρώ για την εγκατάσταση 4,2 γιγαβάτ νέων ΑΠΕ.

Η νέα ισχύς θα απονεμηθεί μέσω κοινών διαγωνισμών, άρα δεν υπάρχει επιμέρους διαχωρισμός μεταξύ των τεχνολογιών. Πάντως, προβλέπεται ότι καμία τεχνολογία δεν θα καταλάβει πάνω από το 70% των δημοπρατούμενων ποσοτήτων, άρα εγγυάται ένα ποσοστό τουλάχιστον 30% για κάθε τεχνολογία ώστε να αποφευχθεί η μονοκαλλιέργεια στο ανανεώσιμο μείγμα μας.

Επίσης, άλλα 2 γιγαβάτ υπεράκτιων αιολικών ανακοινώθηκαν πρόσφατα από τον πρωθυπουργό ως στόχος για το 2030. Ένα ξεχωριστό σύστημα στήριξης θα κοινοποιηθεί στην Κομισιόν κατά το α' τρίμηνο του 2022. Τέλος, υπάρχει σημαντικό ενδιαφέρον για διμερή συμβόλαια ΑΠΕ πέραν των προαναφερθέντων καθεστώτων στήριξης.

Με βάση τα παραπάνω, είναι φανερό ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να βασίζεται στην αιολική ενέργεια, χερσαία και υπεράκτια, ως πυλώνα για την ενεργειακή της μετάβαση αυτή τη δεκαετία.

Ποιες προκλήσεις πρέπει να ξεπεραστούν για την ανάπτυξη των αιολικών; Υπάρχουν ζητήματα λαϊκής αποδοχής για τις ανεμογεννήτριες;

Στην Ελλάδα, όπως και στα περισσότερα μέρη του κόσμου όπου τα αιολικά έφτασαν σε σημαντικό βαθμό διείσδυσης, αυξάνεται η επίγνωση του κόσμου για τη συγκεκριμένη τεχνολογία. Καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι μαθαίνουν τα οφέλη της καθαρής αιολικής ενέργειας, βλέπουμε παράλληλα και φαινόμενα αντιδράσεων να ενισχύονται.

Ως κυβέρνηση, πρέπει να λάβουμε υπόψη αυτές τις ανησυχίες και να τις αντιμετωπίσουμε με ειλικρίνεια, με πραγματικές αναλύσεις και επιστημονικές αποδείξεις. Επίσης, πρέπει να θέσουμε μια σειρά από μέτρα που ενισχύουν την εμπιστοσύνη και δίνουν κίνητρα στις τοπικές κοινότητες που καλούνται να φιλοξενήσουν αυτές τις μονάδες.

Στην Ελλάδα έχουμε μια πολύ διεξοδική αδειοδοτική διαδικασία που εξετάζει πολυάριθμα περιβαλλοντικά κριτήρια και εξασφαλίζει το σεβασμό προς το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Επιπλέον, βρισκόμαστε σε διαδικασία πλήρους αναθεώρησης του χωρικού σχεδιασμού ώστε να είναι συμβατός με τη σύγχρονη πραγματικότητα των νέων τεχνολογιών ΑΠΕ.

Παράλληλα, ένα σύστημα οικονομικών κινήτρων για τους δήμους και τις τοπικές κοινωνίες εφαρμόζεται ώστε να αποζημιώνονται για την εγκατάσταση των ΑΠΕ. Το σύστημα αυτό τελεί και πάλι υπό επανεξέταση και βελτιστοποίηση ώστε να βεβαιωθεί ότι τα οικονομικά οφέλη των ΑΠΕ για τις τοπικές κοινωνίες και τους κατοίκους είναι ορατά και διαφανή. Ο συνδυασμός αυτός μέτρων και κινήτρων μπορεί να βοηθήσει με τις περισσότερες ανησυχίες, τουλάχιστον τις καλόπιστες.

Στο κάτω-κάτω της γραφής, όμως, οι κατάλληλες τοποθεσίες για την ανάπτυξη των αιολικών είναι περιορισμένες στην ξηρά. Για αυτό καταλήξαμε πρόσφατα (και θα θέσουμε σύντομα σε διαβούλευση) ένα περιεκτικό πλαίσιο για την ανάπτυξη των υπεράκτιων αιολικών, με μια ελεγχόμενη και σχεδιασμένη ανάπτυξη σε προσεκτικά επιλεγμένες θαλάσσιες ζώνες. Επιπλέον, εξετάζουμε τρόπους να αυξήσουμε την παραγωγή σε επιλεγμένα σημεία στην ξηρά μέσω της επανενεργοποίησης υφιστάμενων παλαιότερων εγκαταστάσεων με νέες, πιο αποδοτικές ανεμογεννήτριες.

Αυτά τα μέτρα θα περιορίσουν την πίεση για προσδιορισμό νέων σημείων εγκατάστασης δίχως να θυσιάζουν το φιλόδοξο σχέδιο της Ελλάδας για διπλασιασμό της ισχύος ΑΠΕ ως το 2030.

Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις για τη στροφή της Ελλάδας από τα ορυκτά καύσιμα προς τις ΑΠΕ;

Το σχέδιο ταχείας απολιγνιτοποίησης συνοδεύεται από διάφορες μοναδικές προκλήσεις, τόσο τεχνικές, όσο και κοινωνικό-οικονομικές.

Από τεχνικής άποψης, χρειάζεται μια πλήρης αναθεώρηση του ενεργειακού μας τομέα. Πέραν του σχεδίου αντικατάστασης των παλαιών λιγνιτικών μονάδων με ΑΠΕ, υπάρχει και η ανάγκη της ευελιξίας.

Η ανάγκη αυτή αντιμετωπίζεται με στοχευμένα μέτρα στήριξης νέων μονάδων φυσικού αερίου, της αποθήκευσης ενέργειας με μπαταρίες και αντλησιοταμιευτικά και ενίσχυσης της διαχείρισης ζήτησης.

Πέραν αυτών των μέτρων, όμως, προχωρά ένα ευρύ πρόγραμμα ενεργειακής αποδοτικότητας που περιλαμβάνει εστιασμένα προγράμματα για τις κατοικίες, τα δημόσια κτήρια και τα εμπορικά κτήρια και βιομηχανίες.

Η ενεργειακή απόδοση είναι κρίσιμη για μια ομαλή μετάβαση προς ένα βιώσιμο μείγμα και την περιλαμβάνουμε στις στρατηγικές μας προτεραιότητες, όπως προκύπτει από το ΕΣΕΚ (που θέτει υψηλότερο στόχο από τον μέσο στόχο της Ε.Ε) και από το σχέδιο ανάκαμψης (που αποδίδει το 50% των επιχορηγήσεων για δράσεις ενεργειακής απόδοσης).

Οι προκλήσεις που σχετίζονται με την απολιγνιτοποίηση δεν είναι μόνο τεχνικές. Οι περιοχές της Δ. Μακεδονίας και της Κεντρικής Πελοποννήσου φιλοξενούν λιγνιτικές δραστηριότητες εδώ και δεκαετίες και εξαρτώνται σημαντικά από τα έσοδα αυτά.

Η απόσυρση του λιγνίτη θα αλλάξει δραστικά τον τρόπο ζωής στις περιοχές αυτές. Δουλειά μας ως κυβέρνηση είναι να βεβαιώσουμε ότι η αλλαγή θα είναι προς το καλύτερο. Για αυτό εισάγαμε ένα Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης για τις περιοχές που επηρεάζονται ώστε να προστατευτούν οι θέσεις εργασίας, να επανέλθουν τα εδάφη και να υπάρξουν νέες αναπτυξιακές ευκαιρίες για τις περιοχές αυτές και τους κατοίκους τους.

Στόχος μας είναι να μετατρέψουμε την πρόκληση αυτή σε ευκαιρία και να βεβαιώσουμε ότι στο τέλος της διαδικασίας οι βασικοί ωφελούμενοι της ενεργειακής μετάβασης είναι οι πληθυσμοί των περιοχών μετάβασης, με θετικά αποτελέσματα για το εισόδημα, την υγεία, την ευμάρεια και τον τρόπο ζωής.

Πως θα μπορέσει η Ελλάδα να εισάγει ανανεώσιμη ενέργεια από περιοχές όπως η Αφρική;

Η Ελλάδα βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων και όραμά μας είναι να διευκολύνουμε τη μεταφορά ενέργειας μεταξύ τους.

Μια διάσταση αυτού του οράματος είναι η υποθαλάσσια διασύνδεση της Ελλάδας με την Αίγυπτο. Πρόσφατα, υπήρξε πολιτική στήριξη για το φιλόδοξο αυτό σχέδιο μέσω της υπογραφής μνημονίου συνεργασίας μεταξύ του υπουργού, Κώστα Σκρέκα και του Αιγύπτιου ομολόγου του, Μοχάμεντ Σακέρ.

Βεβαίως, οι τεχνικές προκλήσεις που συνοδεύουν ένα τόσο απαιτητικό σχέδιο είναι πολλές. Παρόλα αυτά, πιστεύουμε ότι η εμπειρία της Ελλάδας στις υποθαλάσσιες διασυνδέσεις, που περιλαμβάνει την ήδη ενεργό διασύνδεση Κρήτης-Πελοποννήσου (η μακρύτερη διασύνδεση AC παγκοσμίως με 174χμ και βάθος 1.000μ), καθώς και την ακόμα μακρύτερη διασύνδεση Κρήτης-Αττικής που κατασκευάζεται.

Η εμπειρία αυτή μαζί με τη στενή συνεργασία και το διαμοιρασμό τεχνογνωσίας με τους Αιγύπτιους εταίρους, θεωρώ ότι θα είναι επαρκής για να εξασφαλίσει την τεχνική βιωσιμότητα του έργου.

Η Ελλάδα είναι πολύ ενεργή στη συζήτηση για τις ενεργειακές τιμές. Ποιό είναι το πρόβλημα στην Ελλάδα και πως μπορεί να λυθεί;

Η πρόσφατη άνοδος των τιμών που βιώνει όλη η Ευρώπη είναι το αποτέλεσμα μιας "τέλειας καταιγίδας". Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί ελληνικό ζήτημα, αλλά τα αίτια και τα αποτελέσματά της είναι εμφανή στις ευρωπαϊκές ενεργειακές αγορές, τόσο του αερίου, όσο και του ηλεκτρισμού.

Βραχυπρόθεσμα, προτεραιότητά μας για τις ανατιμήσεις είναι να απαλύνουμε τις επιδράσεις για τους καταναλωτές. Για αυτό εισήγαμε ένα πολύ γενναιώδωρο πρόγραμμα στήριξης για τους τελικούς καταναλωτές, ιδίως τους οικιακούς και τις μικρές επιχειρήσεις, ώστε να απορροφήσουμε τις περισσότερες επιδράσεις των αυξημένων τιμών.

Μακροπρόθεσμα, όμως, θεωρούμε ότι η τιμή του ηλεκτρισμού θα υποχωρήσει, καθώς το μείγμα της ηπείρου κινείται προς τις ΑΠΕ, οι οποίες αναγνωρίζονται σήμερα ως η φθηνότερη μορφή ηλεκτροπαραγωγής.

Η διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης θα έχει προκλήσεις και εμπόδια και θα παραμείνουμε σε εγρήγορση για να τα αντιμετωπίσουμε καθώς προκύπτουν, όμως παραμένουμε αισιόδοξοι ότι μόλις η διαδικασία προχωρήσει, θα γίνουμε πιο ανθεκτικοί σε σχέση με τα εισαγόμενα καύσιμα και τις διακυμάνσεις των τιμών και θα απολαύσουμε καθαρή, φθηνή και άφθονη ενέργεια από τον ήλιο και τον άνεμο.

Υπήρξε κριτική ότι η Ελλάδα αντικαθιστά το λιγνίτη με φυσικό αέριο, καθώς και επενδύσεις σε νέες υποδομές ορυκτών καυσίμων. Πως απαντάτε;

Γνωρίζουμε ότι ένα ηλεκτρικό σύστημα που βασίζεται σε υψηλή διείσδυση ΑΠΕ απαιτεί σταθερή παραγωγή βάσης, καθώς και αυξημένη ευελιξία. Η Ελλάδα σήμερα εφαρμόζει ένα εκτενές πρόγραμμα για να εξασφαλίσει επαρκείς ποσότητες αποθήκευσης που θα φτάσουν το 1,4 γιγαβάτ μέσα στα επόμενα χρόνια με τη μορφή μπαταριών και αντλησιοταμιευτικών.

Το πρόγραμμα, όμως έχει ακόμα μερικά χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί. Επιπλέον, η Ελλάδα δεν έχει σοβαρή εναλλακτική να προσθέσει νέα κατανεμόμενη παραγωγή, όπως θα ήταν η πυρηνική ενέργεια ή τα υδροηλεκτρικά.

Ως εκ τούτου, η επένδυση στο φυσικό αέριο ως καύσιμο που θα καλύψει τη ζήτηση βάσης και θα ενισχύσει την ευελιξία είναι λογική και αναπόφευκτη, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα.

Σε αυτή τη βάση, όλες οι νέες υποδομές αερίου που θα κατασκευαστούν στην Ελλάδα, ανάμεσά τους και μια πολύτιμη αποθήκη αερίου, είναι σχεδιασμένες για να μπορούν να φιλοξενήσουν το υδρογόνο και αέρια χαμηλών εκπομπών ή ανανεώσιμα αέρια.