Στο τέλος του 2020, η μετοχή της ΔΕΗ που ανέκαμπτε από την κατάσταση σχεδόν χρεοκοπίας στην οποία είχε βρεθεί τα αμέσως προηγούμενα χρόνια, προσήλκυε το έντονο ενδιαφέρον ξένων επενδυτικών funds. Η στρατηγική της νέας διοίκησης τεχνοκρατών που είχε αναλάβει τις τύχες μιας Επιχείρησης-κολοσσός, για τα 

ελληνικά δεδομένα, είχε αρχίσει να αποδίδει τους πρώτους καρπούς. Το υποδειγματικό και αθόρυβο success story, όπως χαρακτήρισε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης τα πεπραγμένα της ΔΕΗ, τον Οκτώβριο του 2020, ενάμισυ χρόνο αφότου κέρδισε τις εκλογές, περιελάμβανε νέο λογότυπο και κυρίως, ένα νέο επιχειρηματικό σχέδιο ανάπτυξης που αποσκοπούσε να μετατρέψει την Επιχείρηση «από μία δυσκίνητη εταιρεία με χρέη, ζημιές, αγκυλώσεις, κίνδυνο βιωσιμότητας σε μία σύγχρονη ενεργειακή δύναμη», όπως είχε πει.

Η «πράσινη» μετάβαση έγινε ο νέος στόχος μιας εταιρείας που συνέδεσε το όνομά της με τον λιγνίτη. Ο επικεφαλής της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης επισφράγισε αυτή τη γιγαντιαία στροφή όταν παρουσίασε, προ ημερών, το σχέδιο για τη δημιουργία ενός ισχυρού χαρτοφυλακίου έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, συνολικής δυναμικότητας ισχύος περί τα 9,1 γιγαβάτ, με το σχεδιασμό για την επόμενη πενταετία να προβλέπει την αύξηση του μεριδίου της στην ελληνική αγορά ΑΠΕ, από 2% που είναι σήμερα, στο 22%.

Το αφήγημα της νέας ΔΕΗ μπάζει, όμως, «νερά». Κατά πρώτον, επειδή η ανακοίνωση για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου δίχως τη συμμετοχή του Δημοσίου δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια ιδιωτικοποίηση με φερετζέ. Κατά δεύτερον, λόγω των αντιδράσεων των ιδιωτών παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας που, εκτός του ότι αισθάνονται πως τους αναμένουν δύσκολες ημέρες, καθώς τα περιθώρια κέρδους στην αγορά ηλεκτρισμού είναι μικρά, διείδαν απόπειρα της κυβέρνησης να πριμοδοτήσει την ΔΕΗ μέσω του τρόπου με τον οποίο εξήγγειλε τις επιδοτήσεις των τιμολογίων για οικιακούς και επιχειρηματικούς καταναλωτές, προκειμένου να τους προστατεύσει από τυχόν υπέρμετρες αυξήσεις των τιμών σε μια αγορά στην οποία η ΔΕΗ εξακολουθεί να κατέχει τη μερίδα του λέοντος.

Είναι χαρακτηριστική η προειδοποίηση που απηύθυνε ο Ευάγγελος Μυτιληναίος για το πρόβλημα των απλήρωτων λογαριασμών που θα ενσκήψει προσεχώς και για το οποίο, είπε  «δεν μιλά κανείς». Για τον ισχυρό άνδρα του Ομίλου Mytilineos, η ΔΕΗ δεν έχει τον κοινωνικό ρόλο που είχε πριν, καθώς η τωρινή διοίκηση τη λειτουργεί περισσότερο με τη λογική της επιχείρησης, με την προσοχή της στραμμένη στους μετόχους της και στα αποτελέσματά της, και λιγότερο ως μια εταιρεία κοινής ωφελείας.

Από την πλευρά της η κυβέρνηση επιχειρεί να κατασιγάσει το θόρυβο για την αμφιλεγόμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Επιχείρησης, υποστηρίζοντας πως το δημόσιο θα παραμείνει βασικός ρυθμιστής στη λήψη των στρατηγικών αποφάσεων της ΔΕΗ, με δικαιώματα καταστατικής μειοψηφίας, δηλαδή τη λεγόμενη «χρυσή μετοχή» και διατείνεται πως στο τέλος, η απώλεια του δημόσιου χαρακτήρα της ΔΕΗ θα είναι τυπική και «θα της βγει σε καλό», επειδή με τον τρόπο αυτό θα υποχρεωθεί να αναπτύξει τακτικές σύγχρονης εταιρικής διακυβέρνησης εκτός του ότι θα μπορέσει να εξελιχθεί «σε μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη στον ενεργειακό τομέα.»

Θυμίζει, μάλιστα ότι από το 2001, η ΔΕΗ είναι μια πολυμετοχική εταιρεία με μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο. Όπως υποστηρίζουν όμως, συνδικαλιστικά στελέχη της Επιχείρησης με τα οποία επικοινώνησε το energia.gr, η κάθετη πτώση της μετοχής της το δεκαήμερο 14-24 Σεπτεμβρίου και η βουτιά της αμέσως μετά την ανακοίνωση της ΑΜΚ, στην οποία καταγράφηκαν απώλειες άνω του 11,5%, υποδηλώνει, πιθανώς, μια κίνηση που ευνοεί τη συμπίεση της τιμής σε χαμηλά επίπεδα, προς όφελος των ενδιαφερόμενων ξένων funds, ενώ αναφέρθηκαν και σε «golden boys» που βάλθηκαν να ξεπουλήσουν την εταιρεία…

Σημειώνουμε πως μεταξύ των επενδυτών που φέρονται να έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για συμμετοχή στην ΑΜΚ της ΔΕΗ συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, αμερικανικά, βρετανικά και σκανδιναβικά funds που, κατά τις πληροφορίες της αγοράς, γνώριζαν ήδη από τον περασμένο Απρίλιο όλες τις τεχνικές και οικονομικές λεπτομέρειες που αφορούν στην Επιχείρηση.