Στην προσπάθειά της να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής χωρίς να καταφέρει πλήγμα στους παραγωγούς της, η Ευρωπαϊκή Ενωση σχεδιάζει να επιβάλει φόρο στις εισαγωγές χάλυβα, τσιμέντου και αλουμινίου από χώρες με πιο χαλαρή νομοθεσία σε ό,τι αφορά το περιβάλλον. Με μια πρωτοφανή κίνηση χωρίς προηγούμενο σε καμία άλλη χώρα στον κόσμο, η Κομισιόν προτίθεται να υιοθετήσει ένα σύστημα που θα αυξάνει το κόστος όσων εισαγόμενων προϊόντων ενοχοποιούνται ως είδη ρυπογόνων βιομηχανιών. Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στις σχετικές συνομιλίες, ο σχετικός δασμός θα βασίζεται στο κόστος ρύπανσης που ήδη επιβαρύνει τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες και θα εφαρμοστεί παράλληλα και στην παραγωγή φυτοφαρμάκων και ηλεκτρικής ενέργειας

Οπως ανέφεραν οι εν λόγω πηγές, οι εισαγωγικές επιχειρήσεις θα υποχρεούνται να αγοράζουν ειδικά πιστοποιητικά που θα τιμολογούνται βάσει του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Ρύπων. Σημειωτέον ότι φέτος οι τιμές αυτής της ευρωπαϊκής αγοράς έχουν εκτιναχθεί σε επίπεδα-ρεκόρ. 

Ο εν λόγω φόρος, που ακόμη βρίσκεται στο στάδιο του σχεδιασμού, αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης δέσμης μέτρων που θα παρουσιαστούν στις 14 Ιουλίου προκειμένου να δρομολογηθεί η προσαρμογή των ευρωπαϊκών οικονομιών στους αυστηρότερους στόχους για τη μείωση των εκπομπών καυσαερίων το 2030. Αυτή η δέσμη μέτρων εντάσσεται στην προσπάθεια της Ε.Ε. των «27» να επιβάλει και να εφαρμόσει πολύ αυστηρότερους κανόνες για την προστασία του περιβάλλοντος, οι οποίοι θα επηρεάσουν όλους τους τομείς της οικονομίας από τις μεταφορές μέχρι την παραγωγή ενέργειας και το εμπόριο.

Ο γενικότερος στόχος της Ε.Ε., το λεγόμενο Green Deal ή Πράσινη Συμφωνία, προβλέπει τον μετασχηματισμό της Ευρώπης στην πρώτη ήπειρο στον κόσμο που θα έχει μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα και θα το έχει κατορθώσει μέχρι τα μέσα του αιώνα που διανύουμε. Στο κοινό ανακοινωθέν που εκδίδουν μετά κάθε σύνοδο κορυφής, οι ηγέτες των χωρών-μελών της Ε.Ε. έχουν επανειλημμένως ταχθεί υπέρ ενός δασμού που θα επιβληθεί στις εισαγωγές προϊόντων ρυπογόνων βιομηχανιών. Από τη στιγμή, όμως, κατά την οποία αρχίζουν να καθίστανται σαφείς οι λεπτομέρειες του σχεδίου για επιβολή πρόσθετου φόρου στις εισαγωγές προϊόντων ρυπογόνων βιομηχανιών μπορεί να εκδηλωθούν έντονες και παρατεταμένες διαμάχες στους κόλπους της Ε.Ε. Στο μεταξύ, το θέμα ενδέχεται να συζητηθεί ατύπως στη σύνοδο του G7 μολονότι δεν έχει συμπεριληφθεί επισήμως στην ατζέντα.

Εκείνο που επιδιώκει η Ε.Ε. είναι «να πιάσει με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια»: να ανοίξει δηλαδή το πεδίο για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και παράλληλα να ενθαρρύνει την ανάληψη πιο δυναμικής δράσης κατά της κλιματικής αλλαγής από τρίτες χώρες. Οι θέσεις της, όμως, προκαλούν ήδη διπλωματικές τριβές με πολλές χώρες από την Ουκρανία μέχρι την Κίνα και την Ινδία. 

Το σχέδιο για την επιβολή του πρόσθετου δασμού στις εισαγωγές προϊόντων ρυπογόνων βιομηχανιών θα προταθεί μόλις πέντε μήνες πριν από την κρίσιμη σύνοδο κορυφής για το κλίμα που θα φιλοξενήσει η Βρετανία. Τότε θα είναι απολύτως αναγκαία μια σύμπηξη συμμαχιών που θα διασφαλίσουν ότι οι χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές καυσαερίων θα καταβάλουν εντονότερες προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Αν η πρόταση για την επιβολή του εν λόγω δασμού οδηγήσει σε κλιμάκωση των εντάσεων, τότε μπορεί η Ε.Ε. να τον χρησιμοποιήσει ως ένα εργαλείο και όχι ως γενικευμένο πρόστιμο για την εισαγωγή ρυπογόνων προϊόντων εφαρμοστέο σε όλους αδιακρίτως του τομείς. Εχει ήδη πικρά πείρα από την προσπάθειά της να επεκτείνει στις πτήσεις από και προς την Ευρώπη την επιβολή φόρων στις εκπομπές καυσαερίων. 

Μόλις το επιχείρησε προκάλεσε ομοβροντία απειλών για αντεκδίκηση από όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, από τη Βραζιλία μέχρι τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα. Αναγκάστηκε, έτσι, να υπαναχωρήσει περιορίζοντας σημαντικά το φιλόδοξο πρόγραμμά της. Στην καλύτερη περίπτωση, στην οποία προσβλέπουν ορισμένοι αναλυτές και αξιωματούχοι της Ε.Ε., τα σχέδιά της θα οδηγήσουν στη δημιουργία μιας «λέσχης χωρών για την προστασία του κλίματος» σε όλες τις ηπείρους. Θα χρειαστεί, όμως, να προσχωρήσουν σε αυτήν τη λέσχη οι ΗΠΑ, που σημειωτέον δεν έχουν ακόμη αποφασίσει ποια προσέγγιση να υιοθετήσουν για να μειώσουν τις εκπομπές καυσαερίων.

Σύμφωνα με το σχέδιο πρότασης, η Κομισιόν εξετάζει τη δυνατότητα να υπάρξει μια μεταβατική περίοδος τριών ετών προτού θέσει σε πλήρη εφαρμογή τον εν λόγω φόρο τον Ιανουάριο του 2026. Στη διάρκεια της τριετίας 2023-2026 θα μπορεί να χρησιμοποιεί ένα απλουστευμένο σύστημα προκειμένου να μην προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις στο εμπόριο και να αμβλύνει την επιβάρυνση για τις κυβερνήσεις.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")