Οι Λύσεις Καθαρού Υδρογόνου Ευνοούνται από την Αναμενόμενη Υποχώρηση των Τιμών Έως το 2050

Οι Λύσεις Καθαρού Υδρογόνου  Ευνοούνται από την Αναμενόμενη Υποχώρηση των Τιμών Έως το 2050
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Τετ, 5 Αυγούστου 2020 - 16:04

Νέες προοπτικές για την διείσδυση λύσεων υδρογόνου κομίζει πρόσφατη μελέτη του International Council on Clean Transportation, σύμφωνα με την οποία η τιμή του παραγόμενου μέσω Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, υδρογόνο ενδέχεται να πέσει κατά 50% έως το 2050

τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ. Όπως αναφέρεται σε δημοσιεύμα του PV-Magazine, οι προηγούμενες εκτιμήσεις για το κόστος του πράσινου υδρογόνου λάμβαναν υπόψη μόνο το κόστος της ηλεκτρόλυσης και της προμήθειας ηλεκτρισμού για την διεργασία αυτή. Τώρα, συνυπολόγισαν και την αντικατάσταση των ηλεκτρολυτών, το νερό, καθώς και μια ευρεία σειρά άλλων παραμέτρων, με βάση τον ηλεκτρισμό που παράγεται από φωτοβολταϊκά και αιολικά έργα. Είναι επίσης σημαντικό να τονίσουμε ότι επί τη βάσει των σεναρίων που  επεξεργάστηκαν οι ειδικοί, η πιο ελκυστική τιμή υπολογίστηκε σε γεωγραφική βάση και στις πιο ευνοϊκές τοποθεσίες.

Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, στο σενάριο "Grid Connected", η μέση τιμή του υδρογόνου στις ΗΠΑ, αναμένεται να υποχωρήσει από τα 8,81 στα 5,77 δολάρια ανά κιλό, το 2050 και στην Ευρώπη από τα 13,11 στα 7,69. Το σενάριο αυτό προϋποθέτει ότι οι μονάδες υδρογόνου θα είναι συνδεδεμένες στο δίκτυο και θα παράγουν στο 100% της ισχύος τους.

Αν και η μέση τιμή στις ΗΠΑ εμφανίζεται μειωμένη σε σύγκριση με την αντίστοιχη στην Ευρώπη, εν τούτοις, η χαμηλότερη τιμή στην Γηραιά ήπειρο προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 3,21 δολάρια, έως το 2050, έναντι 4,15 στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού.

Αντιθέτως, όταν οι μονάδες υδρογόνου είναι συνδεδεμένες απευθείας με σταθμούς ΑΠΕ, τότε η τιμή υπολογίζεται κατά μέσο όρο στα 5,97 δολάρια για τις ΗΠΑ και στα 10,02 για την Ευρώπη.

Στο σημείο αυτό αξίζει να τονιστεί ότι οι πρωτοβουλίες για τη διάδοση του υδρογόνου στην καθαρή ηλεκτροπαραγωγή αυξάνονται διαρκώς και περισσότερο. Όπως έγινε γνωστό στα τέλη Ιουλίου, ‘[εντεκα ευρωπαϊκές εταιρείες διαχείρισης συστημάτων μεταφοράς φυσικού αερίου ανακοίνωσαν τη συνεργασία τους στην κατασκευή ενός δικτύου αγωγών μεταφοράς υδρογόνου, συνολικού μήκους 23.000 χιλιομέτρων, που θα αναπτυχθεί σταδιακά έως το 2035-2040. Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό έως το 2030, ένα αρχικό δίκτυο αγωγών, μήκους 6.800 χιλιομέτρων θα συνδέσει τοπικές ομάδες παραγωγής και χρήσης υδρογόνου. Έως το 2035, ένα πιο εκτεταμένο δίκτυο θα αρχίσει να συνδέει τους καταναλωτές στο κέντρο της Ευρώπης, με περιοχές που διαθέτουν άφθονο δυναμικό παραγωγής πράσινου υδρογόνου, όπως είναι για παράδειγμα τα αιολικά πάρκα της Δανίας, ή τα ηλιακά και αιολικά πάρκα της νότιας Γαλλίας.

Τέλος, έως το 2040, προβλέπεται να έχει κατασκευαστεί ένα πανευρωπαϊκό δίκτυο, συνολικού μήκους 22.900 χιλιομέτρων, το οποίο θα λειτουργεί σε δέκα ευρωπαϊκές χώρες και θα επιτρέπει συνδέσεις με διεθνείς διαδρόμους μεταφοράς ενέργειας. Σε αυτή ακριβώς την φάση είναι πιθανή η δημιουργία μιας πρόσθετης διαδρομής που θα περιλαμβάνει και την χώρα μας, η οποία εξαιρείται στην πρώτη φάση του όλου σχεδιασμού.

(πίνακας που δείχνει τις αθροιστικές επενδύσεις σε καθαρό υδρογόνο (σε δισ. ευρώ) 

Στο σχέδιο που παρουσιάστηκε σε διαδικτυακή συνέντευξη τύπου υπό την επωνυμία «Ευρωπαϊκή Ραχοκοκαλιά Υδρογόνου» συμμετέχουν οι Enagás, Energinet, Fluxys , Gasunie, GRTgaz, NET4GAS, OGE, ONTRAS, Snam, Swedegas (Nordion Energi), Teréga και η συμβουλευτική εταιρεία Guidehouse. Σε αυτό προβλέπεται ότι το δίκτυο θα διασχίζει δέκα χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Τσεχία, Δανία, Σουηδία και Ελβετία) εκτός της Ελλάδας, παρά το γεγονός ότι μεταξύ των έντεκα διαχειριστών συγκαταλέγονται οι Snam, Fluxys και Εnagas, δηλαδή οι βασικοί εταίροι στην κοινοπραξία που ελέγχει τον ΔΕΣΦΑ.

Είναι ενδεικτικό του σχεδιασμού που έχουν κάνει οι εν λόγω εταιρείες, το γεγονός ότι προσβλέπουν στην μετατροπή και αξιοποίηση μέρους του υφιστάμενου δικτύου φυσικού αερίου, για χάρη της προώθησης του υδρογόνου.

Στόχος του σχεδίου είναι να συνδέσει μελλοντικά κέντρα προσφοράς και ζήτησης υδρογόνου στην Ευρώπη, όπως βιομηχανικά συγκροτήματα, μονάδες δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα και εγκαταστάσεις παραγωγής ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας μεγάλης κλίμακας, συμπεριλαμβανομένων των υπεράκτιων αιολικών πάρκων στη Βόρεια Θάλασσα και των ηλιακών σταθμών παραγωγής ενέργειας στον ευρωπαϊκό Νότο. Η κατασκευή μιας τέτοιας υποδομής υδρογόνου εκτιμάται ότι θα διευκολύνει την ανάπτυξη τόσο της παραγωγής όσο και της χρήσης υδρογόνου.

Το συνολικό κόστος υπολογίζεται μεταξύ 27- 64 δισ. ευρώ, και τούτο εξηγείται εν μέρει από το ότι σύμφωνα με τον μετριοπαθή σχεδιασμό το 75% του δικτύου θα αποτελείται από μετασκευασμένους υφιστάμενους αγωγούς φυσικού αερίου, οι οποίοι με την πάροδο του χρόνου θα απαξιώνονται, λόγω της απομάκρυνσης από τη χρήση υδρογονανθράκων.

Το σχέδιο των 11 Διαχειριστών παρουσιάστηκε περίπου δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 8 Ιουλίου για τη στρατηγική του υδρογόνου, στην οποία υπάρχει αναφορά στην ανάγκη δημιουργίας ενός αποκλειστικού δικτύου αγωγών υδρογόνου στο μέλλον.

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι «11» δεν κλείνουν την πόρτα και σε άλλες  ευρωπαϊκές εταιρείες υποδομής φυσικού αερίου ώστε να συμμετάσχουν στις ιδέες για περαιτέρω ανάπτυξη του δικτύου καθαρού υδρογόνου. Όπως υποστηρίζουν οι διαχειριστές του σχεδίου, η μετατροπή των αγωγών για τη μεταφορά υδρογόνου είναι απολύτως εφικτή, παρά τις υφιστάμενες διαφορές με την μεγαλύτερη πρόκληση να παραμένουν οι σταθμοί συμπίεσης, που είναι πιθανό να χρειαστεί να αντικατασταθούν πλήρως, λόγω των φυσικών ιδιοτήτων του υδρογόνου.

Τέλος, από το συνολικό κόστος εκτιμάται ότι περίπου το 60% θα κατανεμηθεί σε έργα κατασκευής των αγωγών και το υπόλοιπο 40% στην προμήθεια του εξοπλισμού συμπίεσης.