Το ιρανικό καθεστώς είναι ένα από τα πιο καταπιεστικά στον κόσμο. Σίγουρα δε απέχει από τον αρχαίο περσικό πολιτισμό, παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς τον επικαλείται. Είναι βέβαιο επίσης ότι το καθεστώς αυτό μισεί θανάσιμα τη Δύση και κυρίως τη φιλελεύθερη δημοκρατική της κουλτούρα. Πλην όμως, οι Ιρανοί, ούτε και με τους Άραβες έχουν ιδιαίτερες αγαθές σχέσεις.

Όσο για το Ισραήλ, δηλώνουν ξεκάθαρα -οι Ιρανοί ηγέτες- ότι θέλουν να το εξαφανίσουν από προσώπου γης. Αυτή κι αν είναι ένδειξη κορυφαίας μορφής πολιτισμού!!!

Με σκοπό εξάλλου να υπηρετήσει αυτά τα μεγαλειώδη σχέδιά του, το Ιράν κάνει ό,τι μπορεί για να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και δαπανά τεράστια ποσά προς την κατεύθυνση αυτή.

Φιλοδοξία πάντως του Ιράν, μια χώρα η οποία εξισλαμίσθηκε μεταξύ 637 και 651μ.Χ., όταν κατέρρευσε η αυτοκρατορία των Σασσανιδών και κατέπεσε η ζωροαστρική θρησκεία, είναι να κυριαρχήσει στον μουσουλμανικό κόσμο ως κοιτίδα του σιιτισμού. Ο σιιτισμός εδραιώθηκε για καλά στο Ιράν τον 15ο αιώνα, από τη δυναστεία των Σαραββιδών, η οποία πέτυχε να ενσωματώσει στο ισλάμ και την περσική κουλτούρα.

Έκτοτε το Ιράν πέρασε από πολλές ιστορικές φάσεις και στη διάρκεια του 20ού αιώνα, ως διακύβευμα ρωσικών και αγγλικών συμφερόντων, γνώρισε αρκετές καθεστωτικές αλλαγές, με τελευταία την Ισλαμική Επανάσταση του 1979. Στόχος της επανάστασης αυτής ήταν η αποδυτικοποίηση της χώρας, η οποία είχε ξεκινήσει από τη δυναστεία των Παχλαβί και η θρησκευτική της κυριαρχία στον μεσοανατολικό χώρο, με παράλληλη πολιτική ισχύ.

Πριν από πέντε χρόνια (Μάρτιος 2015) έτσι, ο Αλί Γιουνεσί, σύμβουλος του προέδρου του Ιράν, Χασάν Ρουχανί, μιλώντας σε μια εκδήλωση στην Τεχεράνη, με θέμα την ιρανική ταυτότητα, ανακοίνωνε ότι «η Ιρανική (Περσική) ιστορική Αυτοκρατορία έχει ανασυσταθεί με τη Βαγδάτη ως πρωτεύουσά της». Παραδεχόταν και αποκάλυπτε συνεπώς, δημόσια, τους «αυτοκρατορικούς» σχεδιασμούς της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Επίσης, ο σύμβουλος του προέδρου Ρουχανί, υποστήριζε ότι «το Ιράν σήμερα, ως αυτοκρατορία όπως ήταν κατά τη διάρκεια της ιστορίας του, είναι το κέντρο του πολιτισμού, της κουλτούρας και της ταυτότητάς μας, όπως ήταν και στο παρελθόν».

Στην ίδια ομιλία ο Αλί Γιουνεσί είπε ακόμα ότι «η γεωγραφία του Ιράν και του Ιράκ δεν είναι για να είναι χωρισμένα και η κουλτούρα τους δεν μπορεί να είναι ξεχωριστή. Για αυτό είτε πολεμάμε μαζί ή ενωνόμαστε». Ήταν η περίοδος που στο Ιράκ είχε αναπτυχθεί μαζική στρατιωτική παρουσία του Ιράν για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος και διοικητής είχε αναλάβει ο Ιρανός στρατηγός Κασέμ Σολεϊμανί, ο οποίος φονεύτηκε στις αρχές του έτους (3 Ιανουαρίου) από πλήγμα αμερικανικού ντρον στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης.

«Οι Ιρανοί», τονίζει ο γεωπολιτικός αναλυτής Στέφανος Μυτιληναίος, «στην προσπάθειά τους να ανασυστήσουν έστω και εν μέρει την Περσική Αυτοκρατορία, επιδιώκουν έξοδο στη Μεσόγειο, από τη Συρία και το Λίβανο. Αυτή είναι μια απειλή που δεν αφορά μόνο το Ισραήλ, αλλά όλες τις χώρες της Μεσογείου. Οι Έλληνες δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι πολεμούσαμε περισσότερο από τρεις αιώνες τους Πέρσες, αποκρούοντας την επιθετικότητά τους, μέχρι που τους διαλύσαμε υπό την ηγεσία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αυτοί οι ανταγωνισμοί δεν ανήκουν στο παρελθόν, όπως ίσως κάποιοι θα βιαστούν να πουν και όπως θα έπρεπε. Δεν ανήκουν στο παρελθόν γιατί η ισλαμική ελίτ στην Τεχεράνη επιδιώκει να τους αναβιώσει».

Γι' αυτό και σήμερα παίζει τόσο τα χαρτιά της Τουρκίας και της Ρωσίας, όσο βέβαια και της Κίνας, η οποία μπαίνει πλέον αποφασιστικά στο παιχνίδι ανακατανομής γεωπολιτικής και οικονομικής επιρροής.

Είναι κατάδηλο δε ότι, με εξαίρεση τη Γαλλία, που έχει άμεσα συμφέροντα στη Συρία και το Λίβανο, στη λοιπή Ευρώπη δεν δίνεται η απαραίτητη στρατηγική σημασία στις τουρκο-ιρανικές φιλοδοξίες για την αναβίωση θεοκρατικών αυτοκρατοριών στη Μέση Ανατολή.

«Σε αυτό το σχέδιο», λέει ο γνωστός αναλυτής και συγγραφέας Κ. Φίλης, «ο απώτερος στόχος του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν είναι η μεν Κωνσταντινούπολη να αντικαταστήσει τη Μέκκα ως το παγκόσμιο σημείο αναφοράς και κατ' επέκταση να γίνει ο καινούργιος πόλος έλξης για τους σουνίτες μουσουλμάνους, ο δε Ερντογάν και η Τουρκία να εδραιωθούν ως η προστάτιδα δύναμη και το "καταφύγιο" των μουσουλμάνων, ειδικότερα δε των διωκόμενων.

Έτσι, εκμεταλλεύεται το μούδιασμα των μοναρχιών του Κόλπου (πλην Κατάρ με το οποίο ταυτίζεται) αλλά και της Αιγύπτου προκειμένου να επικρατήσει εντός του σουνιτικού Ισλάμ (σε μια περίοδο έλλειψης ηγεσίας), ενώ μόνο τυχαίες δεν είναι οι συχνές αναφορές του Τούρκου προέδρου σε όσους θεωρεί κατατρεγμένους μουσουλμάνους, είτε πρόκειται για τους Παλαιστίνιους ή για τους Ροχίνγκια, είτε για τους Τατάρους ή τους Ουιγούρους, ακόμη και για τα μουσουλμανικά στοιχεία στην αφρικανική ήπειρο».

*(Από τη Ναυτεμπορική)