Η σημαντική αρνητική επίπτωση του κορωνοϊού αποτελεί αιτία να βελτιωθεί η ευελιξία και προσαρμοστικότητα των ενεργειακών δομών και επιχειρήσεων της χώρας, δημόσιων και ιδιωτικών, για να αντιμετωπίζουμε καλύτερα δραστικές αλλαγές, όχι κατ’ ανάγκην υγειονομικού χαρακτήρα, όπως η παρούσα. Η ευελιξία και προσαρμοστικότητα ορίζεται ως διαρκής συνειδητοποίηση της ανάγκης και ικανότητα να επιδεικνύεται αποφασιστικότητα και να αναλαμβάνεται δράση βραχυπρόθεσμα με κατάλληλο και καλά συντονισμένο τρόπο σε ανταπόκριση των αναδυόμενων αναγκών χωρίς να θυσιάζεται η μακροπρόθεσμη θεώρηση.

 

 

Ανταπόκριση απαιτείται όχι μόνο για να περιορίζονται τυχόν απώλειες αλλά και να διατηρείται το οποιοδήποτε συγκριτικό πλεονέκτημα με συνεχή προσαρμογή.

Κατ’ αρχήν οποιαδήποτε δραστηριότητα πρέπει να εκτελείται με τρόπο ασφαλή και υγιεινό για τους εργαζόμενους, τους πολίτες και τους πελάτες και κατά συνέπεια οι εκάστοτε υγειονομικές επιταγές και συστάσεις για τον κορωνοϊό ενσωματώνονται αμέσως στα πρότυπα ασφάλειας και υγιεινής της ενεργειακής δομής και επιχείρησης με το κράτος να μεριμνά για την ορθή εφαρμογή των προτύπων αυτών, τουλάχιστον μέχρι την ανάπτυξη αποτελεσματικού εμβολίου. Ανάλογα με τον τύπο της ενεργειακής δομής και επιχείρησης, οι επιταγές και συστάσεις διαφοροποιούν περισσότερο ή λιγότερο λειτουργικές παραμέτρους τους και αναμένεται να έχουν αρνητική επιρροή επί του κόστους λειτουργίας τους, περιορίζοντας ενδεχομένως συγκριτικά τους πλεονεκτήματα. Τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς με την ανάγκη διατήρησης επιτρεπτής απόστασης μεταξύ των επιβατών.         

Η ενεργειακή νομοθεσία επιβάλλει την εκπόνηση και θέση σε εφαρμογή εθνικών και περιφερειακών σχεδίων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών που ενδέχεται να προκύψουν από μη διαθεσιμότητα επαρκών ποσοτήτων ενεργειακών υπηρεσιών και προϊόντων με παρεμβάσεις στην προμήθεια και την ζήτηση ενέργειας. Η αρνητική επιρροή μιας πανδημίας, όπως αυτή του κορωνοϊού, δεν απασχόλησε την σχετική θεώρηση. Η υποχρέωση που επιβάλλει η Οδηγία Ενεργειακής Απόδοσης σε επιχειρήσεις διανομέων ή λιανικής πώλησης ενέργειας να επιτύχουν επί σειρά ετών ορισμένη ετήσια εξοικονόμηση ενέργειας αποτελεί εκ των άνω παρέμβαση και ισοδυναμεί με περιορισμό του βασικού αντικειμένου στις επιχειρήσεις της συμβατικής ενέργειας. Σηματοδοτεί όμως, και ορθά, την ανάγκη, οι επιχειρήσεις αυτές να προσαρμοσθούν σε αντικείμενο που προσιδιάζει περισσότερο με ένα διαρκώς απανθρακοποιούμενο ενεργειακό σύστημα.

Ενδεδειγμένη παρέμβαση για κάθε δομή και επιχείρηση είναι η εκ των έσω βελτίωση της ευελιξίας και προσαρμοστικότητας. Η εκπόνηση σχετικού σχεδίου αποτελεί την πρώτη ενέργεια. Το σχέδιο πρέπει να αποτελείται από μια αλληλουχία τεσσάρων σταδίων διαρκώς επαναλαμβανόμενη κατά τακτά χρονικά διαστήματα: (α) Σχεδιασμός σεναρίων βραχυπρόθεσμου, μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου χαρακτήρα με βάση πιθανά εξωτερικά γεγονότα (β) Βαθύτερη γνώση των διεργασιών της δομής / επιχείρησης με εντοπισμό των δραστηριοτήτων που δημιουργούν την μέγιστη αξία για τους πολίτες / πελάτες / επιχείρηση (γ) Αντιστοίχηση των ανώτερων διοικητικών θέσεων με τις διεργασίες μεγαλύτερης αξίας που αυξάνεται περαιτέρω είτε με τυποποίηση τους (αύξηση αποδοτικότητας) είτε με ευελιξία τους (δ) Δημιουργία ενός ευέλικτου επιχειρησιακού μοντέλου με τον ορθό συνδυασμό τυποποιημένων και ευέλικτων διεργασιών και επανεκτίμησή του στη βάση των σεναρίων του πρώτου σταδίου. Συμπληρωματικά του σχεδίου απαιτείται απλοποιημένη οργάνωση με λίγα επίπεδα ιεραρχίας, στελεχιακό δυναμικό προσαρμοζόμενο στις εκάστοτε καταστάσεις και ικανό να αναλάβει διαφορετικές θέσεις ευθύνης, συνεχής παρακολούθηση του εξωτερικού περιβάλλοντος και κατανόηση όσων συμβαίνουν σε αυτό και αποφασιστική ηγεσία που προωθεί την κουλτούρα «ευελιξίας και προσαρμοστικότητας».        

Η χώρα μας διαθέτει εργαλεία για την υποστήριξη του σχεδιασμού σεναρίων σε επίπεδο δομών και επιχειρήσεων του ενεργειακού τομέα: μακροπρόθεσμη Εθνική Ενεργειακή Στρατηγική μέχρι το 2050 και μεσοπρόθεσμη Ενεργειακή Πολιτική μέχρι το 2030 με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Τέτοια εργαλεία υφίστανται και σε άλλους τομείς της οικονομίας που αλληλεπιδρούν με τον ενεργειακό τομέα ή αναπτύσσονται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Ανεξάρτητα από την ανάγκη βελτίωσης του ΕΣΕΚ, η συμπλήρωσή του με λεπτομερές σχέδιο υλοποίησης (implementation plan) είναι απαραίτητη. Χρειάζεται επίσης επέκταση και περαιτέρω εξειδίκευση του σχεδίου υλοποίησης για τα επόμενα δύο έτη λαμβάνοντας υπόψιν τις επιπτώσεις που ο κορωνοϊός επιφέρει στην εθνική και παγκόσμια οικονομία αλλά και τα μέτρα σταδιακής άρσης των ατομικών και συλλογικών περιορισμών και επανόδου στην κανονικότητα.  

Λίγα λόγια για τον Γιώργο Παπαρσένο

Ο κ. Γιώργος Παπαρσένος είναι Δρ. Ενεργειολόγος Μηχανικός με επαγγελματική εμπειρία άνω των 40 ετών σε ευρύ φάσμα ζητημάτων του ενεργειακού τομέα. Διετέλεσε επίσης επί σειρά ετών επικεφαλής φορέων και εταιρειών στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.