Το «βέτο» της Γαλλίας στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Τουλάχιστον σε όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις στην περιοχή τα τελευταία χρόνια. Διότι το Παρίσι είχε κάνει γνωστές τις αντιρρήσεις του τουλάχιστον ένα χρόνο πριν. Απλά οι περισσότεροι ανέμεναν 

ότι θα καμφθούν από την επιμονή της Μέρκελ. Ωστόσο ο Μακρόν έχει αποδείξει ότι έχει ισχυρές αντιστάσεις απέναντι στην γερμανική «γοητεία».

Εν ολίγοις, το βασικό επιχείρημα του Γάλλου Προέδρου είναι ότι η ΕΕ δεν μπορεί να δεχθεί νέα μέλη πριν μεταρρυθμιστεί η ίδια. Δηλαδή προτού προχωρήσει στην πολιτική της εμβάθυνση, πριν βρει τον βηματισμό της στην εξωτερική και όχι μόνο πολιτική της. Γιατί παρά τις όποιες προσπάθειες του παρελθόντος, η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει απούσα στην παγκόσμια πολιτική σκακιέρα. Ούτε ενιαία φωνή διαθέτει, ούτε ρόλο στην διαμόρφωση των  διεθνών εξελίξεων. Η ηχηρή απουσία της στον πόλεμο της Συρίας είναι το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα και φυσικά όχι το μοναδικό. Μετά από τέσσερα και πλέον χρόνια, από τότε που  έκανε την εμφάνισή της η μεταναστευτική κρίση, ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση εξακολουθεί να μην υπάρχει. Όπως δεν υπάρχει και κοινή ευρωπαϊκή προσέγγιση όσον αφορά το εύρος των κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας σχετικά με την κατάφωρη παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενός κράτους μέλους της! Εντούτοις οι Ευρωπαίοι επικρίνουν την Γαλλία, την Ολλανδία και την Δανία επειδή δεν συναινούν με την έναρξη των διαπραγματεύσεων με Σκόπια και Τίρανα με το επιχείρημα ότι οι δύο χώρες -ειδικά η Αλβανία-  δεν πληρούν τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κριτήρια, ενώ  παράλληλα εκφράζονται φόβοι -και μάλιστα δικαιολογημένοι- για αθρόα έλευση Αλβανών και Σκοπιανών στις χώρες τους. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, ο μεγαλύτερος αριθμός αιτούντων άσυλο στην Γαλλία προέρχεται από την Αλβανία.

Οι ανησυχίες αυτές είναι εύλογες και δικαιολογημένες, ειδικά αν συνδυασθούν με τα διδάγματα των προηγούμενων διευρύνσεων με προεξέχουσα την μεγάλη διεύρυνση του 2004. Τότε η ΕΕ υποδέχθηκε οκτώ χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Σλοβακία, Σλοβενία, Τσεχία, Ουγγαρία) μαζί με την Μάλτα και την Κύπρο. Την 1η Μάϊου του 2004 το κλίμα ήταν  πράγματι πανηγυρικό κα ελπιδοφόρο. Σήμερα, 15 χρόνια μετά,  οι προσδοκίες όχι μόνο δεν  επαληθευτήκαν. Αντιθέτως, έχουν μετατραπεί σε εσωτερικές έριδες, διαφωνίες και αντιθέσεις, κάνοντας την διαδικασία λήψεως αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο όλο και πιο δύσκολη. Οι μόνιμοι αντάρτες της ισχυρής ομάδας των Βίζεγκραντ (Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία, Σλοβακία)  δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για κοινή μεταναστευτική πολιτική ή ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ενώ έχουν αλλεργία στον όρο ευρωπαϊκή αλληλεγγύη όπως και στην έννοια του ευρωπαϊκού κράτους δικαίου. Δεν είναι λίγες δε οι φορές που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την επίσημη ευρωπαϊκή γραμμή. Και μάλιστα με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ώρα που οι Βρυξέλλες καταδίκαζαν την εισβολή της Τουρκίας στην Συρία, ο Ούγγρος πρωθυπουργός, Βίκτορ Όρμπαν, βρισκόταν στο Αζερμπαϊτζάν προκειμένου να παρακολουθήσει ως εξωτερικός παρατηρητής την σύνοδο των τουρκόφωνων χωρών και να παράσχει την αμέριστη στήριξή του στον Τούρκο Πρόεδρο για την επιχείρηση στην Συρία! Κατά τα άλλα τους Ευρωπαίους και δη τους Γερμανούς τους ανησυχεί ότι θα χάσουν από την σφαίρα επιρροής τους τα Δυτικά Βαλκάνια. Τουλάχιστον υποκριτικό, θα το χαρακτήριζε κανείς.