Το Νομοσχέδιο για τις Νέες Παραχωρήσεις Υδρογονανθράκων Κατατέθηκε στη Βουλή. Eρευνες θα Γίνουν;

Την περασμένη εβδομάδα ο αρμόδιος υπουργός, κ. Κωστής Χατζιδάκης, κατέθεσε το νομοσχέδιο για την κύρωση από τη Βουλή των 4 νέων παραχωρήσεων για έρευνες υδρογονανθράκων σε περιοχές νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης, στον Κυπαρισσιακό κόλπο και στο Ιόνιο. Μαζί με τις άλλες παραχωρήσεις που κυρώθηκαν το 2014 και αργότερα, ο συνολικός αριθμός ενεργών παραχωρήσεων σε χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές στην Ελλάδα φθάνει σήμερα τις 12. Εάν, δε, λάβουμε υπόψη και την παραχώρηση ανατολικά της Θάσου που έχει εκχωρηθεί από τη δεκαετία του 80 σε ΕΛΠΕ και Calfrac, αλλά παραμένει ανενεργή λόγω της συμφωνίας για αποχή από έρευνες στο Αιγαίο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας μετά την κρίση του Μαρτίου 1987, τότε ο συνολικός αριθμός παραχωρήσεων στον Ελλαδικό χώρο φθάνει αισίως τις 13.

Ποτέ η Ελλάδα μέχρι σήμερα δεν είχε ένα τόσο μεγάλο αριθμό παραχωρήσεων για έρευνες πετρελαίου και φυσικού αερίου. Από αυτές τις παραχωρήσεις μόνο μία, αυτή του Πρίνου, ευρίσκεται σε εκμετάλλευση με πολύ θετικά μέχρι σήμερα αποτελέσματα, αφού από την έναρξη της λειτουργίας του το 1981 μέχρι τώρα έχει παράγει συνολικά 120 εκατ. βαρέλια πετρελαίου, όταν η αρχική εκτίμηση προέβλεπε παραγωγή μόνο 60 εκατ. βαρελιών. Παράλληλα, αρκετά σύντομα, εντός του 2020, προγραμματίζεται μια νέα παραγωγική γεώτρηση στο -ανακαλυφθέν το 1982- κοίτασμα του Κατάκολου. Αν και μικρής δυναμικότητας, σε σύγκριση με τον Πρίνο, το κοίτασμα στο Κατάκολο θεωρείται ότι έχει μεγάλη σημασία γιατί θα δείξει ότι μια άλλη γεωγραφική περιοχή της χώρας, στη Δυτική Ελλάδα, διαθέτει παραγωγικές δυνατότητες και άρα θα βοηθήσει την ψυχολογία στον τομέα των υδρογονανθράκων, ενισχύοντας παράλληλα την εικόνα της Ελλάδος ως μιας πολλά υποσχόμενης πετρελαιοπαραγωγικής περιοχής.

energia.gr
Δευ, 23 Σεπτεμβρίου 2019 - 10:39

Για να επανέλθουμε στον Πρίνο, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι από τότε που ανέλαβε την εκμετάλλευση του κοιτάσματος η εταιρεία Energean Oil & Gas το 2007, έχει υπάρξει μια πλήρης αναγέννηση, με συνεχείς επενδύσεις, νέα ερευνητικά προγράμματα, ανακάλυψη δευτερευόντων κοιτασμάτων, αύξηση της παραγωγής και κυρίως δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Και όλα αυτά σε ένα παλαιό κοίτασμα που αρκετοί ειδικοί πριν μερικά χρόνια το είχαν ξεγράψει. Και όμως η σωστή εκμετάλλευση, η σειρά νέων παραγωγικών γεωτρήσεων και η ευλαβική τήρηση κανόνων ασφάλειας και η πρόνοια για την προστασία του περιβάλλοντος (να υπενθυμίσουμε ότι από την έναρξη της παραγωγής μέχρι σήμερα δεν έχει σημειωθεί η παραμικρή ρύπανση του θαλάσσιου περιβάλλοντος) έχουν δημιουργήσει πολύ θετικές προοπτικές για την περαιτέρω εκμετάλλευσή του, αφού τα βεβαιωμένα αποθέματα έχουν αυξηθεί στα 40 εκατ. βαρελια από τα 2 εκατ. που ήσαν όταν ανέλαβε η Energean.

Από το 2014 μέχρι σήμερα που έχουν προστεθεί 11 νέες παραχωρήσεις, συμπεριλαμβανομένων και των τεσσάρων νέων που οδεύουν προς κύρωση στη Βουλή, η Ελλάδα έχει καταφέρει να επανέλθει στο διεθνή ερευνητικό χάρτη, προσελκύοντας μερικές από τις μεγαλύτερες και πλέον καταξιωμένες εταιρείες, μεταξύ των οποίων οι ExxonMobil, Total, Repsol, Edison, ενώ από ελληνικής πλευράς σημαντική είναι η συμμετοχή των ΕΛΠΕ και Energean. Σύμφωνα με τα κατατεθέντα χρονοδιαγράμματα και δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι ανωτέρω εταιρείες, μέσα στα επόμενα 3 χρόνια πρόκειται να πραγματοποιηθεί μια ολόκληρη σειρά από γεωφυσικές και σεισμικές έρευνες, ενώ σε ορισμένα από τα τεμάχια οι ανάδοχοι θα προχωρήσουν και σε γεωτρήσεις, πράγμα απαραίτητο για να διαπιστωθεί η ύπαρξη και το δυναμικό των κοιτασμάτων. Στη δε περίπτωση ανακάλυψης εμπορικά εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων, οι εταιρείες θα προχωρήσουν στην αξιοποίησή τους, επενδύοντας μερικά δισεκατομμύρια δολάρια και παράλληλα καθιστώντας την Ελλάδα πετρελαιοπαραγωγό χώρα με σημαντικά γεωπολιτικά οφέλη και μείωση της μέχρι σήμερα απαράδεκτα υψηλής ενεργειακής εξάρτησης που αγγίζει το 75% και είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.

Όμως οι πιθανότητες να προχωρήσουν οι έρευνες των εταιρειών στις εν λόγω παραχωρήσεις είναι από μικρές ως ελάχιστες -για να μην πούμε μηδενικές- γιατί ήδη οι περισσότερες τοπικές κοινωνίες σήμερα στη Δυτική Ελλάδα -και αύριο στην Κρήτη- υπό την καθοδήγηση γνωστών περιβαλλοντικών οργανώσεων, έχουν ταχθεί αναφανδόν κατά οιασδήποτε έρευνας πόσω μάλλον παραγωγικής διαδικασίας. Για αυτό είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν θα μπορέσουν να εκδοθούν οι απαιτούμενες περιβαλλοντικές άδειες (με εξαίρεση το Κατάκολο και τον Πατραϊκό που έχουν ήδη εκδοθεί), αφού βάσει των πλέον πρόσφατων νομικών ρυθμίσεων έχει ενισχυθεί υπέρμετρα ο ρόλος του τοπικού παράγοντα, καθιστώντας τον ρυθμιστή των εξελίξεων.

Η σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ναι μεν επέσπευσε τη διαδικασία επικύρωσης των αδειών παραχώρησης μέσω του νομοθετικού σώματος, όμως παράλληλα κλείνει το μάτι στους "περιβαλλοντολόγους", σε μια κακώς νοούμενη πολιτική προσεταιρισμού των, αποβλέποντας σαφέστατα σε πολιτικά οφέλη. Γιατί πώς αλλιώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε την αψυχολόγητη από κάθε άποψη απόφαση της κυβέρνησης να συμπεριλάβει ως πλήρη μέλη της Εθνικής Επιτροπής για την Ενέργεια και το Κλίμα( ΕΣΕΚ) τις οργανώσεις Greenpeace και WWF; Με δηλωμένες και ξεκάθαρες εδώ και καιρό θέσεις κατά των ερευνών για υδρογονάνθρακες, υπό το έωλο και επιστημονικά διάτρητο επιχείρημα ότι πετρέλαιο και φυσικό αέριο συμβάλλουν στην επιδείνωση της Κλιματικής Αλλαγής, οι ανωτέρω δυο οργανώσεις, μετά την νομιμοποίηση τους ως ισότιμα μέλη του ΕΣΕΚ, θα εξασκούν σκληρό βέτο στις όποιες κυβερνητικές αποφάσεις, ενώ παράλληλα θα εντείνουν (με την πλήρη ανοχή, εάν όχι υποστήριξη της κυβέρνησης) τον προσηλυτισμό των τοπικών κοινωνιών στη θρησκεία της περιβαλλοντικής ορθότητος.

Όμως, υπό αυτές τις συνθήκες, που η ίδια η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ας μην έχουμε αυταπάτες ότι θα προχωρήσουν σύντομα οι έρευνες και ότι κάποτε η Ελλάδα θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί τα αξιόλογα κοιτάσματα που διαθέτει. Τέλος, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι με αυτή τη δήθεν φιλοπεριβαλλοντική στάση που από την πρώτη στιγμή καλλιεργεί η κυβέρνηση, υποσκάπτει την ίδια τη δική της οικονομική πολιτική και τους στόχους που αυτή έχει θέσει για την προσέλκυση σοβαρών επενδύσεων. Για αυτό, καλό θα είναι το αρμόδιο υπουργείο, το ΥΠΕΝ, να αρχίσει από τώρα να ετοιμάζει το story που θα πρέπει να πει στις εταιρείες και στις κυβερνήσεις τους για να δικαιολογήσει το πώς από τη μια πλευρά προωθεί τις αδειοδοτήσεις και εγκρίνει τις έρευνες και από την άλλη, με το να χαϊδεύει τους κάθε είδους αντιρρησίες και δήθεν περιβαλλοντολόγους, εμποδίζει έμπρακτα τη διεξαγωγή τους.