Για να επανέλθουμε στον Πρίνο, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι από τότε που ανέλαβε την εκμετάλλευση του κοιτάσματος η εταιρεία Energean Oil & Gas το 2007, έχει υπάρξει μια πλήρης αναγέννηση, με συνεχείς επενδύσεις, νέα ερευνητικά προγράμματα, ανακάλυψη δευτερευόντων κοιτασμάτων, αύξηση της παραγωγής και κυρίως δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Και όλα αυτά σε ένα παλαιό κοίτασμα που αρκετοί ειδικοί πριν μερικά χρόνια το είχαν ξεγράψει. Και όμως η σωστή εκμετάλλευση, η σειρά νέων παραγωγικών γεωτρήσεων και η ευλαβική τήρηση κανόνων ασφάλειας και η πρόνοια για την προστασία του περιβάλλοντος (να υπενθυμίσουμε ότι από την έναρξη της παραγωγής μέχρι σήμερα δεν έχει σημειωθεί η παραμικρή ρύπανση του θαλάσσιου περιβάλλοντος) έχουν δημιουργήσει πολύ θετικές προοπτικές για την περαιτέρω εκμετάλλευσή του, αφού τα βεβαιωμένα αποθέματα έχουν αυξηθεί στα 40 εκατ. βαρελια από τα 2 εκατ. που ήσαν όταν ανέλαβε η Energean.
Από το 2014 μέχρι σήμερα που έχουν προστεθεί 11 νέες παραχωρήσεις, συμπεριλαμβανομένων και των τεσσάρων νέων που οδεύουν προς κύρωση στη Βουλή, η Ελλάδα έχει καταφέρει να επανέλθει στο διεθνή ερευνητικό χάρτη, προσελκύοντας μερικές από τις μεγαλύτερες και πλέον καταξιωμένες εταιρείες, μεταξύ των οποίων οι ExxonMobil, Total, Repsol, Edison, ενώ από ελληνικής πλευράς σημαντική είναι η συμμετοχή των ΕΛΠΕ και Energean. Σύμφωνα με τα κατατεθέντα χρονοδιαγράμματα και δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι ανωτέρω εταιρείες, μέσα στα επόμενα 3 χρόνια πρόκειται να πραγματοποιηθεί μια ολόκληρη σειρά από γεωφυσικές και σεισμικές έρευνες, ενώ σε ορισμένα από τα τεμάχια οι ανάδοχοι θα προχωρήσουν και σε γεωτρήσεις, πράγμα απαραίτητο για να διαπιστωθεί η ύπαρξη και το δυναμικό των κοιτασμάτων. Στη δε περίπτωση ανακάλυψης εμπορικά εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων, οι εταιρείες θα προχωρήσουν στην αξιοποίησή τους, επενδύοντας μερικά δισεκατομμύρια δολάρια και παράλληλα καθιστώντας την Ελλάδα πετρελαιοπαραγωγό χώρα με σημαντικά γεωπολιτικά οφέλη και μείωση της μέχρι σήμερα απαράδεκτα υψηλής ενεργειακής εξάρτησης που αγγίζει το 75% και είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.
Όμως οι πιθανότητες να προχωρήσουν οι έρευνες των εταιρειών στις εν λόγω παραχωρήσεις είναι από μικρές ως ελάχιστες -για να μην πούμε μηδενικές- γιατί ήδη οι περισσότερες τοπικές κοινωνίες σήμερα στη Δυτική Ελλάδα -και αύριο στην Κρήτη- υπό την καθοδήγηση γνωστών περιβαλλοντικών οργανώσεων, έχουν ταχθεί αναφανδόν κατά οιασδήποτε έρευνας πόσω μάλλον παραγωγικής διαδικασίας. Για αυτό είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν θα μπορέσουν να εκδοθούν οι απαιτούμενες περιβαλλοντικές άδειες (με εξαίρεση το Κατάκολο και τον Πατραϊκό που έχουν ήδη εκδοθεί), αφού βάσει των πλέον πρόσφατων νομικών ρυθμίσεων έχει ενισχυθεί υπέρμετρα ο ρόλος του τοπικού παράγοντα, καθιστώντας τον ρυθμιστή των εξελίξεων.
Η σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ναι μεν επέσπευσε τη διαδικασία επικύρωσης των αδειών παραχώρησης μέσω του νομοθετικού σώματος, όμως παράλληλα κλείνει το μάτι στους "περιβαλλοντολόγους", σε μια κακώς νοούμενη πολιτική προσεταιρισμού των, αποβλέποντας σαφέστατα σε πολιτικά οφέλη. Γιατί πώς αλλιώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε την αψυχολόγητη από κάθε άποψη απόφαση της κυβέρνησης να συμπεριλάβει ως πλήρη μέλη της Εθνικής Επιτροπής για την Ενέργεια και το Κλίμα( ΕΣΕΚ) τις οργανώσεις Greenpeace και WWF; Με δηλωμένες και ξεκάθαρες εδώ και καιρό θέσεις κατά των ερευνών για υδρογονάνθρακες, υπό το έωλο και επιστημονικά διάτρητο επιχείρημα ότι πετρέλαιο και φυσικό αέριο συμβάλλουν στην επιδείνωση της Κλιματικής Αλλαγής, οι ανωτέρω δυο οργανώσεις, μετά την νομιμοποίηση τους ως ισότιμα μέλη του ΕΣΕΚ, θα εξασκούν σκληρό βέτο στις όποιες κυβερνητικές αποφάσεις, ενώ παράλληλα θα εντείνουν (με την πλήρη ανοχή, εάν όχι υποστήριξη της κυβέρνησης) τον προσηλυτισμό των τοπικών κοινωνιών στη θρησκεία της περιβαλλοντικής ορθότητος.
Όμως, υπό αυτές τις συνθήκες, που η ίδια η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ας μην έχουμε αυταπάτες ότι θα προχωρήσουν σύντομα οι έρευνες και ότι κάποτε η Ελλάδα θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί τα αξιόλογα κοιτάσματα που διαθέτει. Τέλος, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι με αυτή τη δήθεν φιλοπεριβαλλοντική στάση που από την πρώτη στιγμή καλλιεργεί η κυβέρνηση, υποσκάπτει την ίδια τη δική της οικονομική πολιτική και τους στόχους που αυτή έχει θέσει για την προσέλκυση σοβαρών επενδύσεων. Για αυτό, καλό θα είναι το αρμόδιο υπουργείο, το ΥΠΕΝ, να αρχίσει από τώρα να ετοιμάζει το story που θα πρέπει να πει στις εταιρείες και στις κυβερνήσεις τους για να δικαιολογήσει το πώς από τη μια πλευρά προωθεί τις αδειοδοτήσεις και εγκρίνει τις έρευνες και από την άλλη, με το να χαϊδεύει τους κάθε είδους αντιρρησίες και δήθεν περιβαλλοντολόγους, εμποδίζει έμπρακτα τη διεξαγωγή τους.